«Μαμά» και «κόρη», μία σχέση με προσφορά υπηρεσιών

«Μαμά» και «κόρη», μία σχέση με προσφορά υπηρεσιών

Είδαμε την παράσταση «Μαμά» από το Θέατρο Δέντρο σε σκηνοθεσία Γιώργου Μουαΐμη

Ήθελα πολύ να παρακολουθήσω την τελευταία παραγωγή από το Θέατρο Δέντρο. Η τρυφερότητα και μόνο του τίτλου με μία και μόναδική λέξη, εκείνη την λέξη που συνήθως εκφέρει πρώτη-πρώτη στη ζωή του ο κάθε άνθρωπος σε αυτό τον πλανήτη: «Μαμά». Πόση γλύκα, τρυφερότητα και αγάπη, αλήθεια εμπερικλείει αυτή τη λέξη, μία λέξη ο κόσμος (μας) όλος, η ζωή μας η ίδια.

Συνηθίζω πριν από κάποια παράσταση, όταν δεν γνωρίζω το έργο να ρίχνω καμιά ματιά στην περίληψη, στον συγγραφέα, να μάθω περί τίνος πρόκειται. Ομολογώ πως σε αυτή την περίπτωση δεν βρήκα χρόνο να το κάνω. Με συνεπήρε βλέπεις ο τίτλος του έργο αλλά και η Αννίτα Σαντοριναίου. Μία παράσταση, δύο ηθοποιοί, μία σχέση μάνας και κόρης υπολόγισα, ίσως προβληματική, με κάποιο ένοχο μυστικό, με απογοητεύσεις, συγκρούσεις, ίσως, μία προσπάθεια συμφιλίωσης. Κι ευτυχώς έπεσα έξω, κι ευτυχώς που δεν διάβασα την περίληψη διότι θα μου χαλούσε την μεγάλη ανατροπή που αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι ως θεατής στα πρώτα λεπτά της παράστασης και λες: δεν μπορεί να γίνεται αυτό. 

Κι όμως, η Marta Bracelo έκτισε μία πλοκή με δύο εντελώς άγνωστους ανθρώπους, που μία αγγελία για προσφορά υπηρεσιών ως μητέρα φέρνει την ανταπόκριση της άλλης για να γίνει μέσω συμβολαίου και προσφοράς μηνιαίου μισθού στην αγοραία μάνα, κόρη της. Πόσο πικρή ιστορία, μα πόσο γλυκό δίδυμο οι σπουδαίες επί σκηνής Αννίτα Σαντοριναίου και Κατερίνα Λούρα που συναντιούνται για πρώτη φορά μαζί στο θέατρο ως συμπρωταγωνίστριες. 

Μία παράσταση που ξαφνιάζει, ένα έργο που μέσα από την ανατροπή του αποκαλύπτει τα κενά στις πραγματικές σχέσεις μάνας-κόρης, γονέα-παιδιού. Δύο γυναίκες, η μία δεν έγινε ποτέ μητέρα, έφτασε στα 62 να είναι χήρα, μόνη στον κόσμο και να αναζητά την αγάπη από ένα παιδί που δεν είχε ποτέ. Αυτό την οδηγεί να βάλει μία αγγελία στην εφημερίδα αναζητώντας ένα... παιδί για να του προσφέρει υπηρεσίες μητέρας. Αυτή η αγγελία βρίσκει ανταπόκριση από μία άλλη γυναίκα που μεγάλωσε χωρίς μητέρα, με ένα ναρκομανή και βίαιο πατέρα μόνη και φοβισμένη. 

Τα συναισθηματικά φορτία των δύο γυναικών απογυμνώνονται σταδιακά επί σκηνής. Κάθε φράση κρύβει αλήθειες και πίκρες που όλοι λίγο πολύ νιώσαμε στη ζωή μας. Ένα συγκλονιστικό έργο, που παρά την φανταστική του πλοκή περιγράφει την πραγματικότητα και αγγίζει ναι μεν κλισέ θέματα αλλά τόσο αληθινά.

Ποια είναι πραγματική μάνα; Εκείνη που γεννά ή μεγαλώνει ένα παιδί; Υπάρχεια πιο αληθινή αγάπη από εκείνη της μητέρας; Κι αν δεν υπάρχει μητέρα, ένας άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει αυτή την αγάπη από πουθενά; Μπορεί μία γυναίκα να μην γεννήσει ποτέ αλλά να βιώσει αυτά τα συναισθήματα και να δώσει την αγάπη μίας μάνας;

 

Αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει το έργο ξετυλίγοντας τα κουβάρια ζωής, προσωπικοτήτων και ψυχισμού των δύο πληγωμένων γυναικών που η μία βρίσκει καταφύγιο και ελπίδα στην άλλη. Εξού και τα ονόματα των δύο ηρωίδων που χρησιμοποιούνται είναι Αμπάρ (Κατερίνα Λούρα, κόρη) που σημαίνει καταφύγιο και Εσπεράνσα (Αννίτα Σαντοριναίου, κόρη) που σημαίνει Ελπίδα. 

