Μελίνα Μερκούρη: «τις συµπτώσεις στη ζωή τις φτιάχνεις».

Μελίνα Μερκούρη: «τις συµπτώσεις στη ζωή τις φτιάχνεις».

Σαν σήμερα, στις 6 Μαρτίου του 1994 πεθαίνει η Μελίνα Μερκούρη, η Πασιονάρια της σύγχρονης Ελλάδας.

Μελίνα Μερκούρη: «τις συµπτώσεις στη ζωή τις φτιάχνεις».

Σαν σήμερα, στις 6 Μαρτίου του 1994 πεθαίνει η Μελίνα Μερκούρη, η Πασιονάρια της σύγχρονης Ελλάδας και μια από τις πιο ξεχωριστές φιγούρες-σύμβολο της. Κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές πρωθυπουργού, συνοδευόμενη από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που την λάτρεψαν.

«Την έχω πει αυτή την ιστορία, αλλά είναι πάρα πολύ ωραία και νοµίζω ότι, όπως πουλιέται η κόκα κόλα πρέπει να πουλιέται και µια καλή ιστορία και να λέγεται δύο φορές. Εγώ αισθάνθηκα ότι έπρεπε να γίνω ηθοποιός διότι είχα πολιτικούς στο σπίτι και τους έβλεπα στο µπαλκόνι να µιλάνε και να πείθουν τον κόσµο. Ε, λοιπόν, ήταν µια παράσταση. Και εγώ ήθελα να κάνω ορισµένα πράγµατα και να τα καταφέρω για τον εαυτό µου.

Μια µέρα, ήµουν πέντε χρονών και ήθελα ένα φωνόγραφο, αλλά ήξερα πως δεν υπήρχαν λεφτά γιατί θα µου έπαιρναν παπούτσια τα Χριστούγεννα. Όµως ήθελα φωνογράφο και αναρωτιόµουν πώς µπορώ να τον αποκτήσω, και σκέφτηκα µε την πειθώ, µε τα λόγια, όπως κάνει ο παππούς µου από το µπαλκόνι, όπως κάνει ο µπαµπάς µου, όπως κάνει ο θείος µου. Λοιπόν πήγα στον καθρέφτη και άρχισα να λέω «θα ήθελα πάρα πολύ ένα φωνογράφο και, αν δεν µου τον δώσεις, θα είναι πάρα πολύ µεγάλη δυστυχία για µένα» και άρχισα να αυτοσυγκινούµαι. Στο τέλος συγκινήθηκα πάρα πολύ και γέµισαν τα µάτια µου δάκρυα. Είχα πάρα πολύ ωραία δάκρυα, πιο ωραία από µάτια, ήταν σαν µπριγιάντια. Λοιπόν µπροστά στον καθρέφτη λέω «τώρα πρέπει να κλάψω, αλλά δεν πρέπει να κλάψω πάρα πολύ» και άρχισε να τρέχει ένα δάκρυ και το κράτησα εκεί και το επανέλαβα. Ήµουν ηθοποιός (το γραµµόφωνο το πήρα)».

«Πήγα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Ήταν ο Βεάκης εκεί, ήταν όλοι οι μεγάλοι και είπα το ποίημα μου. « Άρη μαζί με σένα, έφυγαν όλοι τους». Αυτό είναι το ποίημα. Mου σταμάτησαν το ποίημα κι ο Βεάκης με φώναξε κοντά του και μου είπε: ¨Πώς σε λένε;” Είπα, τέλος πάντων, πως με λένε, μπήκα στη σχολή και ήταν η ζωή μου. Έρχεται η μάνα μου, μαθαίνουνε ότι πήγα στη σχολή κι αρχίζει ένας φοβερός καυγάς. Kαι έτσι, για να σου τα κάνω στα γρήγορα, παντρεύομαι τον Χαροκόπο. Και παντρεύομαι 17 χρονών. Και ο Χαροκόπος είναι ένας περίεργος άνθρωπος, εκκεντρικός, για την εποχή του, ήταν παντρεμένος, χώρισε για μένα, άλλο πράγμα, σοκ, 17 χρονών. Και μου λέει: “Είσαι η Μελίνα Μερκούρη;.Θα πας στο Θέατρο, θα γίνεις μεγάλη ηθοποιός”. Tώρα, μιλάμε για Kατοχή. Και με βοηθάει φοβερά, να έχω την ανεξαρτησία μου. Μου έδωσε πάρα πολλά πράγματα ο Χαροκόπος. Μου έδωσε την οντότητα, ότι είμαι ένα πρόσωπο που υπάρχει, που δεν είναι γυναίκα. Ήταν η πρώτη αίσθηση ισότητας«.

