H καθηλωτική εμπειρία της σημερινής Istanbul
Του Πάρι Δημητριάδη
«Μην γράψεις Τουρκία στον τίτλο, γράψε Κωνσταντινούπολη καλύτερα», με συμβούλεψε τις προάλλες συνάδελφος που ευλόγως σκέφτηκε ότι για ένα ελληνόφωνο σάιτ μία τέτοια διατύπωση θα ήταν ελκυστικότερη και πιο ταιριαστή ενώ και σε προσωπική συζήτηση που είχα με μία εντελώς απολιτίκ φίλη προχθές, που επισκέφτηκε κιόλας την Πόλη στο παρελθόν, η Κωνσταντινούπολη για την ίδια δεν είναι Τουρκία, «είναι ρε παιδί μου αλλά δεν είναι», μου έλεγε, λες και δυσκολευόταν να προσδιορίσει κάτι που στο δικό της μυαλό έμοιαζε τόσο... απροσδιόριστο.
Παρουσιάζει σίγουρα ενδιαφέρον η λανθάνουσα υπόθεση του συλλογικού μας συνειδητού ή και υποσυνείδητου ότι «η Κωνσταντινούπολη δεν είναι Τουρκία». Τουλάχιστον ανάμεσα σε Έλληνες, πιστεύω όμως και σε άλλες εθνοτικές ομάδες που στο παρελθόν υπήρξαν υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή που απλώς έχουν χριστιανικό πληθυσμό -ο οποίος κυριολεκτικά και πολύ βίαια εκδιώχθηκε από την πρωτεύουσα των πόλεων- η ιστορικά αιτιολογημένη πεποίθηση ότι η «Κωνσταντινούπολη δεν είναι Τουρκία» είναι βαθιά χαραγμένη στις συνειδήσεις των ανθρώπων.
Η Κωνσταντινούπολη, όμως, όπως στην ελληνική γλώσσα λέγεται ακόμη στις μέρες μας και τουρκιστί η Istanbul, όπως διεθνώς και επισήμως ονομάζεται, όχι μόνο ανήκει αλλά είναι η μεγαλύτερη και αναντίλεκτα η σπουδαιότερη μητρόπολη του σύγχρονου τουρκικού κράτος, με τον σημερινό της πληθυσμό να πλησιάζει το ασύλληπτο μέγεθος των 20 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Istanbul was Constantinople, now it’s Istanbul not Constantinople, αναφέρεται στους δημοφιλείς, σατιρικούς στίχους του γνωστού τραγουδιού που είχαν πρωτοερμηνεύσει στα φίφτις οι The Four Lads, κουαρτέτο από τον Καναδά που βραβεύτηκε κιόλας για τούτη την ερμηνεία του. Οι στίχοι είχαν γραφτεί τότε από τον Bορειοϊρλανδό Jimmy Kennedy, με αφορμή την 500η επέτειο της κατάληψης της Πόλης από τους Οθωμανούς.
To τραγούδι είναι αυτό.
Μήπως όλοι έχουν τρόπον τινά δίκαιο και ταυτόχρονα άδικο σε αυτό το debate για το πώς πρέπει να λέγεται η Πόλη με το πι κεφαλαίο; Την επισκέφθηκα για τέταρτη φορά πρόσφατα και για ακόμη μία φορά, θαμπώθηκα από την απεραντοσύνη της και παραμιλώ: Τόσο για την κυριολεκτική απεραντοσύνη της, αφού είναι μία μεγαλούπολη ατελείωτη σε μέγεθος και σε έκταση, όσο και για τη μεταφορική: Μιλάμε γία μία αστική επικράτεια με τόσο ισχυρό ιστορικό, γεωγραφικό και πολιτισμικό εκτόπισμα, που ίσως να είναι εκκωφαντικά λειψό και ας μου επιτραπεί ο όρος, σχεδόν βλάσφημο, να περιορίζεσαι σε μία μόνο χωροχρονική της διάσταση.
Από το αρχαίο Βυζάντιο και τους τριγύρω οικισμούς, μέχρι τη Νέα Ρώμη, τη Βασιλεύουσα, την Επτάλοφο, την Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα πόλη για 16 αιώνες (!) δύο ένδοξων αυτοκρατοριών μέχρι τη σημερινή, χαοτική Istanbul, μία από τις μεγαλύτερες μητροπόλεις του πλανήτη, ένα είναι το σίγουρο: το πι κεφαλαίο στο Πόλη, που έχει καθιερωθεί και υιοθετηθεί στον γραπτό λόγο της ελληνικής γλώσσας, ούτε συναισθηματική και φορτισμένη κολακεία είναι ούτε υπερβολή.
