Οδυσσέα και Έλενα, γιατί μας κλείσατε τους ανεμιστήρες;

Οδυσσέα και Έλενα, γιατί μας κλείσατε τους ανεμιστήρες;

«Εδώ έχουμε ένα έργο που στέκεται απέναντι από τον θεατή και του ζητά τα ρέστα. Ή μαλλον καλύτερα τα απαιτεί κοιτώντας τον βαθιά στα μάτια»

Γενικώς έχω καλή σχέση με τη ζέστη, τι καλή δηλαδή, είμαι abnormal και μου αρέσει ο καύσωνας, στην πρόσφατη όμως πρεμιέρα της θεατρικής παράστασης «HIV» πέρασα δύσκολα. Κι αυτό, αφού, από σκηνοθετική άποψη, όσοι βρεθήκαμε στα πίσω κυρίως καθίσματα, στριμωχτήκαμε σ’ ένα μικρό χώρο με μηδενική κυκλοφορία αέρα και εξτρίμ συνθήκες ζέστης και άπνοιας και όταν δυσανασχετημένοι θεατές θα επιχειρούσαν, δυο τρεις φορές κιόλας, να ανοίξουν τους ανεμιστήρες που βρίσκονταν στον χώρο, ο σκηνοθέτης Οδυσσέας Κωνσταντίνου θα ανεβοκατέβαινε και θα τους έκλεινε.

Με την Έλενα Σωκράτους που δημιούργησαν μαζί την παράσταση, μας ήθελαν προφανώς να αισθανθούμε κάτι από την αδιανόητη τραγωδία της πρωταγωνίστριας στο έργο, μιας Αφρικανής κοπέλας που μετά την απόλυτη εξαθλίωση, αυτοκτόνησε σε φυλακές στην Αθήνα.

Στην πρόσκληση διευκρινιζόταν πως η παράσταση είναι ακατάλληλη για καρδιακούς και για άτομα με κρίσεις πανικού. 

ηδηηδηδ

Οδυσσέα και Έλενα γεια σας. Γιατί μας κλείσατε τους ανεμιστήρες;

ΟΔΥΣΣΕΑΣ: «Ακουμπάει αργά και με φυσικότητα το γόνατό της στην καρέκλα) Βέβαια, σκοπός της παράστασης απόψε είναι να ξεβολευτείτε. Δηλαδή, όχι δικός μου σκοπός – εγώ θα έκανα κάτι άλλο. Αλλά δεν ορίζω εγώ τον προσανατολισμό της παράστασης. Ξέρετε ποιος κάνει κουμάντο. Η σκηνοθέτις. Αυτή αποφασίζει. Εγώ απλώς υπηρετώ το όραμά της. Την παράστασή της. Αυτή είναι η δουλειά του ηθοποιού. Υπηρετεί την παράσταση κάποιου άλλου. Την όποια παράσταση. Και προσπαθεί να βγάλει τον ρόλο που  ανέλαβε. (Αφήνει την τσάντα της μπροστά από την καρέκλα και κάθεται».

Πώς συνεργάζονται δυο σκηνοθέτες που ο ένας ζει Παρίσι και ο άλλος Βερολίνο;

ΕΛΕΝΑ: Η επικοινωνία είναι πολύ βασικός παράγοντας για να υπάρξει ένα αρμονικό αποτέλεσμα σε μια θεατρική παραγωγή και η αλήθεια είναι πως, όσο εξελιγμένη και να είναι πια η τεχνολογία, η αμεσότητα της προσωπικής συνάντησης δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Με τον Οδυσσέα, όμως, φέτος κλείνουμε δέκα χρόνια συνεργασίας, άρα δεν μιλάμε για μια τυπική συνεργασία. Παρόλο που σε αυτά τα δέκα χρόνια έχουμε ακολουθήσει ο καθένας μας εντελώς διαφορετικές σπουδές και επαγγελματική πορεία και παρόλο που ζούμε σε δυο πόλεις στις οποίες τα θεατρικά ερεθίσματα είναι εντελώς διαφορετικά, υπάρχει ένας τόσο σημαντικός ίδιος πυρήνας στην αντίληψη και στη σκέψη, που ξεπερνά τις αποστάσεις και κάνει τη σκηνοθεσία της συγκεκριμένης παράστασης τόσο ιδιαίτερη. Προσπαθήσαμε να χρησιμοποιήσουμε τη διαφορετικότητά μας υπέρ της παράστασης και γι' αυτό στις πρόβες υπήρξαν πολλές δημιουργικές διαφωνίες αναμεσα και στους τρεις μας για να βγει το αποτέλεσμα που είδατε στη σκηνή. 

