Squid Game: Γιατί μια ζοφερή, αιματοβαμμένη κορεάτικη σειρά τρέλανε όλον τον πλανήτη;
Υπάρχει μία ανατροπή στο δεύτερο επεισόδιο του Squid Game που αλλάζει τα δεδομένα σε τέτοιο βαθμό που πλέον η ήδη δυσβάσταχτη θέαση γίνεται σχεδόν ανυπόφορη. Τονίζει επίσης ακόμα περισσότερο το χάσμα μεταξύ της Κορέας της Samsung, της K-pop και των ουρανοξυστών της Σεούλ με εκείνης των παρασιτικών φτωχοδιάβολων του Parasite που ζουν σε υπόγεια ή διαμερίσματα-σπιρτόκουτα. Κι αυτό ακριβώς είναι το point αυτής της υπερβίαιης, ζοφερής, ανέλπιδης και ψυχοβγαλικής κορεάτικης σειράς του Netflix που σάρωσε την υφήλιο γρηγορότερα κι από την Covid-19 (έβαλε ήδη πλώρη να γίνει το δημοφιλέστερο Netflix original στην ιστορία)
Η πλοκή δεν είναι κάτι καινούργιο για όποιον είναι εξοικειωμένος με το γιαπωνέζικο λουτρό αίματος Battle Royale ή το διασημότερο χολιγουντιανό του ξεπατίκωμα The Hunger Games (αν και προηγήθηκε το ιταλο-γαλλικό The 10th Victim του 1965 όπου πλούσιοι και φτωχοί αλληλοσκοτώνονται σε ένα τηλεοπτικό παιχνίδι που έχει αντικαταστήσει τους πολέμους): 456 άνθρωποι από διαφορετικά υπόβαθρα αλλά όλοι τους με κοινό την απελπισία και τα υπέρογκα χρέη, δέχονται να συμμετάσχουν σε ένα περίεργο τουρνουά που διοργανώνουν κάτι μασκοφόροι τύποι σε μια άγνωστη τοποθεσία (και ναι, είναι ο Gong Yoo, ο πατέρας που τα έβαλε με ορδές ζόμπι στο Train to Busan, στον ρόλο του κουστουμάτου που μυήει τον πρωταγωνιστή στο παιχνίδι).
Το δέλεαρ τεράστιο: Θα πρέπει να παίξουν έξι παιδικά παιχνίδια και ο τελικός νικητής θα φύγει με 46.5 δισ. γουόν (περ. 33,8 εκατ. ευρώ). Το catch; To μαθαίνουμε κατά τη διάρκεια του πρώτου παιχνιδιού που τιτλοφορείται Red Light, Green Light ενώ εμείς το ξέρουμε ως “αγάλματα”. Μια τεράστια και creepy as hell κούκλα τα φυλάει και οι παίκτες πρέπει να προχωρούν προς τη γραμμή του τερματισμού. Μόλις η κούκλα γυρίσει εκείνοι θα πρέπει να μείνουν εντελώς ακίνητοι καθώς αυτή σκανάρει τον χώρο για να εντοπίσει την παραμικρή κίνηση. Όποιος κουνηθεί χάνει. Ή πιο σωστά… εκτελείται στην ψύχρα από ακροβολισμένους snipers! Και η παιδική χαρά μετατρέπεται σε κανονικό σφαγείο.
Καλώς ήρθατε στον θαυμαστό κόσμο της κορεάτικης τηλεόρασης, εκεί όπου συνυπάρχουν αρμονικά η σπουδή χαρακτήρων, το έντονο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο και το ακραίο splatter!
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ >> Squid Game: Για μία δεκαετία δεν το ήθελε κανείς. Τώρα κάνει θραύση στο Netflix
Η σειρά εστιάζει σε μια χούφτα χαρακτήρες που ξέρουμε ότι θα επιβιώνουν τουλάχιστον τα πρώτα παιχνίδια. Κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ο Seong Gi-hun (ο εκπληκτικός Lee Jung-jae), ένας αμετανόητος τζογαδόρος που ζει με τη μάνα του και προσπαθεί να χτίσει μια σχέση της προκοπής με την κορούλα του. Μαζί του ο παιδικός του φίλος Cho Sang-woo (Park Hae-soo) κάποτε το παιδί-θαύμα και καμάρι της φτωχογειτονιάς αλλά τώρα καταζητούμενος για κατάχρηση χρημάτων πελατών του (τους βλέπουμε ως παιδιά στην εναρκτήρια σκηνή να παίζουν το επώνυμο Squid Game, ένα βίαιο παιχνίδι κατάκτησης και αντίστασης), μία βορειοκορεάτισσα αυτομολημένη (από πολλές απόψεις) που θέλει να μαζέψει χρήματα για να φέρει στον νότο τα επιζώντα μέλη της οικογένειά της (το μοντέλο Jung Ho-yeon στην πρώτη της υποκριτική απόπειρα και ΔΕΝ της φαίνεται με τίποτα), ένας Πακιστανός μετανάστης και ένας γέρος με όγκο στον εγκέφαλο που προτιμά να παίξει παρά να περιμένει να πεθάνει στον έξω κόσμο.
