Όταν ο πόλεμος λήξει, ο εχθρός θα είναι πιο ορατός;

Όταν ο πόλεμος λήξει, ο εχθρός θα είναι πιο ορατός;

Στην κεντρική φωτογραφία κονβόι από φορτηγά του στρατού στο Μπεργκάμο της Ιταλίας μεταφέρει εκατοντάδες νεκρούς (Μάρτιος 2020) 

 

Γράφει ο Χάρης Νικολαΐδης

“Είμαστε σε πόλεμο”, “Ο εχθρός είναι αόρατος”, “Πρέπει να παραμείνουμε στα καταφύγιά μας”. Η χρήση πολεμικής ρητορικής έχει διανύσει μίλια ολόκληρα για να φτάσει, εν έτει 2020 και αγκομαχώντας, εκ νέου κοντά μας, μέσα από οθόνες, στο σαλόνι μας. 

Απ’ τους μεγάλους, και πραγματικούς, πολέμους, στους οποίους οι στρατιώτες είναι αναλώσιμοι και οι πολίτες ενδέχεται να καταμετρηθούν ως αριθμοί στις παράπλευρες απώλειες, ερχόμαστε σήμερα και κάνουμε χρήση λέξεων που, αναπόφευκτα, δημιουργούν εικόνες που δεν αφορούν μόνο στον “πόλεμο” που διαδραματίζεται αλλά και στο “μεταπολεμικό” κλίμα που έπεται.  

Στους πολέμους, του κλασικού πεδίου, της γεωπολιτικής, υπήρχε ένας ξεκάθαρα προσδιορισμένος εχθρός σε αντίθεση με τον “αόρατο” που μας παρουσιάζεται μέσω κυβερνητικών διαγγελμάτων, ανά το παγκόσμιο, αυτή τη στιγμή. 

Με τη μάχη να δίνεται, αντί στο πολεμικό μέτωπο, στα νοσοκομεία, αυτό που ζητείται από τους πολίτες σήμερα, σ’ όλο τον κόσμο, είναι να συμβάλουν με την άμυνα, και όχι την επίθεση, μέσα από την απομόνωσή τους. 

Εάν οι παροτρύνσεις προς το κοινό αφορούν στην πρόνοια των κυβερνήσεων για τους πολίτες τους ή αν έρχονται να καλύψουν τα κυβερνητικά, και κατ’ επέκταση παγκόσμια, κενά ενός συστήματος που απέτυχε, ίσως να μην είναι η ώρα να συζητηθεί. 

Παρόλα αυτά δεν μπορεί να μην αποτελεί τροφή για σκέψη και ένα εύλογο επιχείρημα στην κοινωνική και οικονομική διαμόρφωση που, αναπόφευκτα θα ακολουθήσει. 

Την επιβολή της απομόνωσης, για την προστασία του ατόμου και των άλλων, την σεβόμαστε αλλά παράλληλα αναρωτιόμαστε, όταν τα περιοριστικά μέτρα σταδιακά χαλαρώσουν και εν τέλει τερματιστούν, τι έπεται; 

Θα είμαστε σε θέση να επανεξετάσουμε, οι δημοκρατικές κοινωνίες, την ανεπάρκεια του υφιστάμενου οικονομικού μοντέλου που μοστράρει με τα ρούχα των ολοένα και περισσότερων ιδιωτικοποίησεων, του διλήμματος μεταξύ των πενιχρών μισθών και της ανεργίας και των μονίμως υποστελεχωμένων κρατικών δομών; 

Θα λειτουργήσει η κοινή μας “υγειονομική” κρίση ως παράδειγμα, και ευκαιρία μαζί, όταν ο “πόλεμος” με τον “αόρατο” εχθρό θα έχει τελειώσει, ως μοχλός πίεσης για να αντιμετωπίσουμε οι κοινωνίες του κόσμου που μας φιλοξενεί, με σοβαρότητα, το κοινό μας μέλλον; 

Από την σημερινή τραγική συνθήκη, η ανθρωπότητα θα επιβιώσει. Όπως έκανε πάντοτε. Κι οι κήρυκες του πολέμου, οι γραφειοκράτες στρατηγοί του σε ολόκληρη την υφήλιο θα πρέπει να ανασυνταχθούν. Το ατομικιστικό και καταναλωτικό μοντέλο ζωής που προηγήθηκε στην μητροπολιτική ζούγκλα του δυτικού κόσμου, ίσως να πρέπει να μπει κάτω από το μικροσκόπιο. Κι οι πολίτες, όχι πλέον ως απλοί θεατές, πρέπει να συμβάλουν σε αυτό. 

