Η φάπα στον Θεμιστοκλέους είναι θρίαμβος της ελευθερίας και ΟΧΙ της ποινικοποίησης της έκφρασης
Όταν τον Απρίλιο του 2010 ο πολύς Ανδρέας Θεμιστοκλέους, τότε βουλευτής Λεμεσού του ΔΗΣΥ, ταύτιζε σε εκπομπή του Astra την ομοφυλοφιλία με την κτηνοβασία, τη νεκροφιλία και τον φόνο(!) εναντιώμενος στο υπό ψήφιση εκείνη την περίοδο νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης, πίστευε ότι μιλούσε εκ του ασφαλούς, έχοντας την αυτονόητη, σιωπηρή αποδοχή της πλειοψηφίας της βαθιά συντηρητικής και θρησκευόμενης κυπριακής κοινωνίας που -όπως κι εκείνος- δεν σηκώνει τέτοια πουστλίκια.
Γι’ αυτό όταν στη συνέχεια ο “Πολίτης” και ο Κώστας Κωνσταντίνου τού άνοιξαν δεύτερη κωλοτρυπίδα μέσω της αρθρογραφίας τους (μαζί με ένα σεβαστό, υγιές, κομμάτι της κοινωνίας που τον περιέλαβε στα σόσιαλ) ο μυστακοφόρος αυτόκλητος υπερασπιστής της βαρβατίλας και των χρηστών ηθών αφού αιφνιδιάστηκε από το θράσος των θυμάτων να -άκουσον, άκουσον- αντιδράσουν στον οχετό του στη συνέχεια κίνησε αγωγή εναντίον του δημοσιογράφου και της εφημερίδας γιατί είναι γνωστό άλλωστε πως το θράσος περισσεύει στον #pellotopos και σύντομα θα αντικαταστήσει το χαλούμι (που ούτως ή άλλως χάσαμε) ως κύριο εξαγώγιμο προϊόν.
Επειδή σ’ αυτή τη χώρα στο fast track μπαίνουν μόνο οι πύργοι και τα χρυσοπληρωμένα διαβατήρια, η υπόθεση πήρε μόλις εννέα (!) χρόνια να εκδικαστεί και η αγωγή του Θεμιστοκλέους συνετρίβη θεαματικότερα κι απ’ την πολιτική του καριέρα. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «το επίδικο δημοσίευμα δεν μπορεί να θεωρηθεί δυσφημιστικό διότι ένας πολιτικός, ο οποίος δεν έχει κανένα πρόβλημα να εκφράζεται με τον τρόπο που εκφράστηκε δημόσιως δεν θα πρέπει να είναι τόσο ευαίσθητος στην έντονη ή και σκληρή κριτική». Επίσης τα σχόλια του Κώστα Κωνσταντίνου για τον ρατσιστικό λόγο που παρήγαγε ο πρώην βουλευτής του ΔΗΣΥ, κρίθηκαν από το δικαστήριο ότι «είχαν πραγματικό υπόβαθρο και ότι έγιναν εύλογα και έντιμα» ενώ στην απόφαση σημειώνεται πως «ακόμα και αν κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το επίδικο δημοσίευμα ήταν δυσφημιστικό, η αγωγή δεν επιτύγχανε, καθώς το δημοσίευμα θα θεωρείτο εύλογο σχόλιο για θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος».
Η απόφαση προκάλεσε όπως ήταν φυσικό ευφορία όχι μόνο στους εναγόμενους αλλά και στο υγιώς σκεπτόμενο κομμάτι της κοινωνίας που πολέμησε αυτή τη χυδαία ρητορική μίσους εκ μέρους του Λεμεσιανού μαθηματικού (ευχόμαστε αυτή να είναι και η μοναδική του ιδιότητα από δω και πέρα) καθώς αποτελεί μία ξεκάθαρη νίκη της δημοκρατίας, της ελευθερίας της έκφρασης και φυσικά της αντιμετώπισης της ρητορικής μίσους με καυστικό, επιθετικό λόγο, σκληρή σάτιρα και ισοπεδωτικό τρολάρισμα και ΟΧΙ αγωγές και μηνύσεις. Γιατί κάπου μέσα στους πανηγυρισμούς και τη θριαμβολογία, χάθηκε το αληθινό νόημα: το δικαστήριο ΔΕΝ καταδίκασε τον Θεμιστοκλέους για ρατσιστικό λόγο (δεν εκδικάστηκε καν κάτι τέτοιο) αλλά αντίθετα κατοχύρωσε το δικαίωμα σε όλους εμάς να τσακίσουμε αυτόν τον ρατσιστικό λόγο με όλες μας τις δυνάμεις, είτε μέσω αρθρογραφίας, ραδιοφωνικού λόγου ή/και ανελέητου ιντερνετικού τρολαρίσματος και μάλιστα χωρίς περιορισμούς στον τόνο και το ύφος (τα άρθρα του Κωστή ήσαν όσο σκληρά και αδυσώπητα αρμόζει στον οχετό που εξαπέλυσε ο Θεμιστοκλέους).