«H Γκρέτα Γκάρμπο είναι το πλάσμα για το οποίο έγινα θεατρίνα. Ήταν η γυναίκα-θρύλος για μένα, η γυναίκα-ήθος. Όταν τη γνώρισα ήταν το τελευταίο μου καλοκαίρι στην Ελλάδα. Ήταν το μεγαλύτερο δώρο που πήρα μαζί μου, η γνωριμία της, φεύγοντας. Τη γνώρισα στις Σπέτσες. Και η Γκάρμπο, τολμώ να πω, ότι σχεδόν με αγάπησε. Η Γκάρµπο έλεγε «δώσε µου το πιρούνι» και εσύ νόµιζες ότι σου έλεγε το θεϊκότερο πράγµα, κάτι σαν Ρίλκε. ∆εν έλεγε έξυπνα πράγµατα, αλλά ήταν µια θεά. Δεν με απογοήτευσε καθόλου και έμεινε όλη αυτή η μαγεία που είχα. Μπορώ να σου πω και άλλη μια γυναίκα. H Πασιονάρια. Tη γνώρισα όταν ελευθερωθήκανε οι Ισπανοί. Πήγα στο σπίτι της με τον Καρίγιο και δεν αισθάνθηκα καμία ντροπή να πέσω στα πόδια της να τα αγκαλιάσω. Αυτή τη γυναίκα, η οποία ήταν τότε στα ογδόντα της, ξέρω εγώ, με αυτά τα χέρια σαν φτερά ξέρεις, τεράστια χέρια. Την αγκάλιασα και έκλαιγα σαν μωρό παιδί. Διότι εάν είχα κάτι σαν πρότυπο, ήταν η Πασιονάρια. Αυτές οι δύο γυναίκες, η Γκάρμπο για το σινεμά και η Πασιονάρια για την αντίσταση».

melina-merkouri-binteo-tou-agona-tis-gia-ta-glupta-tou-parthenona

«Τις συµπτώσεις στη ζωή τις φτιάχνεις κιόλας. Εγώ είµαι ένας άνθρωπος που ανέκαθεν προγραµµάτιζα τη ζωή µου. ∆εν µου φαίνεται ποτέ. Είµαι προγραµµατισµένος άνθρωπος και µέσα στην τρέλα. Ήξερα πάρα πολύ καλά τι να κάνω και προγραµµάτιζα για πέντε χρόνια. Κάποιος άνθρωπος που µε αγαπούσε πολύ και που βασάνισα πολύ, έλεγε «Η Μελίνα είναι αυθόρµητη, αλλά προγραµµατίζει. Σου λέει ένα ψέµα για να βγει αλήθεια µετά από πέντε χρόνια» «.

«Όταν μιλάω για τολμηρά πράγματα, εγώ δεν είμαι περήφανη για το τι έκανα μέσα στη Kατοχή. Αυτό είναι μια άλλη κουβέντα, που κάποτε θα εξηγηθεί. Θέλω να σου πω, ότι στην Kατοχή, αυτά τα παιδιά που είμασταν εμείς, ήταν σκληρά και ευαίσθητα μαζί. Και αυτό έχει γίνει συνείδηση ζωής, για ό,τι συνέβη και παραπέρα. H Ελλάδα που γνωρίσαμε εμείς, είναι τρομακτική, είναι κατοχές, είναι τρεις κατοχές. Έβλεπες τους ανθρώπους μέσα στα κάρα, τα πτώματα των ανθρώπων και περνούσες. Σου λέω, ότι ήμουνα τολμηρή, ήμουνα ιδιωτικά τολμηρή. Δεν ήμουνα για την Ελλάδα, δεν έκανα αντίσταση και ίσως είναι η μόνη τύψη που έχω στη ζωή μου. Αυτή, και ότι χάλασα την καριέρα του Ντασέν. Ότι κάναμε καλό, ότι κάναμε κακό, προέρχεται από αυτές τις πρώτες, έντονες, φρικιαστικές ιστορίες που είναι ο πόλεμος«.

