Συγχωνεύσεις τραπεζών: Επιλογή ή ανάγκη;

Συγχωνεύσεις τραπεζών: Επιλογή ή ανάγκη;

Συγχωνεύσεις τραπεζών: Επιλογή ή ανάγκη;

Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των τριών συστημικών τραπεζών John Hourican της ΤΚ, Γιάννης Μάτσης της ΕΤ και Νικόλας Χατζηγιάννης της ΣΚΤ ήταν οι κύριοι ομιλητές την περασμένη Τρίτη σε οικονομικό φόρουμ που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο Κύπρου και χορήγησε η KPMG Κύπρου. Όπως ήταν αναμενόμενο, αναφέρθηκαν στις μεγάλες προκλήσεις του τραπεζικού τομέα και κατέθεσαν προτάσεις και εισηγήσεις για την αντιμετώπισή τους.

Στάθηκαν στο αυξημένο ιδιωτικό χρέος και την πολυπλοκότητα διαχείρισής του, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ), τη μειωμένη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας μέσω νέου δανεισμού και τον υπερμεγέθη τραπεζικό τομέα. Σε ό,τι αφορά το τελευταίο, κατέληξαν από κοινού σε κάτι που ούτως η άλλως αποτελούσε τον τελευταίο καιρό το επίκεντρο της ψιθυρολογίας στο οικονομικό τοπίο της χώρας, παρά τη σαφώς βελτιωμένη εικόνα που παρουσιάζει: πως οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό τομέα αποτελούν μονόδρομο.

Για πολλούς το έδαφος για συγχωνεύσεις έχει ήδη αρχίσει να ετοιμάζεται, καθώς τόσο εγχώριοι όσο και εξωτερικοί οικονομικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι το οικονομικό μέγεθος και ο πληθυσμός της Κύπρου δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη λειτουργία των 13 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή στις ελεύθερες περιοχές.

Σε ένα οικονομικό, εποπτικό και πολιτικό περιβάλλον που συνεχώς μεταβάλλεται, η αναγκαιότητα για συνεχή μετεξέλιξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι επιβεβλημένη. Εξάλλου, οι ανάγκες και οι συνήθειες των καταναλωτών συνεχώς αλλάζουν, οι κανόνες του εμπορίου διαφοροποιούνται, η αύξηση των ασφαλιστικών δικλείδων και των εποπτικών υποχρεώσεων αυξάνονται και τροποποιούνται τα θεσμικά και φορολογικά πλαίσια. Σε περίπτωση που ένα ίδρυμα δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στο νέο περιβάλλον ή/και στο πρόβλημα των ΜΕΔ που έχουν συσσωρευθεί από την κρίση, αναμένεται να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα λόγω της αυστηρότερης εποπτείας. Για αυτό το λόγο, προβαίνει σε οργανικές μεταρρυθμίσεις με σκοπό τη διατήρηση της βιωσιμότητας του και τη διαχείριση με το καλύτερο τρόπο των συνεπειών στους εμπλεκομένους, δηλαδή τους μετόχους, τους καταθέτες, τους κατόχους ομολόγων, τους εργαζόμενους, τους πελάτες, κ.α.

Τυχόν μη εξεύρεση ικανοποιητικών λύσεων στο πρόβλημα των ΜΕΔ ή ενδεχόμενη αποτυχία των οργανικών μεταρρυθμίσεων συνήθως οδηγεί σε μείωση των εισοδημάτων, αύξηση του κόστους και μείωση του κέρδους ή πραγματοποίηση ζημιών. Στις περιπτώσεις όπου ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα συναντά σημαντικές δυσκολίες να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό είτε λόγω μεγέθους είτε άλλων παραγόντων, τότε δύναται να προχωρήσει σε συγχώνευση, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μετά από συμφωνία των μετόχων των εταιρειών, είτε για εξαγορά της μιας από την άλλη εταιρεία είτε με την απευθείας συνένωση. Σημειώνεται πως πέραν της ενοποίησης των «θετικών» στοιχείων, όπως τα κέρδη και το μερίδιο αγοράς, κάτι τέτοιο συνεπάγεται επίσης τη συνένωση των «αρνητικών», όπως των ΜΕΔ και άλλων κινδύνων.

Στα θετικά των συγχωνεύσεων, μεταξύ άλλων, είναι η ενίσχυση της θέσης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος στην αγορά, η ενιαία θωράκιση ενάντια των προκλήσεων, η καλύτερη διαχείριση των συστημικών κινδύνων και η συντονισμένη ανάπτυξη δραστηριοτήτων. Καθόλου αμελητέα πρέπει να θεωρείται και η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται, κυρίως με το κλείσιμο καταστημάτων (δεδομένης της έκτασης της κυπριακής αγοράς) και τις μειώσεις κάθε είδους εξόδων, επιτυγχάνοντας αποτελεσματικότερες οικονομίες κλίμακας. Στα αρνητικά συγκαταλέγεται το διόλου ευκαταφρόνητο κοινωνικό κόστος που εμπεριέχει το σενάριο πιθανών απολύσεων προσωπικού, κάτι που προς το παρόν δεν παρουσιάστηκε στην κυπριακή αγορά αφού πάντα η μείωση προσωπικού γινόταν μέσω ενός «ακριβού» προγράμματος οικειοθελούς αποχώρησης.

Το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που απορροφά ένα άλλο ή μέρος του θα πρέπει να αξιολογήσει ενδεχόμενες κεφαλαιακές ανάγκες που δημιουργούνται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, ώστε να διασφαλίσει ότι το τραπεζικό ίδρυμα έχει ενισχυμένη την κεφαλαιακή του βάση. Αναμένεται ότι θα υπάρξει μια περίοδος προσαρμογής για το νέο σχήμα έτσι ώστε να επιτευχθούν συνέργειες, ενώ ενδεχομένως να υπάρξει καλύτερη διαχείριση του προσωπικού (ίσως μέσω κάποιου προγράμματος οικειοθελούς αποχώρησης που αναφέρθηκε και προηγουμένως) και των περιουσιακών του στοιχείων.

Οποιεσδήποτε κινήσεις γίνονται σε σχέση με την εξαγορά χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων πρέπει να είναι προσεκτικές, κυρίως λόγω της πολυπλοκότητας των εκτιμήσεων των στοιχείων ενεργητικού. Μπορεί οι αποφάσεις για το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να είναι αποκλειστικό δικαίωμα των μετόχων, πρέπει όμως να αξιολογούνται διεξοδικά από τις εποπτικές αρχές ώστε να διασφαλίζεται η σταθερότητα της αγοράς, ειδικότερα αν τέτοια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θεωρούνται ως συστημικής σημασίας και επομένως επηρεάζουν καθοριστικά την οικονομία μιας χώρας.

Χριστόφορος Αναγιωτός, Διοικητικός Σύμβουλος ΚPMG Limited

Loader