Είμαι μια άγνωστη. Είμαι το χρώμα μου, η φυλή μου, το φύλο μου

Είμαι μια άγνωστη. Είμαι το χρώμα μου, η φυλή μου, το φύλο μου

Είμαι μια άγνωστη. Είμαι το χρώμα μου, η φυλή μου, το φύλο μου
Μα δεν είμαι ποτέ εγώ. Δεν με βλέπουν ποτέ σαν αυτή που είμαι

Γράφει η Μαριάννα Νικολάου

Είμαι μια άγνωστη. Είμαι το χρώμα μου, η φυλή μου, το φύλο μου. Mα δεν είμαι ποτέ εγώ. Δεν με βλέπουν ποτέ σαν αυτή που είμαι. Έχω όμως όνομα, έχω αγαπημένο χρώμα, έχω αναμνήσεις παιδικές.

Το όνομα δεν το διάλεξα εγω, μου το έδωσαν σαν γεννήθηκα, μα το κουβάλησα και το έγραψα. Πάνω σε ταυτότητες, αιτήσεις, φόρμες που έπρεπε να συμπληρωθούν, στο διαβατήριο. Αστείο δεν είναι; Το έχω γράψει τόσες πολλές φορές κι όμως κανείς δεν με αναγνωρίζει με αυτό.

Και δεν ήταν αρκετό για να με ψάξουν όταν χάθηκα.

Τελικά με βρήκαν. Επιτέλους, νόμιζα δεν θα’ ρχόταν ποτέ αυτή η μέρα. Κρύα, γυμνή. Γυμνή από όνομα, γυμνή από ταυτότητα.

Έγινα η φυλή μου, έγινα το χρώμα μου. Ήρθαν κάμερες, ήρθαν συνοφρυωμένοι ένστολοι, ήρθαν ειδικοί. Με είδαν, με εξέτασαν, τα είπαν μεταξύ τους, μετά ήρθαν και οι κάμερες, τα κανάλια, οι δημοσιογράφοι, κι εγώ περίμενα να δω πόσο χρόνο θα τους πάρει να βρουν το όνομά μου, να δουν τους καταλόγους με τα ελλείπων πρόσωπα και να το πουν.

Τους πήρε λίγο χρόνο είναι η αλήθεια, μα άξιζε η αναμονή. Έγινα πρώτη είδηση, έγινα τροφή για τουιτς από πολιτικούς αρχηγούς (που να φανταστώ τέτοια τιμή!) και μου έδωσαν το όνομά μου.

Επιτέλους, μου έδωσαν πίσω το όνομά μου.

Έχω αδερφές και παιδιά. Είναι θαμμένοι κι αυτοί, τους ακούω που ουρλιάζουν το όνομά τους κι αυτοί μα δεν μας ακούν. Είτε είμαστε θαμμένοι, είτε είμαστε πάνω από τη γη, πάλι δεν μας ακούν.

Κι έτσι, έφυγα όπως ήρθα. Γυμνή, ματωμένη, και φοβισμένη από το κρύο και το άγνωστο που με περίμενε.

Υ.Γ. Ελπίζω την επόμενη φορά, να μου δώσουν ένα πιο σημαντικό όνομα.

Loader