Υπάρχουν βέβαια και οι κακοί (αν και εδώ που τα λέμε όλοι τους είναι κομματάκι προβληματικοί) όπως ένας αδίστακτος γκάνγκστερ με χρέη και μία πανέξυπνη μεν αλλά εκνευριστική και χειραγωγική γυναίκα που αλλάζει στρατόπεδα ευκολότερα κι απ’ τον Λιλλήκα, καθώς και ένας μπάτσος που καταφέρνει να παρεισφρήσει στις εγκαταστάσεις αναζητώντας τον αγνοούμενο αδελφό του.
Τι κάνει όμως μια σειρά με αυτή την κατάμαυρη θεματική τόσο δημοφιλή και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο κι ανάμεσα σε διαφορετικούς ή διαμετρικά αντίθετους πολιτισμούς; Η κορεάτικη τηλεόραση ήταν το Netflix πριν το Netflix, μία βιομηχανία που έφτιαχνε σειρές υπερπαραγωγές όλων των ειδών που αν και πατούσαν σε τοπικές θεματικές, ιστορία, έθιμα και θρύλους, είχαν πάντα μια οικουμενική απήχηση ίσως λόγω (εκτός του ότι είναι απλά γαμάτες) του βασικότερου συστατικού: οι ταξικές διαφορές με τις οποίες το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού μπορεί να ταυτιστεί (μαντεύετε ποιο είναι το υπόλοιπο 1%). Οι ρίζες αυτού του συνδυασμού άγριας ομορφιάς, λυρισμού, κοινωνικού προβληματισμού και ακραίας βίας μπορεί να αναζητηθεί στην ίδια την ιστορία της σύγχρονης Κορέας: Όσο να πεις η ιαπωνική κατοχή, ο πόλεμος της Κορέας, σχεδόν 40 χρόνια βάναυσης δικτατορίας και οι οικονομικές κρίσεις άφησαν βαθιά τραύματα που αντανακλώνται σχεδόν σε όλο το φάσμα της κουλτούρας. Δείτε επίσης τις ταινίες Parasite (2019), The Host (2007), Snowpiercer (2013), Burning (2018), Veteran (2015), Inside Men (2015) ή τα τηλεοπτικά Kingdom, D.P., Signal & Stranger για να πάρετε μια ιδέα πόσο βαθιά πάει η πληγή.
Στην περίπτωση του Squid Game εκτός από το έντονο κοινωνικό σχόλιο (είναι ίσως η πιο… αριστερή σειρά του γίγαντα του streaming), ρόλο στο να καταστεί η απόλυτη must-see εμπειρία της εποχής έπαιξαν οι σπαρακτικά πειστικές ερμηνείες, τα σουρεαλιστικά σκηνικά και η αριστοτεχνική δομή που δεν σε αφήνει να ξεκολλήσεις παρά το γεγονός ότι όσο προχωράει η πλοκή τόσο πιο δυσβάσταχτο γίνεται το ψυχολογικό βάρος τόσο των ηρώων όσο και του θεατή. Και παρά την εξαντλητική διάρκεια (8 από τα 9 επεισόδια είναι κοντά στην ώρα) δεν δείχνει παραφουσκωμένο -σε αντίθεση με πολλές σειρές του streaming- και δεν κάνει ποτέ κοιλιά, απεναντίας κάθε επεισόδιο τελειώνει σε σημείο που δεν μπορείς να περιμένεις ούτε τα πέντε δεύτερα για να φορτώσει αυτόματα το επόμενο.
Οπότε ναι, πιστέψτε το hype. Το Squid Game προσφέρεται για εμμονική θέαση που θα κάνετε καιρό να ξεπεράσετε. Και μπορεί κανένα καλαμάρι να βλάφτηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, δεν μπορώ να πω το ίδιο και για έναν πολύ συγκεκριμένο καλαμαρά που το είδε…
Πρώτη δημοσίευση στο Limassol Today