Τα τελευταία στοιχεία για τα ακίνητα

Τα τελευταία στοιχεία για τα ακίνητα

Τα τελευταία στοιχεία για τα ακίνητα

Σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν τις καταθέσεις πωλητήριων εγγράφων στο Τμήμα Κτηματολογίου τον Δεκέμβριο του 2018, παρατηρείται σημαντική μείωση σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017 (μείωση 48%). Θα ήταν όμως δόκιμο να εξετάσουμε σε λεπτομέρεια τα στοιχεία ανά μήνα, πριν την εξαγωγή οποιωνδήποτε συμπερασμάτων.

Τον Νοέμβριο του 2017 το σύνολο των πωλητήριων εγγράφων ήταν 906 και τον Δεκέμβριο του 2017 παρουσιάστηκε απότομη αύξηση τους στα 1537 (ο μέσος όρος των πωλητηρίων για τους έντεκα μήνες του 2017 ήταν 655). Το ζήτημα που προκύπτει είναι αν η τεράστια και απότομη αύξηση στις καταθέσεις πωλητήριων εγγράφων τον Δεκέμβριο του 2017 αφορά πραγματική ζήτηση ή υπήρξαν άλλα γεγονότα όπως για παράδειγμα, το γεγονός ότι πολλοί να έτρεξαν να καταθέσουν πωλητήρια έγγραφα για αγορά γης πριν την εφαρμογή του ΦΠΑ στις αγοραπωλησίες γης και οικοπέδων (η εφαρμογή του αναθεωρημένου νόμου ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 2018). Σε ό,τι αφορά το 2018, τον Νοέμβριο κατατέθηκαν 925 και τον Δεκέμβριο 800 πωλητήρια συμβόλαια (ο μέσος όρος για τους έντεκα μήνες του 2018 ήταν 767). Άρα ο Δεκέμβριος του 2018 κινήθηκε μέσα στα ίδια επίπεδα με τους άλλους μήνες του 2018.

Συγκρινόμενος όμως με τον Δεκέμβριο του 2017, η διαφορά είναι τεράστια. Στο σύνολο τους τα πωλητήρια έγγραφα για το 2018 έφτασαν τα 9.242 (κοντά στα επίπεδα του 2009), παρουσιάζοντας αύξηση 6% σε σχέση με το 2017.

Η πιο πάνω ανάλυση δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι ο τομέας των ακινήτων δεν αντιμετωπίζει καμία πρόκληση και δε θα πρέπει να παρακολουθείται, ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχει τάση για μειωμένη ζήτηση.

Ο τομέας των ακινήτων χαρακτηρίζεται από την κυκλικότητα, όπως άλλωστε και η οικονομία στο σύνολο της, με περιόδους αύξησης της ζήτησης των ακινήτων και αύξηση των τιμών και περιόδους διόρθωσης. Σημειώνεται όμως ότι όσο πιο ορθολογιστική είναι η αύξηση στη ζήτηση, δηλαδή να μην είναι αποτέλεσμα ευκαιριακών συνθηκών, τόσο πιο εύκολη είναι η απορρόφηση των κραδασμών από πιθανή διόρθωση.

Οι τομείς των ακινήτων και των κατασκευών αποτελούσαν παραδοσιακά σημαντικούς ρυθμιστές του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας και της οικονομίας γενικότερα, εφόσον απορροφούν σημαντικό μέρος του εργατικού δυναμικού, κυρίως σε περιόδους ανάκαμψης. Η πορεία του τομέα και οι συνέπειες των κινήτρων που έχουν παραχωρηθεί θα πρέπει να εξετάζονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να διασφαλίζεται η σταθερή και βιώσιμη ανάκαμψη του τομέα, καθώς και οι επενδύσεις όσων εμπιστεύτηκαν την κτηματαγορά της Κύπρου. Επιπλέον, θα πρέπει να διαχωριστεί η αγορά σε τομείς και να αναλυθεί η πορεία τους, αλλά και να αναλυθούν διάφορα σενάρια, με πρώτο την ενδεχόμενη μείωση της εξωγενούς ζήτησης.

Όντως πλέον η ζήτηση στα ακίνητα τροφοδοτείται κυρίως από ίδια κεφάλαια επενδυτών, σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν μια δεκαετία, που κύριος οδηγός της ζήτησης ήταν η πιστωτική επέκταση, κάτι που οδήγησε σε υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτό από μόνο του όμως δεν είναι αρκετό. Η μόχλευση πολλών επιχειρήσεων του τομέα συνεχίζει να είναι υψηλή, ενώ σταδιακά αναμένεται να δούμε περισσότερα ακίνητα να πωλούνται μέσω της διαδικασίας των εκποιήσεων.

Σημαντικό ρόλο στην αγορά αναμένεται να διαδραματίσουν και οι εταιρείες που έχουν ήδη αγοράσει δάνεια από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εφόσον σταδιακά θα αρχίσουν τη διαχείριση των συγκεκριμένων δανείων με ανακτήσεις και πωλήσεις ακινήτων. Σημειώνεται ότι πολύ δύσκολα τέτοιες εταιρείες θα δεχθούν αναδιαρθρώσεις, εφόσον προσανατολίζονται είτε στην εξόφληση του δανείου (με έκπτωση, μέσω άλλων πηγών), είτε στην πώληση των υποθηκών για ανάκτηση του ποσού που οφείλεται.

Το 2019 είναι σημαντικό έτος τόσο για τον συγκεκριμένο τομέα αλλά και την οικονομία γενικότερα, εφόσον μεγάλη πρόκληση παραμένει η διατήρηση των βιώσιμων θετικών ρυθμών ανάπτυξης, ειδικά σε ένα δύσκολο και διαρκώς μεταβαλλόμενο εξωτερικό περιβάλλον. Την ίδια στιγμή, η αναγκαιότητα για προώθηση και η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων γίνεται πιο έντονη, εφόσον η διατήρηση ενός ανταγωνιστικού μοντέλου, φιλικό προς τους επιχειρηματίες, τους επενδυτές και τους πολίτες, αποτελεί προϋπόθεση για ενίσχυση της οικονομίας της χώρας.

Χάρης Τσιντάς, Senior Associate, KPMG Limited

Loader