Είναι όλα τόσο μεγάλα σ’ αυτή την Πόλη!
Μία συνθήκη που γίνεται αμέσως ευδιάκριτη και οφθαλμοφανής, τόσο στον ιστοριοδίφη που, μακριά από τα κυρίαρχα εθνικά αφηγήματα του 19ου και του 20ου αιώνα, έχει εμβαθύνει με επιστημονική νηφαλιότητα στο ένδοξο παρελθόν της πόλης όσο και στον οποιοδήποτε, απλό και τυχαίο, σημερινό επισκέπτη της.
Το γεγονός, δε, ότι γεωγραφικά η μισή πόλη ανήκει στην ευρωπαϊκή ήπειρο και η υπόλοιπη μισή στην Ασία είναι κάτι που αντικατοπτρίζεται στις μέρες μας ξεκάθαρα στη φυλετική και κοινωνιολογική της σύνθεση. Κάποτε οι λόφοι ήταν επτά, τουτέστιν το προσωνύμιο Επτάλοφος που στην αρχαιότητα είχε και η Ρώμη. Σήμερα, όπως χαριτολογώντας λένε ντόπιοι, οι λόφοι έχουν γίνει, περίπου… επτακόσιοι.
Οι εναλλαγές στις εικόνες γύρω σου είναι συνεχείς και συναρπαστικές ενώ η πολυποίκιλη αρχιτεκτονική είναι οπωσδήποτε εφάμιλλη της μοναδικής και επιφανούς Ιστορίας.
Θα ήθελα να κοντοσταθώ λίγο στην αρχιτεκτονική, αφού σε καμία πόλη που έχω επισκεφθεί μέχρι σήμερα δεν έχω συναντήσει τόση μεγάλη ετερογένεια στα κτίσματα.
Από τις ευρωπαϊκού τύπου πεντάμορφες γειτονιές συνοικιών όπως του Γαλατά, του Φαναριού και του Πέραν, με τα πλακοστρωμένα στενοσόκακα και τα νεοκλασικά και αναγεννησιακά κτιριακά δείγματα μέχρι τα -προσωπικά αγαπημένα μου- οθωμανικά παλάτια σε ορισμένα από τα γοητευτικότερα τζαμιά του πλανήτη, στα εκπληκτικά χαμάμ των Σουλτάνων και στα γεμάτα με χρώματα, αρώματα και μυρωδιές ανατολίτικα παζάρια.
Από τον Πύργο του Γαλατά, μεσαιωνικό τοπωνύμιο που κτίστηκε αιώνες πριν από τους Γενουάτες και αποτελούσε κάποτε το ψηλότερο κτίσμα της Πόλης μέχρι τον φουτουριστικό μιντιακό πύργο Camlica TV Radio Tower, που ολοκληρώθηκε μόλις πέρσι, και προκαλεί ίλιγγο από το ύψος και τον επιβλητικό του σχεδιασμό και από τα ίσως πιο «οικεία» σε εμάς βυζαντινά και ρωμαϊκά μνημεία, που, τόσους αιώνες μετά, σώζονται και διατηρούνται ακόμα, στους αμέτρητους ουρανοξύστες που σου δημιουργούν τη ψευδαίσθηση ότι βρίσκεσαι στο Τόκιο ή στο Ντουμπάι, η σημερινή Istanbul σε διακτινίζει συνεχώς από μία τεχνολογική υπερανάπτυξη ξεκάθαρα ασιατικού τύπου, στο υπέρλαμπρο παρελθόν των δύο πολυεθνικών αυτοκρατοριών, με εκθαμβωτικές ταχύτητες.