Όταν έγραφα εδώ για το πόσο κακή ιδέα βρίσκω μια πιθανή ποινική δίωξη του Μητροπολίτη Μόρφου για τις διαβόητες πια μπούρδες περί πρωκτικού σεξ, ο Κώστας ήταν ένας απ’ τους αρκετούς ομοϊδεάτες μου που διαφώνησαν ανοιχτά υποστηρίζοντας δικαστικά αντίποινα σε όσους διασπείρουν το μίσος βάσει του αντιρατσιστικού νόμου. Σεβαστή η άποψη και συμφωνώ σε περιπτώσεις όπου υπάρχει ξεκάθαρη απειλή για χρήση βίας ή υποκίνηση σ’ αυτή, όμως επιμένω πως έτσι κι αρχίσουμε να μοιράζουμε αγωγές δεξιά και ακροδεξιά για όποια μαλακία ξεστομίζει ο κάθε ψεκασμένος α άλλη δουλειά δεν θα κάνουμε και β και πιο σημαντικό, θ’ ανοίξουμε το Κουτί της Πανδώρας προσπαθώντας να αποδείξουμε τι θεωρείται ρατσισμός και τι όχι σε μια χώρα που ακόμα και τα δηλωμένα ρατσιστόμουτρα ... κλαίγονται ότι πέφτουν θύματα ρατσισμού. Προσωπικά προτιμώ την απόλυτη ελευθερία της έκφρασης από οποιονδήποτε νόμο που την ποινικοποιεί και αύριο-μεθαύριο μπορεί να στραφεί εναντίον μου.
Ο Κώστας χαρακτήρισε την απόφαση ως την ευτυχέστερη στιγμή της καριέρας του και όχι άδικα αν σκεφτεί κανείς το σθένος και την υπομονή που απαιτείται όταν έχεις τον κάθε Θεμιστοκλέους όχι να να σου επιτίθεται χυδαία και προσβλητικά χωρίς να σε γνωρίζει και με γνώμονα τη σεξουαλική σου ταυτότητα (και κάποιες απαρχαιωμένες θρησκευτικές αντιλήψεις γι’ αυτή έχοντας μάλιστα και τη σιωπηρή υποστήριξη ενός μεγάλου κόμματος όπως ο ΔΗΣΥ, αλλά επιπρόσθετα να σε σέρνει στα δικαστήρια επειδή του απάντησες όπως του αξίζει. Κι εκεί ακριβώς κρύβεται η ομορφιά της δικαστικής απόφασης. Στο ότι επιτρέπει το μίσος να λαμβάνει την κατάλληλη απάντηση. Να το τσακίζεις, να το ισοπεδώνεις, να το ξεμπροστιάζεις, να το ξεφτιλίζεις, να το λιώνεις σαν κατσαρίδα, να το τρολάρεις μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή τελειώσει η πλατεία Ελευθερίας (όποιο συμβεί πρώτο - κι αν δεν μπορείς να το κάνεις, πάντα θα υπάρχουν άλλοι πρόθυμοι να το κάνουν για σένα.
Ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους μετά από εκείνη την ιστορία απέτυχε να εκλεγεί στις εκλογές του 2011, έγινε βουλευτής από σπόντα το 2013 μετά την εκλογή Αναστασιάδη στην προεδρία για να τον ξεράσει το σύστημα οριστικά στις βουλευτικές του 2016. Από τότε έχει υποβαθμιστεί σε ένα θλιβερό, αξιοθρήνητο κι ασήμαντο ανθρωπάκι που -πιθανότατα- κάθεται στον υπολογιστή με τη λεκιασμένη αμάνικη, καταβροχθίζοντας πόμπες και ποστάροντας διαταραγμένα λογύδρια κάπου στο κωλάντερο του Facebook όπου δεν μπορούν να αγγίξουν έστω κι έναν χρήστη με στοιχειώδη αισθητική και νοημοσύνη.
Και δεν μπορώ να φανταστώ πιο ταιριαστή τιμωρία για το συγκεκριμένο άτομο, παρά έστω και μια μέρα στο εδώλιο ή πίσω απ’ τα κάγκελα που θα προκαλούσε -κακά τα ψέματα- μία μικρή θλίψη μέσα μας. Γιατί ας μην ξεχνάμε πως δεν είμαστε σαν αυτούς, ούτε θα γίνουμε ποτέ.