Ανδρέας Αραούζος: «Η αλήθεια μπορεί να μπερδέψει, αν προσπαθήσεις να την εξηγήσεις»
Ο σκηνοθέτης της νέα παραγωγής της Κεντρικής Σκηνής του ΘΟΚ «Αμφιβολία» μιλά για την παράσταση και την καινούργια συνεργασία του με την Δέσποινα Μπεμπεδέλη
Η παράσταση αυτή σηματοδοτεί και την επιστροφή της Δέσποινας Μπεμπεδέλη στο κρατικό μας θέατρο μετά από 18 χρόνια η οποία ανέλαβε να ερμηνεύσει τον απαιτητικό ρόλο της αδελφής Αλοΐσιους.
Ο Ανδρέας Αραούζος, με την ίδια συγκίνηση σκηνοθετεί ξανά το συγκεκριμένο έργο 12 χρόνια μετά και θυμάται σαν να ήταν χθες εκείνη την δουλειά που σήμερα την αντιμετωπίζει ως μία εντελώς καινούργια δημιουργία.
Ανδρέα, σκηνοθέτησες το ίδιο έργο, με το οποίο δουλεύεις τώρα 12 χρόνια πριν. Τι άλλαξε σήμερα στην προσέγγισή σου, στο όραμά σου για αυτή την παράσταση και στην ιδιοσυγκρασία σου ως σκηνοθέτης;
Έχω την ίδια συγκίνηση με τη δομή κάθε σκηνής και σύνθεση κάθε διαλόγου από το έργο του Σάνλεϊ. Από την μια θυμάμαι το έργο σαν να ήταν χθες και από την άλλη είναι μια ολότελα καινούργια δημιουργία. Με τόσο βαθιά κείμενα, αλλά και με τόσο ταλαντούχους συνεργάτες η δουλειά μας-το ζωντανό θέαμα, δηλαδή-έχει το προνόμιο να είναι φρέσκια καθημερινά. Ανακαλύπτουμε συνεχώς τόσες πτυχές σε αυτές τις σχέσεις, τόσες λεπτομέρειες στην ιστορία που έφτιαξε ο συγγραφέας.
Για να γνωρίσει καλύτερα κι ο κόσμος που ίσως δεν γνωρίζει το έργο, μίλησε μας λίγο για αυτό το έργο του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ, με τι καταπιάνεται και τι θα δούμε επί σκηνής;
Είμαστε στο Μπρονξ το 1964 σε ένα καθολικό σχολείο. Η διευθύντρια, η αδελφή Αλοΐσιους είναι μια αυστηρή τηρητής της πειθαρχίας και νουθετεί την νεαρή αδελφή Τζέιμς να μην είναι τόσο αθώα. Ένα περιστατικό μεταξύ του μοναδικού μαύρου μαθητή στο σχολείο και του πατέρα Φλιν, ο οποίος διδάσκει στα παιδιά, τραβάει την προσοχή της διευθύντριας και φουντώνει πολύ σοβαρές υποψίες μέσα της.
Τι είναι αυτό που σε γοήτευσε και συνεχίζει να σε συναρπάζει μέχρι και σήμερα στο συγκεκριμένο έργο;
Το πώς με έναν απλό και συνάμα πολύπλευρο τρόπο, αυτός ο συγγραφέας μάς δείχνει την κυριαρχία του γκρίζου στη ζωή μας και κλονίζει τη φιλοσοφία του άσπρο-μαύρο. Πάντα το θεωρούσα μια πολύ σημαντική συνειδητοποίηση αυτό, και φαίνεται – πιστεύω – από τις επιλογές των έργων με τα οποία ασχολούμαι. Νομίζω, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η κατανόηση και η διαχείριση των πραγμάτων, η προσέγγιση στο πρόβλημα και όχι η πάγια κατηγοριοποίηση και κάθετη αντιμετώπιση. Ακόμα και οι κανόνες ενδέχεται να είναι πιο λειτουργικοί και δίκαιοι με την «κατά περίπτωση» εξέταση.
Το έργο αυτό γιατί χαρακτηρίζεται και ως παραβολή;
Διότι με μια μικρή και σύντομη θεατρική ιστορία, το έργο αγγίζει πολλά θέματα, βαθιά, ενοχλητικά, ουσιώδη, θέματα επιβίωσης, θέματα ηθικής και δικαιοσύνης, θέματα υπαρξιακά. Ο πατέρας Φλιν λέει ότι η αλήθεια μπορεί να μπερδέψει, αν προσπαθήσεις να την εξηγήσεις. Με τη φανταστική ιστορία μιας παραβολής, τα πράγματα ίσως απλοποιούνται για να μπορέσουμε να ανακαλύψουμε τους πιθανούς τρόπους επίλυσης των προβλημάτων μας. Ίσως, με παρόμοιο τρόπο θα εξηγούσαμε ένα αριθμητικό πρόβλημα σε ένα παιδί: χρησιμοποιώντας μήλα και απλούς αριθμούς «ένα, δύο, δέκα…» Έτσι, με την παραβολή μπορούν να δοθούν τα διδάγματα της θρησκείας προς τους πιστούς, με την παράσταση να δοθεί η τροφή για σκέψη από το θέατρο στους θεατές.