Από μία τεχνολογική υπερανάπτυξη ξεκάθαρα ασιατικού τύπου, η σημερινή Istanbul σε διακτινίζει στο υπέρλαμπρο παρελθόν των δύο πολυεθνικών αυτοκρατοριών με εκθαμβωτικές ταχύτητες
Η περίφημη και εξτράβαγκαντ Αγία Σοφία, που ως το λαμπρότερο κτίσμα του Βυζαντίου εγκαινιάστηκε το 537 και σύντομα γίνεται... 1500 ετών, χρήζει σίγουρα ειδικής αναφοράς. Λειτουργώντας πια (από πέρσι) ως τζαμί και παραμένοντας ωστόσο ανοιχτή για επίσκεψη και ως μνημείο, η ανατριχίλα που σου προκαλεί είναι πέρα για πέρα αναπόφευκτη και δικαιολογημένη.
Βγάζει τόσο πολύ νόημα που ως ιερός χώρος λατρεύτηκε και συνεχίζει να λατρεύεται με δέος από χριστιανούς και μουσουλμάνους, ταυτόχρονα. Ανεξαρτήτως φυσικά της προσωπικής σου θρησκείας ή θρησκοληψίας, το σαν επιτηδευμένα πρόχειρο σκέπασμα της τεράστιας, κεντρικής τοιχογραφίας της Παναγίας με ένα μεγάλο λευκό πανί σού προκαλεί αμήχανα και μελαγχολικά συναισθήματα. Συγκλονιστικά και «ανακουφιστικά» είναι τα άριστα διατηρημένα, επίχρυσα ψηφιδωτά, με χαρακτηριστικότερο μάλλον αυτό που συναντάς στη νοτιοδυτική είσοδο του ναού, το οποίο απεικονίζει την Παναγία ένθρονη και τους βυζαντινούς αυτοκράτορες Κωνσταντίνο και Ιουστινιανό να στέκονται πλάι της. Ο μεν Κωνσταντίνος εκ δεξιών της προσφέρει την Πόλη, ο δε Ιουστινιανός εξ ευωνύμων τον ιερό ναό.
Με γεωμετρική συμμετρία κτισμένο απέναντι ακριβώς από την Αγία Σοφία, το εξίσου επιβλητικό και εντυπωσιακό, Μπλε Τζαμί, που κτίστηκε μεταξύ των ετών 1609 και 1616, θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα αριστουργήματα της οθωμανικής αρχιτεκτονικής, παγκοσμίως.
Μία υπόθεση και μία ιστορία από μόνος του είναι φυσικά ο Βόσπορος! Η στενή λωρίδα θάλασσας που ενώνει τη Μεσόγειο με τη Μαύρη Θάλασσα. Την Ευρώπη με την Ασία. Τη Δύση με την Ανατολή. Ο πρωταρχικός και βασικός λόγος που η Πόλη χτίστηκε και αναπτύχθηκε εκεί.
«Μπόσπορος, μπόσπορος, μπόσπορος!» επαναλαμβάνουν μέσω ντουντούκας και με τη χαρακτηριστική, τουρκική προφορά, οι μονίμως εγκατεστημένοι «κράχτες» στο λιμάνι του Karaköy, που σε προσκαλούν μέρα - νύχτα για μια σαγηνευτική βαρκάδα στη θάλασσα. Μία βαρκάδα που, είτε για σκοπούς τουριστικούς ή απλώς για τη διαδικαστική μεταφορά σου στην απέναντι πλευρά της πόλης, αξίζει δαγκωτό να τη κάνεις.
Μέσω της θεσπέσιας εν πλω διαδρομής, φανερώνεται μπροστά σου το πανοραμικό μεγαλείο της Πόλης, με εκατοντάδες γλάρους, φωνακλάδικα κοράκια και χιλιάδες μέδουσες μέσα στο νερό να σε συνοδεύουν στη βόλτα σου και με τα βυζαντινά κάστρα, τα οθωμανικά παλάτια και τα πιο σύγχρονα ανάκτορα που ξεδιπλώνονται μπροστά σου, να σε αφήνουν απλώς άφωνο, ειδικά αν η βόλτα γίνεται στη ζωή σου για πρώτη φορά. «Κερασάκι στην τούρτα», οι ογκώδεις και αμέτρητοι ουρανοξύστες στο βάθος, που σε επιστρέφουν στην πραγματικότητα του 2021 και τούμπαλιν.
Ο Βόσπορος είναι επιπλέον η μοναδική θάλασσα που έχω συναντήσει με τόσο πολύ τράφικ και με τα αστικά καράβια να κορνάρουν και να προσπερνούν το ένα το άλλο, προσαρμοσμένα στους φρενήρεις ρυθμούς της μεγαλούπολης!
