Το 'άσυλο φρενοπαθών' στη Λευκωσία μίας άλλης εποχής

Το 'άσυλο φρενοπαθών' στη Λευκωσία μίας άλλης εποχής

Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι

Το 'άσυλο φρενοπαθών' στη Λευκωσία μίας άλλης εποχής
Ξεσκονίζουμε παλιές εφημερίδες και εντοπίζουμε πληροφορίες για την Κύπρο του χθες.

«Σ’ ένα περιτοιχισμένο καταυλισμό έξω από την Λευκωσία ζει μία παράξενη αποικία απόκληρων της ζωής – χωρισμένη από την κανονική ζωή μόνο με πέτρινους τοίχους και συρματοπλέγματα». Κάπως έτσι προλογίζει το άρθρο της η αμερικανίδα δημοσιογράφος Barbara Cornwall, άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Times of Cyprus του 1957 με τον τίτλο «Στο άσυλο φρενοπαθών»

Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι οι διανοητικά ασθενείς είχαν μεταφερθεί λίγα χρόνια πριν, μυστικά όπως καταγράφεται, στο άσυλο της οδού Λάρνακος. Στο εν λόγω άσυλο εργάζονταν τρεις γιατροί, οκτώ νοσοκόμοι –άντρες και γυναίκες- και 63 βοηθοί, ενώ απέλυαν 100 από τους 120 περίπου ασθενείς που δέχονταν τον χρόνο. Το κόστος για τους ασθενείς ήταν μέχρι 5 σελίνια την ημέρα, αναλόγως της οικονομικής κατάστασης των οικογενειών τους. Αν τα οικονομικά δεν το επέτρεπαν, τότε το κόστος καλυπτόταν από την κυβέρνηση. Επιπλέον, λόγω υπερπληθωρισμού, στο άσυλο δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτοί ασθενείς που ζητούσαν εθελοντικά βοήθεια.

Επιπλέον, αναφορά γίνεται στα μαθήματα που έκαναν άντρες και γυναίκες ασθενείς εντός του ασύλου και τα οποία θα τους χρησίμευαν όταν θα απολύονται. Η Λέλα Θεοδώρου ήταν η γυναίκα που δίδασκε στις γυναίκες ασθενείς να ζωγραφίζουν, να υφαίνουν και να φτιάχνουν κατασκευές στο τμήμα εργασιοθεραπείας ενώ οι άντρες ασθενείς έφτιαχναν κατά κύριο λόγο έπιπλα. Τα αντικείμενα και οι δημιουργίες πωλούνταν και τα χρήματα εμπλούτιζαν το ταμείο των ασθενών.

Στη περιγραφή της δημοσιογράφου, η οποία εξ όσων φαίνεται πραγματοποίησε επί τόπου επίσκεψη, οι ασθενείς σε στιγμές διαύγειας φαίνεται να αισθάνονταν μία αναπόφευκτη και βαθιά απελπισία. Σε μία περίοδο που μαίνεται ο αγώνας της ΕΟΚΑ, σημειώνεται στο άρθρο πως πρόκειται για τους μόνους ίσως ανθρώπους στην Κύπρου που «δεν σκέπτονται ποτέ για τα πολιτικά ζητήματα αν και πολλοί απ’ αυτούς διαβάζουν καθημερινά εφημερίδες».

Στο άρθρο όπου γίνεται αναφορά στο «άσυλο φρενοπαθών» σημειώνεται ότι εκεί φιλοξενείται ένα «παράξενο μίγμα παθητικών μορφών που όταν πάσχουν από σχιζοφρένεια, χάνουν κάθε επαφή με την πραγματικότητα» ενώ κραυγάζουν τη νύχτα και τρέχουν να στριμωχθούν στις γωνιές την ημέρα γιατί συνήθως βλέπουν ή ακούν κάποιον που πολλές φορές νομίζουν ότι θέλει να τους σκοτώσει.

Η δημοσιογράφος περιγράφει τα καγκελωτά παράθυρα του κτιρίου στην οδό Λάρνακος που πίσω τους ζουν «δυστυχισμένοι μανιακοί, οι οποίοι καταλαμβάνονται από απότομες σοβαρές προσβολές απόγνωσης και έξαψης», στους οποίους δίνονται «καταπραϋντικά για να ξεχάσουν» και «αν και θεραπεύονται με ηλεκτροσόκ, εν τούτοις η ασθένειά τους επανέρχεται».

Απ’ το ρεπορτάζ ενημερωνόμαστε επίσης ότι πραγματοποιούνταν τότε εβδομαδιαίες κινηματογραφικές παραστάσεις, υπήρχε κέντρο αναψυχής και οι ασθενείς καθημερινά, πρωί ή απόγευμα, είχαν στο πρόγραμμά τους εργασιοθεραπεία στο εργαστήριο του ασύλου.

Κάποιος απ’ τους ασθενείς είχε πει στην δημοσιογράφο κατά την επίσκεψή της εκεί ότι «διοικεί όλο το άσυλο» ο ίδιος και δεν ενδιαφέρεται για τίποτα άλλο πέραν απ’ το σπίτι του ενώ αναφέρεται πως ο ίδιος ασθενής είχε θυμώσει γιατί οι υπεύθυνοι δεν τον αφήνουν να ξαναπάει στο Λονδίνο όπου εργαζόταν κι έκλαιγε γιατί κανείς δεν τον επισκεπτόταν εκεί.

Άλλο στοιχείο το οποίο καταγράφεται είναι πως ο διευθυντής του χώρου, Α. Μικελλίδης, είχε αναφέρει στην δημοσιογράφο πως ανέμενε την ανέγερση ενός νέου, μοντέρνου νοσοκομείου που θα ολοκληρωνόταν ένα μέρος του την επόμενη χρονιά και θα κόστιζε στην κυβέρνηση, στην πρώτη του φάση, περίπου £90,000 κυπριακές λίρες.

«Αν και δεν μπορεί να αποκαλέσει κάποιος το άσυλο ‘κόλαση’», γράφει η Cornwall, «η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται το χαμηλό επίπεδο των συνθηκών για την θεραπεία των διανοητικώς ασθενών στην Κύπρο» και συμπληρώνει πως τότε η αγγλική διοίκηση υπολόγιζε πως το καινούριο άσυλο θα ήταν ολοκληρωμένο μέχρι και το 1959 και ο εν λόγω περιτοιχισμένος καταυλισμός θα κατεδαφιζόταν κάποια στιγμή.

Loader