Φορολόγηση των ωφελημάτων και παροχών σε είδος
Η φορολόγηση των ωφελημάτων και των παροχών σε είδος στην Κύπρο νοσεί λόγω της έλλειψης νομοθετικού πλαισίου και κανονισμών
Με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία, πέραν της αναφοράς στο Άρθρο 5(1)β των Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 2002 εως (Αρ.3) του 2015 ότι στο φορολογητέο εισόδημα περιλαμβάνονται «οποιαδήποτε κέρδη ή άλλα οφέλη από οποιοδήποτε αξίωμα ή μισθωτές υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της κατ’ εκτίμηση ετησίας αξίας καταλύματος, στέγης και διατροφής ή οικίας, καθώς και κάθε άλλο επίδομα χρηματικής ή άλλης μορφής που χορηγείται αναφορικά με παρεχόμενες μισθωτές υπηρεσίες στο άτομο το οποίο παρέχει τις μισθωτές υπηρεσίες ή σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας του», δεν υπάρχει καμία οδηγία ερμηνευτική ή άλλη Εγκύκλιος, ούτε και προηγούμενη πρακτική από το Τμήμα Φορολογίας η οποία να επεξηγεί τι ακριβώς περιλαμβάνεται στο επίδομα «άλλης μορφής», όπως αναφέρεται στο επίμαχο άρθρο.
Για τη ορθή και δίκαιη φορολόγηση του ωφελήματος και των παροχών σε είδος, οι γενικές αρχές του κοινού δικαίου, όπως αυτές απορρέουν από την νομολογία, αναφέρονται στον καθορισμό της αξίας του οφέλους προς τον εργοδοτούμενο, για να είναι το όφελος αυτό φορολογητέο. Συνεπώς το όφελος αυτό πρέπει πρώτα να μπορεί να είναι μετατρέψιμο σε χρηματική μορφή, όπως είναι και η βασική αρχή σε δικαστικές αποφάσεις. Παρόλο που το Άρθρο 5(1) (β) αναφέρεται σε «κάθε άλλο επίδομα χρηματικής ή άλλης μορφής», θεωρείται ότι ο φόρος εισοδήματος επιβάλλεται πάνω σε «εισόδημα». Ως αποτέλεσμα, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα για τη μετατροπή του σε «εισόδημα», για να αποτελεί ουσιαστικά «όφελος» για τον εργοδοτούμενο.
Οι παροχές σε είδος θα πρέπει να καλύπτουν και να εφαρμόζονται σε όλους τους υπαλλήλους, διευθυντές αλλά και σε κρατικούς αξιωματούχους. Δεν θα πρέπει να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ υπαλλήλων και διευθυντών ιδιωτικών εταιρειών, και προσωπικού που εργάζεται στην Δημόσια Υπηρεσία. Ως εκ τούτου στον ορισμό ποιοι θεωρούνται υπάλληλοι, θα πρέπει να είναι τα πρόσωπα τα οποία εκτελούν υπηρεσίες σύμφωνα με συμβόλαιο εργοδότησης και υπάρχει σχέση εργοδότη και εργοδοτούμενου. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και να φορολογηθούν τα ωφελήματα και στην κατηγορία των αυτοεργοδοτουμένων.
Τα ωφελήματα ή οι παροχές σε είδος θα πρέπει να καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα χρηματικών ή άλλων ειδών αποζημιώσεων που δίνονται.
Οι παροχές σε είδος διακρίνονται σε παροχές σε σχέση με αυτοκίνητα, παροχές για χρήση περιουσιακού στοιχείου και διαμονή και οποιεσδήποτε άλλες παροχές σε είδος. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει την αξία του αυτοκινήτου με μια σωστή αναλογία με την οποία επιμερίζεται η χρήση για ιδιωτική και εμπορική χρήση, η αξία των επισκευών και συντήρησης, η αξία των καυσίμων καθώς και η ασφάλεια του αυτοκινήτου. Στη δεύτερη κατηγορία θα συμπεριλαμβάνεται ένα ποσοστό για ιδιωτική και εμπορική χρήση, αν το ακίνητο ανήκει στην εταιρεία και χρησιμοποιείται από τους υπαλλήλους ή διευθυντές της εταιρείας. Είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά έξοδα στον υπολογισμό του, όπως ποσά που πληρώνονται για ενοικίαση υποστατικών και αφορά υπαλλήλους ή και διευθυντές, ή άλλα σχετικά έξοδα όπως δημοτικοί φόροι, νερό, ηλεκτρισμός κ.α. Στην τρίτη κατηγορία θα περιλαμβάνονται ιδιωτικά έξοδα, ταξίδια εξωτερικού, δώρα σε υπαλλήλους ή άλλες επιχορηγήσεις που γίνονται από την εταιρεία προς τους υπαλλήλους και οι οποίες χρησιμοποιούνται για ιδιωτική χρήση από τον υπάλληλο ή το διευθυντή.
Νοείται πως από την στιγμή που οι παροχές σε είδος θα φορολογούνται με τον ίδιο τρόπο που φορολογούνται και οι μισθοί, θα μπορεί μια εταιρεία να αφαιρεί το κόστος αυτών των παροχών από τα κέρδη της.
Παράλληλα, υπενθυμίζω πως η ορθή διαμόρφωση νομικού πλαισίου είναι καίριας σημασίας για την φορολόγηση των παροχών σε είδος. Διαφορετικά, το αποτέλεσμα θα είναι η απώλεια σημαντικών εσόδων για την κυβέρνηση, ιδιαίτερα εν καιρώ κρίσης.
Γιώργος Φυσέντζου, Principal, KPMG Limited, τηλ. 22209000, ηλεκ. διευθ. [email protected]