Ελληνική Οικονομία: Αρχή της εξόδου από την κρίση ή συνέχεια στην ύφεση;

Ελληνική Οικονομία: Αρχή της εξόδου από την κρίση ή συνέχεια στην ύφεση;

Ελληνική Οικονομία: Αρχή της εξόδου από την κρίση ή συνέχεια στην ύφεση;

Τον τελευταίο καιρό κυριαρχεί έντονα η συζήτηση στον ελληνικό και ξένο τύπο, για το αν η ελληνική οικονομία θα καταφέρει μια «καθαρή» έξοδο από το δανειακό της πρόγραμμα τον ερχόμενο Αύγουστο ή θα βρίσκεται υπό καθεστώς συνεχούς δημοσιονομικού ελέγχου.

Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s αναβάθμισε πρόσφατα το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας από Β- σε Β, καθιστώντας τις προοπτικές της για ανάπτυξη ιδιαιτέρως βελτιωμένες. Σε παράλληλη αναβάθμιση προχώρησε και ο οίκος Moody’s, από Caa2 σε Β3 τον προηγούμενο μήνα. Οι οίκοι σημειώνουν στις εκθέσεις τους ότι η πολιτική αβεβαιότητα των προηγούμενων ετών έχει ήδη υποχωρήσει και η οικονομία έχει καταφέρει ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς για το 2016 και το 2017. Επίσης αναφέρουν ότι η οικονομία της Ελλάδας έχει καταφέρει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 2,8% για το 2016 και 3,3% για το 2017, ενώ ήδη για τον Ιανουάριο του 2018, εμφάνισε ταμειακό πλεόνασμα €2.7 δις έναντι €248εκ. την αντίστοιχη περίοδο του 2017, προβλέποντας υπέρβαση του στόχου 3.5% για το 2018.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου του 2017 όρισε ως στόχο το πρωτογενές πλεόνασμα να φτάνει στα επίπεδα του 3.5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) έως το 2022 και στη συνέχεια 2% για την περίοδο 2023-2060. Παράλληλα, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι για να διασφαλιστεί η σταθερή μείωση του χρέους, θα πρέπει η ετήσια εξυπηρέτηση του να είναι κάτω του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω του 20% μακροπρόθεσμα.

Από την πλευρά της, η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ σε 2.4% για το 2018 από 1.6% το 2017, ενώ για το 2019 αναμένεται να φθάσει το ΑΕΠ στο 2.5%. Η έκθεση σημειώνει ότι καθοριστικοί παράγοντες των στόχων της ανάπτυξής θα είναι η ισχυρή ανοδική πορεία του τουρισμού, η αύξηση των εξαγωγών, καθώς και η ευνοϊκή διεθνής οικονομική συγκυρία.

Είναι βέβαια εμφανές ότι η ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος, δηλαδή η έξοδος από τα μνημόνια, δε συνεπάγεται περάτωση των υποχρεώσεων της χώρας έναντι των δανειστών, αλλά σε κάθε περίπτωση συνεπάγεται δραστική αλλαγή στο πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της χώρας. Το τελευταίο μπορεί να αποτελέσει την απαρχή της κοινωνικής ισορροπίας στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή ο ελληνικός δανεισμός χαρακτηρίζεται από χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης και μεγάλη διάρκεια ωρίμανσης μέχρι την ημερομηνία αποπληρωμής του. Σε κάθε περίπτωση όμως, η έξοδος στις αγορές δεν φαντάζει τόσο «καθαρή» αν δεν εφαρμοστεί μια προληπτική γραμμή πίστωσης που θα διασφαλίσει τη συνέχιση της χρηματοδότησης, όποτε κρίνεται αναγκαίο, ώστε να επιτευχθεί ομαλή πρόσβαση στις αγορές.

