Παίζοντας με τις πιθανότητες στο Στρασβούργο

Παίζοντας με τις πιθανότητες στο Στρασβούργο

Παίζοντας με τις πιθανότητες στο Στρασβούργο
Όταν βρεθείς κοντά σε μια τραγωδία, έστω και ξώφαλτσα, σκέφτεσαι όλες εκείνες τις τετριμμένες αποφάσεις που ορίζουν τη ζωή σου

Είναι αυτές οι ασήμαντες, τετριμμένες αποφάσεις που μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή ή τουλάχιστον να σε κάνουν να ξανασκεφτείς, να το φιλοσοφήσεις, να αναθεωρήσεις. Αν θα στρίψεις αριστερά αντί να πας ευθεία, αν προλαβαίνεις να πιεις έναν καφέ πριν ετοιμαστείς, αν αργήσεις πέντε ή δέκα λεπτά. Εκείνη τη στιγμή δεν έχουν και τόσο σημασία, σιγά τώρα, υπό το πρίσμα όμως ενός συνταρακτικού, απρόσμενου γεγονότος αποκτούν μια σχεδόν μυστικιστική υπόσταση.

Τη βραδιά της 11ης Δεκεμβρίου οι δημοσιογράφοι που αποτελούσαμε την κυπριακή αποστολή στο Στρασβούργο με αφορμή την ομιλία του Προέδρου Αναστασιάδη στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, είχαμε ραντεβού στις 8.30 μμ σε ένα εστιατόριο στο ιστορικό κέντρο της πόλης, γνωστό ως Grande Ile (Μεγάλο νησί) αφού περικλείεται από τη μια πλευρά από τον ποταμό Ill και έναν τεχνητό παραπόταμό μου από την άλλη. Με δεδομένο ότι από άποψη δουλειάς ήταν μια χαλαρή μέρα (η Ολομέλεια ήταν την επομένη) όλοι μας ήμασταν διάσπαρτοι σε διάφορα σημεία της πόλης, κυρίως όμως στο κέντρο και στα πέριξ της πολυσύχναστης πλατείας Kleber στη Pettite France (Μικρή Γαλλία) όπου βρίσκεται και η περίφημη Χριστουγεννιάτικη αγορά, μια υπέροχα γραφική περιοχή με κανάλια, γέφυρες και τα εκείνα τα σπίτια με τους συμμετρικά τοποθετημένους δοκούς στην πρόσοψη, χαρακτηριστικό δείγμα μεσαιωνικής γερμανικής αρχιτεκτονικής που σίγουρα θα προσέξατε σ’ εκείνο το τσίγκινο κουτί μπισκότων που δεν είχε ποτέ μπισκότα μέσα καθώς η μάνα σας φύλαγε εκεί κλωστές, βελόνες και δαχτυλήθρες. Και επειδή προφανώς κρίθηκε ότι το τοπίο δεν ήταν αρκετά παραμυθένιο από μόνο του, κάθε μικρή πλατεία είναι κι ένα μικρό χωριό από ξύλινα σπιτάκια κόσκια που πουλάνε στολίδια, διακοσμητικά, ντόπια εργόχειρα και γαλλο-γερμανικές λιχουδιές όπου κυριαρχούν το sauerkraut και τo bratwurst (με την Αλσατία να πηγαινοέρχεται ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία τους τελευταίους αιώνες, λογικό αυτή η δίγλωσση περιοχή να έχει αμφότερες επιρροές).

H πλατεία Kleber στο ιστορικό κέντρο του Στρασβούργου με το περίφημο χριστουγεννιάτικο δέντρο πριν την επίθεση και την επομένη όπου έστεκε σκοτεινό και μάλλον καταθλιπτικό Από το σημείο της επίθεσης περάσαμε πολλές φορές, την τελευταία περίπου μιάμιση ώρα πριν το αιματοκύλισμα. Κι αυτό γιατί είχαμε αποφασίσει πως μετά το Κοινοβούλιο θα πηγαίναμε κατευθείαν στο κέντρο για βόλα στην αγορά και ψώνια και μετά στο ξενοδοχείο για μπάνιο και να ετοιμαστούμε για το δείπνο. Εγώ επέμενα να πάμε πρώτα στο ξενοδοχείο ώστε να ετοιμαστούμε και να έχουμε όλο τον χρόνο μπροστά μας για τη βόλτα μας, κι εφόσον το εστιατόριο ήταν εκεί κοντά θα πηγαίναμε κατευθείαν. Που σημαίνει ότι τη στιγμή της επίθεσης (κοντά στις 8 μμ τοπική ώρα) θα ήμασταν αποκλεισμένοι στο Grande Ile με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά. *Ευτυχώς που δεν εισακούστηκε η πρότασή μου.*

