"Να ζήσετε κούκλες μου"

"Να ζήσετε κούκλες μου"

Θα ζήσουμε, μην έχεις έγνοια

"Να ζήσετε κούκλες μου"

Με τον περιπτερά μου γελάμε πολύ. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Αυτός επειδή νομίζει ότι η ατάκα που εκσφενδόνισε είναι όντως για γέλια κι εγώ επειδή τον βρίσκω γελοίο. Γενικότερα είμαστε κι δυο χάππι στα δυο λεπτά που συναντιόμαστε σύνολο καθημερινά.

Σταθερή αξία, αυτός στην καρεκλίτσα του, παραδίπλα το ταμείο, απέναντι η τηλεόραση μονίμως συντονισμένη με ό,τι σκουπιδαριό παίζει στην κυπριακή τηλεόραση. Κόσμος μπαινοβγαίνει, μαζί του τα κουτσομπολιά της γειτονιάς και, στανταράκι, σχολιασμός επί των θεμάτων της ημέρας όπως τα παρουσίασε το κανάλι που ξέμεινε συντονισμένο με τις Ειδήσεις.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΕΔΩ: Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας και τι μ΄αυτό;

Δεν έχει σημασία πως, αλλά ένα μικρό μάθημα που έχω πάρει με τρόπο άσχημο απ’ την ζωή είναι να δίνω ιδιαίτερη σημασία στο πως σχολιάζει την επικαιρότητα ο καθένας. Να ζυγίζω έναν άνθρωπο την ώρα που βλέπει ή σχολιάζει ειδήσεις. Απ’ τον χωρισμό της παρουσιάστριας, αν κατέβω στο περίπτερο μεσημέρι, στο κλείσιμο της Συνεργατικής, αν κατέβω για τσιγάρα στις οκτώμισι το βράδυ, με το “Χαίρετε” δεν θα λησμονήσω να ρωτήσω τον περιπτερά μου τι στο καλό βλέπει.

Χρόνια τώρα στη ζυγαριά ο περιπτεράς μου, εγώ τον πάω γιατί μοιάζει βγαλμένος και ζει -ακίνδυνα ευτυχώς- σε άλλο παραμύθι κι αυτός με πάει για τις αθυρόστομες απαντήσεις που του ρίχνω γιατί θεωρεί ότι “κόφκει ο νους μου για γεναίκα”.

Κατεβαίνοντας σήμερα το πρωί για τσιγάρα ήταν ολόχαρος και έβλεπε στην οθόνη παρέα σε καναπέ να κληρώνει δώρα… γυναικεία.

Έχεις πουτούτον το μίξερ που κάμνει φαί εσύ;”, με ρωτά καθώς ετοιμάζεται να χρεώσει το πακέτο μου. “Ααα… όχι κύριε τάδε μου αλλά θα ήθελα να έχω”. “Ε κόρη σήμερα εννά κληρώνουν διάφορα πουτούτα, έχε έγνοια τζαι εν ξέρεις ποττέ”. Γελώντας, όπως πάντα, τον βεβαίωσα ότι θα το προσπαθήσω και κάνοντας να φύγω, συνεχίζει, “Πώς εννά γιορτάσεις εσύ σήμερα κορού;”.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΕΔΩ: Ημέρα μνήμης και τιμής των αγώνων των γυναικών

Στα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν πέρασαν από μπροστά μου τα δέκα deadlines στη δουλειά, οι απογευματινές κούρσες των παιδιών, τα δώρα για τις υποχρεώσεις του σαββατοκύριακου, το μενού της καθαράς Δευτέρας, ένα βουνό ασιδέρωτα και μια αίτηση που δεν βρήκα χρόνο απ’ την περασμένη βδομάδα να ετοιμάσω και να στείλω. Δεν είχα προλάβει να δω το βίντεο με τον μισάνθρωπο που ξυλοκόπησε γυναίκα μες το Γραφείο Ευημερίας ακόμα, και οι σκέψεις μου ήταν εγωιστικά συντονισμένες στα δικά μου.

Έννα φκω με τες φίλες μου, εκλείσαμεν με τραπέζι να το γιορτάσουμε που είμαστε γεναίτζες”, του απάντησα για να εισπράξω ένα ηχηρό, τίγκα στον ενθουσιασμό, “Μπράβο κούκλα μου! Να ζήσετε!”.

Τι να σου πουν τα τσιτάτα του Doodle, τα ιστορικά αφιερώματα της ημέρας στο διαδίκτυο, οι ευχούλες των πολιτικών που χαριεντίζονται όταν... ποσοστώνουν και οι επιχειρηματίες που ρίχνουν καμιά ροζ θεσούλα στην διεύθυνση για να βρίσκεται.

Ο περιπτεράς μου, ένας μέσος Κύπριος που λέμε, μάς ευχήθηκε “Να ζήσουμε”.

Θα το μεταφέρω στις φίλες μου (που λογικά θα έχουν αντίστοιχο πρόγραμμα δουλειά-κούρσα-συμμάζεμα για σήμερα), στην κόρη μου και στα αγέννητες εγγονές μου. Κι όποια δεν αναρωτηθεί “Πώς θέλουμε να ζήσουμε;” θα γελάσω μαζί της όπως γελάω κάθε φορά με τα σχόλια του περιπτερά μου την ώρα που βλέπει ειδήσεις.

Loader