Νιώθετε πως αγγίξατε το κοινό; Περάσατε το μήνυμά σας;

ΕΛΕΝΑ: Έστω και ένας θεατής να φύγει από το θέατρο με σκέψεις γι’ αυτά που βίωσε, για εμάς είναι επιτυχία. Έστω και για ένα δευτερόλεπτο να αισθανθούν οι θεατές αμφιβολία για την ασφάλειά τους και να νιώσουν τον φόβο της Επίφανι στο πετσί τους, κάτι κάναμε σωστά. Πέρα από τις ζεστές αγκαλιές και τα γεμάτα νόημα βλέμματα των θεατών μετά το τέλος της παράστασης, οι στιγμές κατά τη διάρκεια της, στις οποίες η σιωπή είναι εκκωφαντική, είναι μαγικές. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι σχεδόν όλοι οι θεατές μένουν μετά τις παραστάσεις για να συμμετέχουν στις συζητήσεις. Αυτό μας δίνει μια ελπίδα, ότι τουλάχιστον για τα συγκεκριμένα βράδια η προτεραιότητά μας δεν είναι το ποτάκι μετά την παράσταση αλλά η συνύπαρξη και το μοίρασμα, η ανάγκη για προβληματισμό.


Έστω και ένας θεατής να φύγει από το θέατρο με σκέψεις γι’ αυτά που βίωσε, για εμάς είναι επιτυχία


φαγαγαγα
Οδυσσέας

Τι σας συγκίνησε στο κείμενο;

ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Ένα από τα πιο δύσκολα προαπαιτούμενα στη σύγχρονη τέχνη οποιασδήποτε μορφής είναι να καταφέρει να σου διεγείρει ένα συναίσθημα. Ένα οποιοδήποτε συναίσθημα. Η συγκίνηση είναι ένα από τα δυσκολότερα θεωρώ σε αυτή την τόσο ωμή εποχή που διανύουμε. Κι αν υπάρξει, πολλές φορές γίνεται εκβιασμένα. Σίγουρα η ενοχή που ένιωσα διαβάζοντας το κείμενο με μετατόπισε, με ταρακούνησε. Με έκανε να θέλω να πάρω αυτή την ενοχή, να τη ζυμώσω και να ζυμωθώ μέσω αυτής, ώστε να μπορέσουμε με την Έλενα και τη Βασιλική να την πετάξουμε σαν φλεγόμενο μπαλάκι και στους θεατές, με τους οποίους – το ξεκαθαρίζω- αισθανόμαστε ισάξια υπεύθυνοι. Ο Θανάσης Τριαρίδης μέσα από τον μινιμαλισμό της ίδιας της συνθήκης που επιλέγει για το κείμενο αλλά και την οξεία και άμεση γλώσσα που χρησιμοποιεί, μας διέγειρε την ανάγκη να μιλήσουμε για την τεράστια προσωπική ευθύνη όλων μας απέναντι στα όσα συμβαίνουν. Απέναντι στην άγνοια ή τη γνώση μας γύρω από τα μεγάλα ζητήματα της φτώχειας, της εξουσίας, της ανισομερούς κατανομής του πλούτου, της έλλειψης παιδείας. Και ύστερα να εξερευνήσουμε τρόπους με τους οποίους το ατομικό μπορεί να γίνει συλλογικό. 

Από πού έχετε εμπνευστεί τη σκηνοθετική σας προσέγγιση;

ΜΑΖΙ: Το ίδιο το κείμενο και ο ιδιαίτερος τρόπος γραφής του Θανάση δίνει μια κατεύθυνση αλλά ταυτόχρονα αφήνει τον σκηνοθέτη εντελώς ελεύθερο να δημιουργήσει όπως ο ίδιος θέλει. Αυτό μας οδήγησε σε μια μινιμαλιστική προσέγγιση. Σε μια αφαίρεση. Αφαίρεση των εργαλείων, των ευρημάτων, των εντυπωσιακών σκηνικών αλλά και αφαίρεση των πολλών συναισθηματικών εξάρσεων. Αφαιρέσαμε δεκανίκια και κολπάκια και αφήσαμε τη Βασιλική όσο γινόταν πιο «γυμνή» να αντιμετωπίσει με το βλέμμα της και την αφοπλιστική της ειλικρίνεια τον κάθε θεατή στα ίσα. 

Ένα παράδειγμα που δώσαμε στη Βασιλική είναι η αισθητική της υποκριτικής στην ταινία «Περσόνα» του Μπέργκμαν. Όλο αυτό το αφαιρετικό αλλά τόσο πλήρες κοντινό πλάνο στο πρόσωπο, καταφέρνει να μας πει όσα έχει να μας αφηγηθεί με πολλή δύναμη. Χωρίς τεχνάσματα αλλά με τεχνική. Η Βασιλική είναι μια ηθοποιός που είδαμε πως, κάτι τέτοιο, μπορεί να το φέρει εις πέρας. Ίσως και να μην ήταν κάτι στο οποίο δοκιμάστηκε μέχρι σήμερα υποκριτικά και η ίδια να εκπλάγηκε με τον ίδιο της τον εαυτό αλλά η ποιότητα της αμεσότητας και της αφαίρεσης υπάρχει και στην προσωπικότητά της και πάνω σε αυτή νομίζω σχεδιάσαμε τη γραμμή της παράστασης.