Η ανθρώπινη Ιστορία μας υπενθυμίζει ότι αδιαφορεί για τα προσωπικά μας πλάνα. Είναι, εκ νέου, ξεκάθαρο ότι εξαρτώμαστε οι άνθρωποι ο ένας από τον άλλο. Ότι υπάρχουμε ο ένας σε σχέση με τον άλλο.  

  

Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, καλυμμένη από τον ζουρλομανδύα της πίστης στο “αόρατο χέρι” και της laissez-faire προσέγγισης, αυτή που δημιούργησε τις μεγαλύτερες ίσως ανισότητες στην ανθρώπινη ιστορία, νοσεί κι η ίδια. Η απομόνωση του ανθρώπου, που δεν αποτελεί συνθήκη των τελευταίων εβδομάδων, δεν είναι το αντίδοτο.  

Ο σύγχρονος κόσμος που βαφτίστηκε, κι εμείς κοιμισμένα τον αγκαλιάσαμε, ως “McWorld”, σήμερα ψυχομαχεί με την μοναξιά του. Μέσω “πολεμικών” διαγγελμάτων που απευθύνονται στους ανθρώπους-ιδιώτες που ο ίδιος δημιούργησε και που πρέπει, ξανά απ’ την αρχή, να εμπεδώσουν πως δεν υπάρχει άλλη οδός να ακολουθηθεί παρά αυτή της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με την κοινωνία. 

Το “πιο λίγο κράτος” που σταδιακά υιοθετήθηκε ανά το παγκόσμιο, η αμπαλαρισμένη προπαγάνδα, η “συλλογικότητα” και η “φιλανθρωπία” ως καραμέλες σε ομιλίες “ηγετών” και εμπορικά δελτία Τύπου, φάνηκε ότι δεν είναι αρκετά, εν καιρώ ειρήνης, να πολεμήσουν “αόρατους” εχθρούς. 

Οι άριστοι, οι κατέχοντες, οι τεχνοκράτες και οι τζάμπα survivors, ξεγυμνώνονται σήμερα μπροστά μας και την ίδια στιγμή αποκαλύπτουν την ανημπόρια των κοινωνιών, την ανημπόρια μας, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. 

Όταν το χειροκρότημα και το τραγούδι στερέψουν από τα μπαλκόνια των ανθρώπων, ίσως αντιληφθούμε ότι η δομή του κοινωνικοπολιτικού και πολιτιστικού μοντέλου της σημερινής ζωής, δεν έχει απαντήσεις για τα μεγάλα προβλήματα. 

Δεν είναι έτοιμο να αντιπαρατεθεί σε υγειονομικές και οικολογικές κρίσεις, στην τεχνολογική αποσταθεροποίηση που παρατηρείται και, ούτε καν, στην οικονομία που το ίδιο ξεγέννησε. 

Όταν τελειώσει όλο αυτό, στο “μεταπολεμικό” πλέον κλίμα, ας αναρωτηθούμε αν ήταν όντως αόρατος ο εχθρός που είχαμε να πολεμήσουμε στο κοινό μας σπίτι. 

Η ανθρωπότητα θα επιζήσει, η επιθυμία για ζωή θα εξακολουθεί να υπάρχει. Και το ερώτημα που πρέπει να επανέλθει, πιο δυνατό από ποτέ, δεν θα πρέπει να είναι αν θέλουμε να ζήσουμε αλλά πώς θέλουμε να ζήσουμε. 

Loader