Η Κύπρος είναι ο δεύτερος πιο ακριβός προορισμός σε όλη την Μεσόγειο
Ανοδική η τάση στον τουρισμό και φέτος, δηλώνει ο Πρόεδρος του ΚΟΤ
Ο Πρόεδρος του ΚΟΤ Άγγελος Λοΐζου εξέφρασε την εκτίμηση στη βάση των στοιχείων που έχει στη διάθεση του μέχρι στιγμής ο οργανισμός ότι η ανοδική τάση των τελευταίων χρόνων αναφορικά με τις τουριστικές αφίξεις θα συνεχιστεί και φέτος.
Ο κ. Λοΐζου, ο οποίος απαντούσε σε ερώτηση δημοσιογράφου στη Βουλή για την πορεία του τουρισμού φέτος ανέφερε ότι «παρακολουθούμε το θέμα καθημερινά». «Οι κρατήσεις, οι αεροπορικές θέσεις, τα συμβόλαια τα οποία υπάρχουν με τα ξενοδοχεία μας δίνουν να πιστεύουμε ότι θα συνεχίσει αυτή η ανοδική τάση και φέτος», είπε.
Παράλληλα, στο πλαίσιο τοποθετήσεων του ενώπιον της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής νωρίτερα, είχε αναφερθεί στα αποτελέσματα των προσπαθειών έτσι ώστε η Κύπρος να μην εξαρτάται μόνο από μια τουριστική αγορά.
Το 2001, χρόνος ο οποίος, σύμφωνα με τον ίδιο, υπήρξε ορόσημο για τον τουρισμό μας το 62% των τουριστών είχαν αφιχθεί στην Κύπρο από μία χώρα μόνο. Πέρσι το 61% των τουριστικών αφίξεων προερχόταν από τρεις μεγάλες χώρες, πρόσθεσε.
Έχει σημειωθεί ένας μέσος όρος αύξησης από μεγάλες της τάξης του 10% περίπου και οι υπόλοιπες αύξηση πέραν του 20%, είπε.
Για την αγορά της Γερμανίας η οποία είναι η μεγαλύτερη τουριστική δύναμη στον κόσμο, ο Πρόεδρος του ΚΟΤ ανέφερε ότι έχει αποδώσει εντυπωσιακά από γύρω στους 85.000 επισκέπτες το 2014 έχουν αυξηθεί στους 190.000 το 2017, προσθέτοντας ότι αερομεταφορείς από την Γερμανία επιλέγουν να ξεκινήσουν νέα δρομολόγια προς την Κύπρο.
Ωστόσο, ανέφερε ακόμη ότι η Κύπρος είναι ο δεύτερος πιο ακριβός προορισμός σε όλη την Μεσόγειο, μετά την Ιταλία, κυρίως λόγω του αεροπορικού κόστους. Συγκριτικά προς όλες τις χώρες.
Ενημέρωσε τους Βουλευτές ότι πραγματοποιήθηκε σύσκεψη πριν από μια εβδομάδα με Υπουργούς και αρμόδιους φορείς. Σίγουρα, είπε, τα αεροδρόμια μας είναι πιο ακριβά από ανταγωνιστές. Η προσγείωση ενός αεροπλάνου στη Κύπρο έχει περίπου και διπλάσιο κόστος αναφορικά με όλα τα έξοδα σε σχέση με την Κρήτη ή τη Ρόδο. Εξήγησε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πρόκειται κυρίως για παλιά αεροδρόμια το κόστος κατασκευής των οποίων έχει αποσβεστεί.
Απαντώντας σε ερώτηση γιατί η Κύπρος είναι ο δεύτερος ακριβότερος προορισμός στην Ευρώπη μετά την Ιταλία, ο κ. Λοΐζου διευκρίνισε ότι «λόγω απόστασης, η Κύπρος επειδή βρίσκεται στο μακρύτερο σημείο από τη δυτική Ευρώπη, το πακέτο αναγκαστικά γίνεται πιο ακριβό». Είναι, πρόσθεσε, «το αεροπορικό κόστος το οποίο ανεβάζει». Από την άλλη, σημείωσε, ναι μεν έχουμε ακριβότερο κόστος αλλά ευτυχώς μας ευλόγησε ο Θεός να έχουμε τον καλύτερο καιρό στην Ευρώπη». Έτσι το ένα αντισταθμίζει το άλλο, πρόσθεσε.
Αναφορά έκανε και στο γεγονός ότι μετά από προσπάθειες έχει αυξηθεί ο χειμερινός τουρισμός από 300.000 αφίξεις πριν από τέσσερα χρόνια σε περίπου 622.000 αφίξεις πέρσι.
Σε σχέση με τον χειμερινό τουρισμό, είπε ότι οι αθλητικές δραστηριότητες έχουν βοηθήσει αφάνταστα και αναφέρθηκε σε ποδοσφαιρικές ομάδες, ποδηλατικές ομάδες και άλλα αθλήματα για τα οποία μπορούν να έρθουν να προπονηθούν οι αθλητές στην Κύπρο.
Για τον θρησκευτικό τουρισμό, ο κ. Λοΐζου ανέφερε ότι «προχωρούμε πολύ καλά σε συνεργασία και με την Εκκλησία». Ωστόσο σημείωσε ότι υπάρχει δυσκολία να εφαρμοστεί το σχέδιο που έχει ετοιμαστεί αφού πρέπει να πειστεί η ίδια η Εκκλησία να θέσει σε λειτουργία ένα καλύτερο σύστημα για προσκυνήματα. Σύμφωνα με τον ίδιο έχει σημειωθεί τεράστια αύξηση τουριστικών αφίξεων από την Πολωνία κυρίως λόγω της θρησκείας.
Σε απάντηση για τον τουρισμό υπαίθρου είπε ότι «γίνονται αρκετά πράγματα, πιστεύω θα είναι η σημαία μας σε λίγα χρόνια ως Κύπρος». «Μπορούμε να αποδείξουμε την αυθεντικότητα μας και την φιλοξενία μας». Ειδικότερα σε ερώτηση για τη Λάρνακα, ανέφερε ότι «πετάει» συγκριτικά με τις άλλες επαρχίες
Σε ό,τι αφορά τα κίνητρα που δίδονται σε οργανωτές ταξιδιών, ζήτημα που εντόπισε και ο Γενικός Ελεγκτής, ο κ. Λοΐζου ενημέρωσε ότι έχουν σε συνεργασία με το Υπουργείο Εμπορίου καταρτιστεί νέα ομοιόμορφα ανάλογα με την χώρα σχέδια κινήτρων.
Τα σχέδια κινήτρων για τη ρωσική αγορά ήταν €3 εκατ. το χρόνο τα τελευταία τρία χρόνια και €4,5 εκατ. το χρόνο για το Ηνωμένο Βασίλειο.