σγγσγσγ
Έλενα

Είναι δύσκολο το είδος θεάτρου που κάνουμε, γιατί οι θεατές βγαίνουν από την ασφάλειά τους, πρέπει να δράσουν αυθόρμητα, δεν υπάρχει καμία «κοινωνική» σύμβαση και η συμπεριφορά γίνεται πιο ζωώδης και επιθετική αλλά ταυτόχρονα αληθινή


Αρνητικά σχόλια εισπράξατε;

ΕΛΕΝΑ: Φυσικά! Πολλοί θεατές διαμαρτυρήθηκαν ότι ένιωσαν άβολα στην παράσταση, κάποιοι αποχώρησαν μαζικά σε συγκεκριμένες στιγμές της παράστασης άλλοι θεώρησαν ότι τους προσβάλουμε ή τους τρομάζουμε, άλλοι μας ήθελαν ακόμη πιο διαδραστικούς κι άλλοι ενοχλήθηκαν από τη διάδραση. Θεωρώ ότι μια παράσταση που αρέσει σε όλους είναι μια αποτυχημένη παράσταση. Πώς γίνεται να αρέσει σε τόσες χιλιάδες διαφορετικούς ανθρώπους το ίδιο πράγμα; Θέατρο κάνουμε, όχι τηγανητές πατάτες. Στη δική μας βέβαια περίπτωση, όλα τα αρνητικά σχόλια τα εκλάβαμε με θετικότητα, αφού η πλειοψηφία τους, ήταν ουσιαστικά και δικός μας στόχος. Είναι δύσκολο το είδος θεάτρου που κάνουμε, γιατί οι θεατές βγαίνουν από την ασφάλειά τους, βρίσκονται απροετοίμαστοι, πρέπει να δράσουν αυθόρμητα, δεν υπάρχει καμία «κοινωνική» σύμβαση και η συμπεριφορά γίνεται πιο ζωώδης και επιθετική αλλά ταυτόχρονα αληθινή. Αυτή την αλήθεια κυνηγάμε. Το πιο έντονο σχόλιο που ακούσαμε, εν μέσω ουρλιαχτών, από μια θεατή η οποία είχε πάθει κρίση πανικού στο Βερολίνο, ήταν ότι δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να το κάνουμε αυτό στους ανθρώπους. 

Γιατί γράψατε πως αυτή η παράσταση δεν είναι θέατρο;

ΟΔΥΣΣΕΑΣ: Θα ξεκινήσω με το ότι θεωρώ πως ο Τριαρίδης είναι μια κατηγορία από μόνος του. Το in-yer-face θέατρο (στο οποίο πολλοί κατατάσσουν τον Τριαρίδη) ξεκίνησε τη δεκαετία του ’90 και χαρακτηρίστηκε έτσι από τη βιαιότητα και την ωμότητα των θεματικών του, χωρίς όμως να μιλά στον θεατή με αμεσότητα. Εδώ έχουμε όμως ένα έργο που στέκεται όντως απέναντι από τον θεατή και του ζητά τα ρέστα. Ή μαλλον καλύτερα τα απαιτεί κοιτώντας τον βαθιά στα μάτια, χωρίς όμως να χρησιμοποιεί σωματική βία. Θα μου πεις και τα φώτα και όλα αυτά τα τεχνάσματα, θέατρο δεν είναι; Είναι. Παίρνουμε από το θέατρο τα στοιχεία αυτά που μπορούν να μας βοηθήσουν, ώστε να υλοποιήσουμε αυτό το μη θέατρο που φανταζόμαστε. Στόχος μας είναι να μπορέσουμε να κάνουμε τον θεατή να αισθανθεί οικεία, πως ήρθε σε ένα μέρος που ξέρει καλά, που γνωρίζει τις λειτουργίες του και ακριβώς μέσα σε αυτή την τόσο οικεία συνθήκη να στήσουμε το «κατά-θέατρο» μας - όπως το έχει ορίσει πολύ έξυπνα ο Γιώργος Σαββινίδης μιλώντας για το έργο του Θανάση Τριαρίδη - και να τον μετατοπίσουμε. Γνωρίζουμε πως «οι θεατές δεν φοβούνται πια με τρικ και κολπάκια, θέλουν αλήθεια». Και δεν υπάρχει τίποτα πιο αληθινό από το άμεσο και ευθύ βλέμμα που απαιτεί μια απάντηση.

γσγσγσ

Το HIV ανεβαίνει για ακόμη μία φορά το Σάββατο 26/10 στο Συνεργείο στη Λεμεσό

Loader