7

Στη μέση της αίθουσα του Θεάτρου Δέντρο στήθηκε ένα συμβολικό σκηνικό (Σάββας Μυλωνάς) με το κοινό να κάθεται περιμετρικά της σκηνής. Μέσα σε ένα κύκλο βρίσκεται μια τετράγωνη ξύλινη πλατφόρμα μέσα στην οποία οριοθετείται ουσιαστικά η οικογενειακή ζωή και ο «κλειστός» χαρακτήρας της η οποία φωτίζεται χαμηλά. Μέσα από τις κρυφές σκέψεις, τα προσωπικά συναισθήματα και τις ανομολόγητες παραδοχές των ηρωίδων του έξω από το κοινωνικό πλαίσιο, έλαμψε τους τρεις σκηνικούς τόπους συνάντησής τους, απογύμνωσε ευφάνταστα και σταδιακά από σκηνικά αντικείμενα τη σκηνή και τις ψυχές τους. Η μια σκηνή προετοιμάζει την άλλη, έτσι ώστε η εναλλαγή σκηνικού περιβάλλοντος να αποκτά οντότητα και λόγο ύπαρξης μέσα στην ίδια την παράσταση και να γίνεται μέρος της, προσδίδοντας της ρυθμό και αμεσότητα.  

Η χημεία των δύο ηθοποιών επί σκηνής είναι ανατριχιαστική. Η Κατερίνα Λούρα σε μία από τις καλύτερές της, ίσως, θεατρικές στιγμές, απογυμνώνει κάθε συναίσθημα, εκφέρει κάθε λέξη με απόλυτη ενσυναίσθηση μεταδίδοντας κάθε έντονο συναίσθημα της ηρωίδας που υποδύεται. Η Λούρα γίνεται η Αμπάρ. Μόνιμα βουρκωμένη, σχεδόν σε κάθε σκηνή φαίνεται υπερβολικό αλλά είναι τόσο έντονος ο φόρτος συναισθημάτων εκείνης της γυναίκας που κουβαλάει από την παιδικής της ηλικία που πολύ σωστά η γυναίκα αυτή είναι μόνιμα με ένα δάκρυ έτοιμο να ξεσπάσει. Η Κατερίνα Λούρα στέκεται επάξια δίπλα στην σπουδαία Σαντοριναίου και ισότιμα παίρνει δίπλα της τον χώρο που της αναλογεί. 

Από την άλλη, η Αννίτα Σαντοριναίου είναι μία ηθοποιός μεγάλων επιδόσεων. Και σε αυτή την παράσταση αντιλαμβάνεσαι και επιβεβαιώνεις το μεγαλείο της να ερμηνεύει δύσκολους ρόλους. Απόλυτα λιτή στα υποκριτικά της εργαλεία, συγκινησιασκή, σχεδόν αέρινη στη σκηνή υποδύεται μία γυναίκα μόνη, χωρίς παιδιά που ζει σε ένα δικό της κόσμο με συντροφιά μία ψυχολόγο-συγγραφέα την οποία συναντά μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου. Μία τραγική ηρωίδα, ένας ρόλος που δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερη ενσάρκωση παρά από την Αννίτα Σαντοριναίου. 

Ένα έργο με flashback, μία δυνατή ανατροπή που καλύτερα να μην γνωρίζεις ως θεατής και ένα πολύ δυνατό λόγο. Μία ιστορία αυθεντικής αγάπης δύο γυναικών που γεννήθηκαν για να είναι μητέρα και κόρη που όμως η ζωή δεν τους έκανε το χατίρι αλλά η μοίρα, το κάρμα της έφερε να είναι μαζί, να γίνουν η μία για την άλλη αληθινή μάνα και κόρη. Μια γλυκιά, συγκινητική, αληθινή παράσταση με δύο ηθοποιούς, σε απόλυτη αρμονία να μας δίνουν μία από τις πιο όμορφες παραστάσεις της σεζόν και να κερδίζουν τον σεβασμό του κοινού που της χειροκρότησε όρθιο. 

 

Loader