Τη μοιραία ώρα βρισκόμασταν στο μικρό λόμπι του ξενοδοχείου που βρίσκεται λίγα μέτρα από ένα από τα σημεία εισόδου στο κέντρο και ούτε 300 μέτρα από την περιοχή του μακελειού. Η αλήθεια είναι πως είχαμε αργήσει λίγο να συγκεντρωθούμε, το ραντεβού ήταν για τις 8.30 μμ αλλά ήταν κοντά με τα πόδια οπότε δεν βιαζόμασταν. Ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε όταν μπαίνουν μέσα τρεις κοπέλες, κατατρομαγμένες και κλαίγοντας φώναζαν ότι “έπεσαν πυροβολισμοί κοντά στον Καθεδρικό, ίσως υπάρχουν νεκροί, ο κόσμος φεύγει πανικόβλητος”. Μόλις πήραν μια ανάσα από το τρέξιμο και τα αναφιλητά έβγαλαν τα κινητά για να μιλήσουν με τους δικούς τους. Τρέξαμε αμέσως προς τη γέφυρα που οδηγεί στο κέντρο όμως είχε ήδη αποκλειστεί από αστυνομικούς και ιδιωτικούς φρουρούς (που σημειώστε υποτίθεται ότι πραγματοποιούσαν ελέγχους στις τσάντες όσων εισέρχονταν στο Νησί από τη μέρα που άρχισε η λειτουργία της Χριστουγεννιάτικης αγοράς το Νοέμβριο) και δεν περνούσε ούτε κουνούπι. Μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι μας μέσα στο Νησί, ερημιά και σιωπή, δεν κουνιόταν φύλλο, εκεί που μέχρι πριν από δύο ώρες γίνονταν το αδιαχώρητο από χιλιάδες ντόπιους και ξένους επισκέπτες (το Στρασβούργο δέχεται περίπου 2 εκατ. τουρίστες την περίοδο των Χριστουγέννων).

Εκείνη τη στιγμή άρχισαν και τα μηνύματα από τους Κύπριους ευρωβουλευτές, τα στελέχη της κυπριακής αντιπροσωπείας στην ΕΕ και άλλους αξιωματούχους: “Έπεσαν πυροβολισμοί στο κέντρο. Είστε καλά; Στείλτε μήνυμα ο καθένας με το όνομά του. Γυρίστε στο ξενοδοχείο και μείνετε εκεί. Μακριά από παράθυρα και πόρτες”. Κάποιοι συνάδελφοι, τηλεοπτικοί κυρίως, εγκλωβίστηκαν στο Ευρωκοινοβούλιο, ενώ ένας -ο Σάκης από τη Λεμεσό- ήταν στο κέντρο την ώρα του συμβάντος, αποκλεισμένος σε ένα μπαράκι απ’ όπου μετέδιδε live. Όλοι τους μπόρεσαν να επιστρέψουν στο ξενοδοχείο τις μικρές ώρες της νύχτας, τότε που καταφέραμε να κοιμηθούμε και οι υπόλοιποι. Δύσκολη νύχτα. Από αυτές που δεν θα ξεχάσεις ποτέ, άσχετα αν τα γεγονότα σε πήραν ξώφαλτσα. Δεν μπορώ να φανταστώ καν τυχόν αμεσότερη εμπλοκή.

Την επομένη καθώς βολτάραμε στην έρημη πλατεία Kleber, ανάμεσα στα τηλεοπτικά συνεργεία, τους πάνοπλους αστυνομικούς, το σβηστό, καταθλιπτικό δέντρο που μέχρι το προηγούμενο βράδυ έλαμπε σαν φάρος, τους λιγοστούς διαβάτες -κυρίως τουρίστες- και τα κατεβασμένα ρολά, αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε τη δύναμη των τετριμμένων αποφάσεων και των τυχαίων γεγονότων: ο ένας που κοιμήθηκε λίγο παραπάνω, η συνάδελφος που καθυστέρησε στο Ευρωκοινοβούλιο, εκείνος που προτίμησε αντί για βόλτα στην πλατεία Kleber (όπου είχαμε ραντεβού) να παραμείνει μέχρι την καθορισμένη ώρα στη ζεστασιά του λόμπι, εγώ που πάλι άργησα να ετοιμαστώ και άκουσα φωνές, καθένας με μία συνηθισμένη απόφαση, ένα ασήμαντο δίλημμα ή κάτι εντελώς τυχαίο που τον κράτησε μακριά από τον τόπο της τραγωδίας την ώρα που κανονικά έπρεπε να είναι εκεί, παίζοντας με τις πιθανότητες και διαμορφώνοντας τη μοίρα μας χωρίς φυσικά να το γνωρίζουμε.

Και καθώς ανάβαμε ένα ρεσό στο σημείο όπου έπεσε νεκρό ακόμα ένα θύμα της παράλογης βίας μία σκέψη πέρασε απ’το μυαλό και παρέμεινε εκεί γιατί κανείς δεν τολμούσε να την εκφράσει φωναχτά: Ως πότε θα βασιζόμαστε στις πιθανότητες;

Loader