Οι TOP 4 αχρείαστες κυπριακές απορίες των ημερών
Της Μάρθας Βάρτση
Κύπριοι είμαστε, τις ίδιες και απαράλλακτες κουβέντες κόβουμε κάθε, μα κάθε, μα κάθε χρόνια. Έλα, πάμε απ’ την αρχή και φέτος. Θα τα καταφέρουμε.
[Αν νιώθετε έντονα πως σας λείπουν συγκεκριμένα κυπριακά ερωτήματα, στείλτε μάς τα να σας βοηθήσουμε].
“Mα αρρώστησες; Πίνεις τίποτε;” Τα μάτια μου είναι κατακόκκινα, σου μιλάω και ξερνάω μικρόβια, νομίζω θα λιποθυμήσω μπροστά σου σαν την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο Ξύλο που βγήκε απ’ τον Παράδεισο όταν έτρωγε αβέρτα σφαλιάρες. Ναι, είμαι άρρωστη. Όχι δεν πήρα Παναντόλ αν αυτή είναι η ερώτηση. Και μην ξαναρωτήσεις κάποιον που -προφανώς και εμφανέστατα- είναι άρρωστος αν είναι… άρρωστος. Η ερώτηση είναι αντίστοιχη του “Έκοψες τα μαλλιά σου;” όταν απευθύνεσαι σε γκόμενα πρώην Ραπουνζέλ και τώρα Annie Lenox.
“Μα που βρίσκουν ούλλοι τούτα τα αφτούθκια του Ρούντολφ και τα βάλουν στο αυτοκίνητο;” Όταν σου απευθύνει κάποιος την ερώτηση αυτή, μάλλον σημαίνει πως τα θέλει τα αφτάκια του αλλά ντρέπεται να το δηλώσει. Το ότι απευθύνει σε σένα την ερώτηση για το πιο άσχημο αξεσουάρ αυτοκινήτου [μετά από εκείνο το λιλά φωτάκι που λαμπιρίζει από κάτω] είναι ένα άλλο, μεγάλο ερώτημα. Εσύ οφείλεις να απαντήσεις πως “Παντού πρέπει να πουλάνε” και να συμπληρώσεις, οπωσδήποτε, πως αυτή η μάστιγα πρέπει να τελειώσει asap. Να θυμάσαι καλέ μας αναγνώστη, αν σώσεις έναν άνθρωπο [απ’ τα αφτιά του Ρούντολφ στο αυτοκίνητο] είσαι ένα βήμα πιο κοντά για να σώσεις τον κόσμο γενικότερα.
“Ούφου, που να πηαίνουμε τωρά μες τες βροχές;” Ρωτάς την κολλητή σου τι κάνει απόψε, να βγείτε να πιείτε κανένα ποτηράκι. Με το κασκόλ σας. Το σακάκι σας. Την ομπρέλα σας. Τα γάντια σας άμα λάχει. Έξω κάνει 16 βαθμούς, χαρά Θεού για τον μήνα που διανύουμε. Σου πετάει ερώτηση στην ερώτηση: "Ούφου, που να πηαίνουμε τωρά μες τες βροχές;". Αγαπητή Κύπρια, η ζωή δεν τελειώνει τις τέσσερις μέρες τον χρόνο που βρέχει στην Κύπρο. Είναι οκ. Συμβαίνει και στους καλύτερους ουρανούς. Ηρεμήστε. Δεν θα βουλιάξουμε.
“Τι θα κάμουμε την Παραμονή;” Really? Πόσο 1997 είναι αυτή η ερώτηση; Τι πρέπει να κάνουμε δηλαδή ξεχωριστό την Πρωτοχρονιά απ’ όλα όσα κάνουμε τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου εκτός απ’ το καθιερωμένο τραπέζι, δυο ποτήρια παραπάνω, έναν θείο να ροχαλίζει στον καναπέ για να τον ξυπνήσει η θεία να φύγουν και να πάμε κι εμείς με το καλό για ύπνο. Οι εποχές που λειτουργούσαν τα Σφηνάκια στην Λευκωσία και άνοιγαν στις 2:00 το πρωί με χρέωση 150 λίρες την Absolut, έχουμε την εντύπωση ότι έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Όχι; Oκ, τότε, κάνε εσύ την κράτησή σου για clubbing επειδή είναι πρωτοχρονιά και θα σε δούμε -αγουροξυπνημένοι εμείς- στο brunch της επομένης. Το μάσκαρα μην ξεχάσεις να καθαρίσεις απ’ την μούρη σου γιατί -πάθαμε και μάθαμε- την επομένη της περιβόητης παραμονής, αγγίζει πηγούνι.