«Στην Ελλάδα, είχε έρθει το CBS για να μιλήσω για την πρεμιέρα που θα γινότανε στην Νέα Υόρκη. Τότε μίλησα για τη Χούντα. Από εκείνη την στιγμή, έγινε μια χιονοστιβάδα τρομακτική, πέφτανε πάνω μου όλα τα μέσα ενημέρωσης. Ο μπαμπάς, στο μεταξύ, είχε πεθάνει και ένα βράδυ στις τέσσερις το πρωί, με την διαφορά της ώρας, με πήραν από την «Daily Mirror» και μου είπαν: “Σας πήραν την ιθαγένεια”. Ήμουνα η πρώτη που της πήρανε την ιθαγένεια. Και εγώ, μέσα στον ύπνο μου, και μην γνωρίζοντας θαύμα τα αγγλικά είπα, εγώ γεννήθηκα Ελληνίδα, αυτός γεννήθηκε φασίστας, αυτός θα πεθάνει φασίστας κι εγώ θα πεθάνω Ελληνίδα. Και έτσι έγινε το σλόγκαν».

«Δοκιμάστηκε ο εαυτός μου. Έμαθα να είμαι αληθινά γενναία, διότι υπήρξανε άνθρωποι που ήθελαν να με σκοτώσουν. Είχα τα πιο τρομακτικά γράμματα που μπορείς να διανοηθείς, τα πιο έκφυλα και τα πιο σιχαμένα. Αισθάνθηκα, όχι λιγότερο Ελληνίδα, ποτέ, αλλά έμαθα να αγαπώ όλους τους άλλους εξόριστους. Συνδέθηκα με τους Ισπανούς, συνδέθηκα με όλους τους κατατρεγμένους στον κόσμο, αγάπησα πάρα πολύ τις γυναίκες. Έκανα διασυνδέσεις τεράστιες, με όλα τα πολιτικά πρόσωπα. Έμαθα τι θα πει εξορία. Έμαθα τι θα πει να σου λείπει η πατρίδα σου. Θυμάμαι καλά, ότι είχα ένα βάζο με νερό της θάλασσας και με ένα χαλίκι. Έμαθα να είμαι αξιοπρεπής. Έμαθα να μην παύω ούτε στιγμή να μισώ τη χούντα και έμαθα να είμαι σύντροφος».

«Πολλοί καλλιτέχνες ασχολούνται με την πολιτική και ασχολήθηκαν με την πολιτική. Πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες, οι πνευματικοί άνθρωποι, πρέπει να κάνουνε πολιτική. Βλέπεις τώρα ο Χάβελ στην Tσεχία, βλέπεις ότι η Γκλέντα Τζάκσον ασχολείται με την πολιτική, η Βανέσα Ρεντγκρέηβ, η Τζέην Φόντα. Γιατί ένας δικηγόρος ξέρει καλύτερα να κάνει πολιτική από ό,τι ξέρω εγώ ή ξέρει η Γκλέντα Τζάκσον ή ο Χάβελ που είναι συγγραφέας; Γιατί ξέρουνε καλύτερα; Κι όταν, ας πούμε, βγήκα στην πολιτική και έγινα επαγγελματίας πολιτικός, τόσο πολύ σοκαρίστηκαν και ακόμη δεν με θεωρούνε πολιτικό. Πιστεύω ότι η πνευματικότητα και η τέχνη βοηθάνε στην πολιτική πάρα πολύ».

«Δεν αναπολώ ποτέ το παρελθόν. Κοιτάζω το μέλλον. Το κουβαλάω, είμαι πλούσια, έχω βαλίτσες, έχω πληγές, έχω δάκρυα, έχω χαρές, αλλά δεν στέκομαι στο παρελθόν. Εγώ κοιτάζω τι θα γίνουμε αύριο. Και λέω, τι θα γίνουμε αύριο;»

Loader