Είναι γνωστό ότι οι δημοσιονομικές επιτυχίες, στις οποίες οι πιο πάνω οίκοι αξιολόγησης και φορείς στηρίζουν τις θετικές εκθέσεις τους για την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας, δεν είναι αποτέλεσμα σημαντικών και γενναίων διαρθρωτικών μέτρων που θα έπρεπε να ληφθούν, αλλά αποτέλεσμα μείωσης μισθών και συντάξεων, καθώς και αύξησης φόρων σε ατομικό και εταιρικό επίπεδο. Οι φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί έχουν γίνει πιο αυστηροί και οι έλεγχοι πιο έντονοι, προκαλώντας αναταραχή στην ομαλή δραστηριότητα της οικονομίας.

Το μεγάλο στοίχημα είναι να περάσει η έξοδος από την κρίση και στην πραγματική οικονομία. Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν της λήξης του δανειακού προγράμματος θα είναι καθοριστικά στην επιτυχή έκβαση της προσπάθειας που έχει ξεκινήσει. Τα παρακάτω μέτρα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ομαλή προσαρμογή της οικονομίας σε κανονικούς προ κρίσης ρυθμούς:

• Σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου, αίτημα το οποίο επαναλαμβάνεται έντονα την τελευταία δεκαετία από όλους τους επαγγελματικούς και κοινωνικούς φορείς.

Σταθερότητα των διοικήσεων του δημόσιου τομέα και των διευθύνσεων των υπουργείων, ώστε να διασφαλίζεται απρόσκοπτα η συνοχή της ανάπτυξης της οικονομίας. Νοείται ότι δεν πρέπει να επηρεάζεται από τις συχνές αλλαγές κυβερνήσεων, είτε λόγω εκλογών, είτε λόγω διαφόρων ανασχηματισμών, είτε ακόμη εναλλασσόμενων συμβούλων και στελεχών σε υψηλές θέσεις ευθύνης στη δημόσια διοίκηση, με προσωρινό κυρίως χαρακτήρα.

Επένδυση στην έρευνα, ανάπτυξη σε καινοτόμες προσπάθειες και σύνδεση της αξιολόγησης με χρηματοδότηση, είτε από κρατικά είτε από ευρωπαϊκά κονδύλια.

Αξιοκρατία και διαφάνεια στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού, ώστε να επανδρωθεί με αυτούς που έχουν τα προσόντα και όχι με αυτούς που αναδείχθηκαν μέσω του παλαιοκομματικού ή του «οικογενειο-κρατικού» συστήματος.

Διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, η οποία θα συμβάλει αποτρεπτικά στην υπονόμευση της αξιοκρατίας και της διαφάνειας, καθώς και στην αλλαγή οποιασδήποτε λανθάνουσας νοοτροπίας.

Ιδιωτικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας με τρόπο ώστε να συμβάλουν στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμα και όχι βραχυπρόθεσμα, όπως παρατηρούμε πως γίνεται τώρα. Οι επενδύσεις που θα γίνουν θα πρέπει να έχουν ανταποδοτικά οφέλη όχι μόνο για τον επενδυτή, αλλά και για τις κοινωνίες στις οποίες θα υλοποιηθούν.

Αποτελεί κάτι παραπάνω από σημαντικό να επανέλθει η οικονομία της Ελλάδας στην «κανονικότητά» της, μετά από παρέλευση 8 χρόνων μνημονίων. Η εμπιστοσύνη θα πρέπει να επιστρέψει ταυτόχρονα στις αγορές και στις κοινωνίες. Επομένως, οι όποιες προσπάθειες γίνονται πρέπει να βασίζονται στην εφαρμογή ενός μακροπρόθεσμου πλάνου, με σκοπό όχι μόνο την επίτευξη των προαναφερθέντων οικονομικών στόχων που τέθηκαν σχεδόν αποκλειστικά από τους ευρωπαϊκούς και παγκόσμιους οργανισμούς, αλλά και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που θα συμβάλει στην κοινωνική και οικονομική σταθερότητα.

Κωνσταντίνος Κυπριώτης, Senior Manager, KPMG Limited

Loader