Μιλώντας για συγκοινωνίες, ίσως αξίζει να ειπωθεί κιόλας πως οι Αθηναίοι ταξιτζήδες μοιάζουν… γατάκια δίπλα στους τόπακες, αφού μία κυριολεκτική κούρσα θανάτου μ' ένα ταξί, λες και είσαι σε πίστα της φόρμουλα ένα, δεν είναι τίποτα άλλο από μία τυπική, καθημερινή μετακίνηση στην Istanbul. Μία πόλη όπου ο οδηγός του αστικού λεωφορείου μπορεί να παρκάρει στη μέση του δρόμου για να κατέβει στο περίπτερο να αγοράσει τσιγάρα, επειδή πολύ απλά, μπορεί! Μου έτυχε.
Στην επίσης απέραντη σε μέγεθος ασιατική πλευρά της πόλης, όπου να σημειωθεί πως μπορείς να μεταβείς είτε μέσω γέφυρας «τύπου Σαν Φρανσίσκο» ή μεσω υποθαλάσσιων τούνελ τα οποία διασχίζουν καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες αυτοκίνητα, όπως επίσης και το μετρό, ξεχώρισα την περιοχή Kadıköy.
Μία ολοζώντανη, παραθαλάσσια περιοχή, που δεν είναι άλλη από την αρχαία Χαλκηδόνα, τον παλαιότερο και γνωστότερο οικισμό της αρχαιότητας στην ασιατική πλευρά.
Το Kadıköy, όπως έχω αντιληφθεί μέσω συνομιλιών μου με ντόπιους, είναι αγαπημένη περιοχή και για τους τόπακες: Γεμάτη με μαγαζιά, ταβέρνες, αφτεράδικα για κοκορέτσι και πλούσια νυχτερινή και πολιτισμική ζωή, είναι μία περιοχή λιγότερο τουριστική από την ιστορική χερσόνησο και την ευρωπαϊκή πλευρά, και προσφέρεται για μία ενδεχομένως αντιπροσωπευτικότερη εικόνα της σύγχρονης, σημερινής ζωής.
Προσωπικά, στα πεζοδρομοποιημένα και σε μεγάλο βαθμό χίπστερ στενοσόκακα του Kadıköy ένιωσα λίγο Βερολίνο. Αυτή όμως είναι η μαγεία της Istanbul. Αλλού νιώθεις Βερολίνο, αλλού Αθήνα, αλλού Βηρυτό και Κάϊρο και αλλού Ντουμπάι. Σίγουρα, σε πολλά σημεία, νιώθεις και Ελλάδα. Πολλή Ελλάδα. Ορισμένοι από τους ωραιότερους ναούς της ελληνορθόδοξης ιστορίας και παράδοσης βρίσκονται εδώ, ορισμένα από τα ομορφότερα ελληνικά κτίσματα του περασμένου και του προπερασμένου αιώνα, στέκουν ακόμα ενώ δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί πως οι Ρωμιοί της Πόλης, όπως ονομάζονται οι λιγότεροι από τους δύο χιλιάδες πια ομογενείς που έχουν μείνει ως μόνιμοι κάτοικοι, αποτελούν ίσως το πιο κοσμοπολίτικο δείγμα Έλληνα που μπορείς να συναντήσεις στις μέρες μας.
Σε μία ψαροταβέρνα στο Kadıköy, έζησα μία από τις καλύτερες γαστρονομικές εμπειρίες της ζωής μου, με ολόφρεσκο ψάρι που κυριολεκτικά λαχταρά πριν σου προταθεί και σερβιριστεί στο πιάτο και με πεντανόστιμους μεζέδες που δεν μπορούν παρά να σου θυμίσουν τα άπειρα κοινά που μοιραζόμαστε πολιτισμικά με τους Τούρκους ως λαό. Έναν λαό ογδόντα βεβαίως τόσο εκατομμυρίων, ο οποίος, πέρα από τα κοινά που έχει με εμάς, χαρακτηρίζεται επιπροσθέτως από τεράστια ανομοιογένεια, τόσο φυλετικά και πολιτισμικά, όσο και κοινωνικά, πολιτικά και άλλως πως.