Ένα από τα κύρια ζητήματα του έργου είναι το πως θα έρθει στο φως η αλήθεια και πώς αυτή επηρεάζεται από τις αμφιβολίες. Τελικά, νικάει πάντα η αλήθεια και κατ’ επέκταση το καλό;
Μα τι γίνεται αν η αλήθεια δεν φανερωθεί ποτέ…; Τότε τι γίνεται; Νομίζω αυτό εξετάζει το έργο μας. Καμιά φορά τα πράγματα δεν είναι όπως στο σύμπαν της Άγκαθα Κρίστη – στη ζωή μπορεί να μην μάθουμε ποτέ «ποιος το έκανε»! Το θέμα είναι με ποιο τρόπο θα συνεχίσουμε τη ζωή μας και θα αντιμετωπίζουμε τους γύρω μας. Το θέμα είναι πώς θα κοιμόμαστε το βράδυ…
Τι ήταν αυτό που σε παίδεψε περισσότερο σκηνοθετώντας την συγκεκριμένη παράσταση;
Τίποτα δεν με παίδεψε – και αυτό δε σημαίνει ότι η δουλειά μου ήταν εύκολη. Είναι η περίπτωση που η πρόκληση με ενθουσιάζει. Με ενθαρρύνει να δουλέψω, να εμβαθύνω, να δημιουργήσω. Κάποιες φορές φεύγω από την πρόβα και ανυπομονώ για το επόμενο πρωί που θα επιστρέψω. Όταν τα υλικά είναι τόσο αγνά και ποιοτικά, όπως το έργο αυτό, η τετράδα των ηθοποιών αυτών, οι τεχνικοί συνεργάτες μου και, σαφώς, η αίθουσα «Εύης Γαβριηλίδης» στο κρατικό μας θέατρο!
Δεν είναι η πρώτη φορά που συνεργάζεσαι με την Δέσποινα Μπεμπεδέλη. Μίλησε μας γι’ αυτή τη συνεργασία σας και πώς είναι να την σκηνοθετείς;
Η τιμή είναι τεράστια, αλλά η τιμή δε σταματάει με το όνομά μου να είναι δίπλα από το δικό της. Η τιμή είναι η πρόβα μαζί της, η ανταλλαγή, η συμπεριφορά, η σχέση. Και νομίζω ένα από αυτά που μας έφερε κοντά την πρώτη φορά, αλλά και τη δεύτερη, είναι η κοινή αγάπη για τα κείμενα και η αισθητική στο θεατρικό όραμα. Εκτός από το συναρπαστικό σκηνικό αποτέλεσμα, έχει τόσα να προσφέρει (να διδάξει, στην ουσία) με την εμπειρία της και το προσωπικό της θεατρικό ένστικτο, και όμως στην πρόβα γίνεται ένα υπόδειγμα ηθοποιού που αναμένει οδηγίες για εκτέλεση ενός οράματος. Αυτός ο σεβασμός – για τον σκηνοθέτη, για το έργο, για τους συνεργάτες – είναι σπάνιο δείγμα και, προφανώς, καθόλου τυχαίο!
Είσαι ένας σκηνοθέτης που έχεις ανεβάσει έργα που έγιναν ταινίες. Πόσο αυτό διευκολύνει ή δυσκολεύει τη δουλειά ενός θεατρικού σκηνοθέτη;
Δεν έχω απάντηση για αυτό. Τα κείμενα και ο διάλογος είναι που με εμπνέουν πάντα, και τα ίδια αυτά κείμενα είναι και τα εργαλεία μου – και των συνεργατών μου – για έμπνευση, για οραματισμό και για σκηνική υλοποίηση. Δουλειά μας είναι να ζωντανεύουμε θεατρικά κείμενα, όχι να φτιάχνουμε αναπαράσταση κινηματογράφου στη σκηνή.
Ενστερνίζεσαι την άποψη ότι μία θεατρική παράσταση είναι ο σκηνοθέτης και οι ευθύνες βαραίνουν σε μεγαλύτερο βαθμό εκείνον;
Δικαίως, είναι ο πρώτος που υπογράφει μια παράσταση. Όλα φέρουν το «άρωμά» του, τη δική «μουσική». Θέλει πολύ ακονισμένη αντίληψη και εμπειρία κανείς για να μπορέσει να διαφοροποιήσει και να αποδώσει ευθύνες υποκριτικές ή σκηνοθετικές (ή οτιδήποτε άλλο) σε μια παράσταση. Αλλά το θέαμα, ο ρυθμός, η αισθητική και, γενικά, οι περισσότερες επιλογές που επιφέρουν το αποτέλεσμα θα έλεγα ναι… τον βαραίνουν εκείνον ή εκείνην.
>> Το έργο «Αμφιβολία» του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ που σκηνοθετεί ο Ανδρέας Αραούζος κάνει πρεμιέρα στην Κεντρική Σκηνή Εύης Γαβριηλίδης του ΘΟΚ την Παρασκευή 4 Νοεμβρίου στις 20:30. Τακτικές παραστάσεις κάθε Παρασκευή, Σάββατο στις 20:30 και Κυριακή στις 18:00. Περισσότερα ΕΔΩ
Φωτογραφίες: Νίκος Μυλωνάς, Κατερίνα Τσέβα