Πόσο άπιστοι ήταν οι πρόγονοί μας;

Πόσο άπιστοι ήταν οι πρόγονοί μας;

DNA και γενεαλογία ρίχνουν φως στις εξωσυζυγικές σχέσεις 500 ετών

Πόσο άπιστοι ήταν οι πρόγονοί μας;

Στις μέρες μας ένα τεστ πατρότητας με τη βοήθεια του DNA αρκεί να διευκρινιστούν πιθανές απορίες για την πατρότητα ενός παιδιού. Παλαιότερα όμως τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά.

Ερευνητές λοιπόν αξιοποιώντας διαθέσιμο DNA σε συνδυασμό την εξέταση γενεαλογικών δεδομένων διερεύνησαν ζητήματα πατρότητας σε ανθρώπους που έζησαν στην Δυτική Ευρώπη τα τελευταία 500 χρόνια.

Τα ευρήματα που παρουσιάζονται στο Current Biology έκρυβαν μάλιστα μερικές εκπλήξεις, σύμφωνα με τους ερευνητές. Αν και ο αριθμός τέτοιων συμβάντων (extra pair paternity – EPP) ήταν αρκετά χαμηλός, η συχνότητά εμφάνισης αυτών παρουσιάζει σημαντική διακύμανση ανάλογα με τις περιστάσεις στη ζωή των πρωταγωνιστών.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης υπάρχουν αποδείξεις για την εμφάνιση φαινομένων EPP πολύ πιο συχνά σε άτομα με χαμηλότερη κοινωνικοοικονομική κατάσταση που ζούσαν σε πυκνοκατοικημένες πόλεις τον 19ο αιώνα.

«Φυσικά το συγκεκριμένο φαινόμενο, ειδικά λόγω μοιχείας, είναι ένα δημοφιλές θέμα σε κουτσομπολιά, αστεία, τηλεοπτικές σειρές και λογοτεχνία. Αλλά η επιστημονική γνώση για το φαινόμενο αυτό είναι ακόμα πολύ περιορισμένη, ειδικά όσον αφορά το παρελθόν» σχολιάζει ο Βέλγος γενετιστής, Μαρτέν Λαρμουσώ από το KU Leuven and Histories.

«Η έρευνά μας έδειξε ότι η πιθανότητα να υπάρχουν περιπτώσεις ΕPP στο γενεαλογικό δέντρο κάποιου εξαρτάται από την κοινωνική κατάσταση των προγόνων του. Εάν ζούσαν σε πόλεις και ανήκαν στις χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές τάξεις, οι πιθανότητες είναι πιο υψηλές απ′ ό,τι εάν οι πρόγονοί του ήταν αγρότες».

Από πλευράς εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, το να παραμένει κανείς πιστός στον σύντροφό του δεν είναι πάντα η πιο συμφέρουσα τακτική. Τα αρσενικά μπορεί να ωφεληθούν από την απόκτηση παιδιών πέραν αυτών με τις συντρόφους τους και τα θηλυκά μπορεί να ωφεληθούν από το ζευγάρωμα με ανώτερα αρσενικά.

Πόσο συχνά όμως συνέβαινε κάτι τέτοιο με την πάροδο των ετών στις πιο «ανεπτυγμένες» κοινωνίες;

Στην έρευνα του Λαρμουσώ, όπως αναφέρει το Archaeology News Network αναδεικνύεται η σημασία του κοινωνικού πλαισίου στην εμφάνιση φαινόμενων ΕΡΡ.

Η μελέτη κάλυψε μια περίοδο αρκετών αιώνων κατά την οποία σημειώθηκαν δραματικές αλλαγές στο κοινωνικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας αστικοποίησης που συνοδεύει τη Βιομηχανική Επανάσταση στη Δυτική Ευρώπη του 19ου αιώνα.

Για να εκτιμήσουν τα ποσοστά εμφάνισης ΕΡΡ στις περιπτώσεις παντρεμένων ζευγαριών (δηλαδή στην απόκτηση παιδιού όχι από τον σύζυγο αλλά με σύντροφο εκτός γάμου) εντόπισαν 513 ζευγάρια σύγχρονων ενηλίκων ανδρών που ζούσαν στο Βέλγιο και τις Κάτω Χώρες και οι οποίοι, με βάση τα γενεαλογικά αποδεικτικά στοιχεία, έχουν έναν κοινό πρόγονο (πατέρα) και επομένως το ίδιο χρωμόσωμα Υ.

Αξίζει να σημειωθεί πως από τα διαθέσιμα στοιχεία δεν προκύπτει σημαντική διαφορά στα ποσοστά EPP μεταξύ των χωρών, παρά τις βασικές θρησκευτικές διαφορές που παρουσιάζουν. Διέφεραν όμως στην εμφάνισή τους ανάλογα με την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση και την πυκνότητα του πληθυσμού.

Το ποσοστό φαινομένων ΕΡΡ ήταν πολύ χαμηλότερο μεταξύ των αγροτών και των πιο ευύπορων εύχρηστων τεχνιτών και εμπόρων (περίπου 1%) από ό,τι μεταξύ των εργατών και των υφαντών χαμηλότερης κατηγορίας (περίπου 4%).

Τα ποσοστά EPP αυξάνονται επίσης ανάλογα με την πυκνότητα του πληθυσμού.

Βάσει αυτών των ευρημάτων οι επιστήμονες κατέληξαν πως τα εκτιμώμενα ποσοστά εμφάνισης ΕΡΡ σε οικογένειες κυμαίνεται από 0,5% μεταξύ των μεσαίων και ανώτερων τάξεων και των αγροτών που ζούσαν σε πιο αραιοκατοικημένες πόλεις έως 6% για τις χαμηλότερες τάξεις που ζούσαν σε πόλεις υψηλής πληθυσμιακής πυκνότητας.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως τα ευρήματά τους υποστηρίζουν τις εξελικτικές θεωρίες πως τα ατομικά κίνητρα στην αναζήτηση ή στην απόρριψη του ζευγαρώματος με άτομο πέραν του σταθερού συντρόφου, εξαρτάται από το κοινωνικό πλαίσιο.

Παράλληλα όμως οι ερευνητές αναφέρουν πως ανατρέπουν την άποψη πως τα φαινόμενα EPP στις κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης ήταν γενικά υψηλά και τονίζουν πως τα διαθέσιμα στοιχεία διαμορφώνουν το ποσοστό στο 1%.

Ο Λαρμουσώ αναφέρει πως μια διεπιστημονική προσέγγιση θα ήταν κρίσιμη για να κατανοήσουμε γιατί ορισμένες παράγοντες όπως η πληθυσμιακή πυκνότητα και το κοινωνικοοικονομικό στάτους επηρεάζουν τόσο τα ποσοστά φαινομένων EPP.

«Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό επειδή οι αιτίες της ιστορικής εμφάνισης ΕΡΡ είναι κρυμμένες και ποικίλες», όπως είπε.

Loader