Η εντυπωσιακή διαφορετικότητα ανάμεσα στα εκατομμύρια των σημερινών Τούρκων είναι μία αξιοπρόσεκτη συνθήκη για τον επισκέπτη της σημερινής χώρας και είναι μία πραγματικότητα που έχω την εντύπωση πως αγνοούμε σημαντικά εντός της μικροσκοπικής φούσκας στην οποία ζούμε σε Κύπρο (και σε Ελλάδα), παρά την ιδιάζουσα σχέση που έχουμε με την Τουρκία ως χώρα. Μπορεί θεωρητικά να γνωρίζουμε πράγματα, στην πράξη όμως έχει μεγάλη σημασία να τα βιώσεις εμπειρικά και με τα μάτια σου.
Αντιπροσωπευτική είναι, για παράδειγμα, η αχανής γεωγραφική έκταση που καταλαμβάνουν τα λεγόμενα Turkic φύλα, τα οποία μέχρι τις μέρες μας εκτείνονται από την ιστορική Μικρά Ασία, τη σημερινή Τουρκία δηλαδή, μέχρι τα βορειοανατολικά παράλια της… Σιβηρίας, όπου συναντώνται Turkic πληθυσμοί με ξανθά, ανοιχτόχρωμα δέρματα και με την χριστιανική ορθοδοξία ως επίσημο θρήσκευμα. Η σμίξη διαφορετικών φυλών και πολιτισμών ίσως είναι αντίστοιχη σε μέγεθος με τα σλαβικά φύλα, που συμπεριλαμβάνουν τους Ρώσους και όλους τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης. Αυτό όμως είναι ιστορία για ξεχωριστό κείμενο.
Το μόνο ακλόνητο και αδιάψευστο γεγονός που εννοείται πως, για πολλοστή φορά πρέπει να υπενθυμιστεί, να επισημανθεί και να υπογραμμιστεί, μιας και οι μεροληπτικές, μονοδιάστατες και αυθαίρετες απόψεις που κυκλοφορούν ανάμεσά μας είναι δυστυχώς ακόμα πολλές, είναι πως οι επαφές και οι γνωριμίες μεταξύ των ανθρώπων μόνο οφέλη και πλεονεκτήματα μπορούν να προσδώσουν και να προσφέρουν.
Ενδεικτική, η πρόσφατη, εξόχως τιμητική βράβευση στην Κωνσταντινούπολη του κυπριακού θεάτρου Αντίλογος, που ήταν επί της ουσίας η πρώτη φορά που Κύπριοι βραβεύτηκαν στην Τουρκία για ένα δικοινοτικό κιόλας πρότζεκτ.
Η βαθιά αυταρχική και οπισθοδρομική διακυβέρνηση του ισλαμιστή Ερντογάν, σε συνδυασμό με ένα σωρό από άλλους λόγους, πολιτικούς και ιστορικούς, ίσως, σε πρώτο επίπεδο, να αφαιρούν από τη σημερινή Πόλη τον συγκλονιστικά οικουμενικό χαρακτήρα της. Σε πολύ πρώτο επίπεδο όμως, αφού, όπως αναφέρθηκε ήδη, μιλάμε για μία Πόλη με τόσο στιβαρό εκτόπισμα στον χρόνο και στον χώρο, το οποίο δεν τιθασεύεται και δεν συμμαζεύεται με τίποτα.
Καταληκτικά, από το 667πχ που ένας Έλληνας από τα Μέγαρα ίδρυσε την αποικία του Βυζαντίου, στον 9ο αιώνα μ.Χ, που στην τότε Κωνσταντινούπολη βρισκόταν το ένα τρίτο του παγκόσμιου πλούτου μέχρι την πραγματικά καθηλωτική εμπειρία των ημερών μας, όπου συσσωρεύονται και αναδεικνύονται όλα τα παραπάνω μαζί, αν υπάρχει ένα μέρος όπου η παρουσία, η δράση και η ιστορία του ανθρώπινου είδους σε συνεπαίρνει και πραγματικά σε αποστομώνει είναι η σημερινή Istanbul.
Έχοντας επισκεφθεί μέχρι σήμερα τέσσερις συνολικά φορές την πρωτεύουσα των πόλεων, έχω να πω μόνο πως κάθε φορά εντυπωσιάζομαι περισσότερο. What a place that is, μου έλεγε τις προάλλες ένας Ιταλός φίλος από τη Ρώμη, που είναι πολύ περήφανος κιόλας και τοπικιστής ως Ρωμαίος.
What a place that is, σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι. Και παραμιλώ!