Λόγω brain drain έχασε η Ελλάδα πάνω από 15 δισ. ευρώ
Συνυπολογίζοντας τους 450.000 Έλληνες που έφυγαν, η κρατική δαπάνη για κάθε άτομο, κατά μέσο όρο ανέρχεται σε 34.000 ευρώ.
Η μεγάλη φυγή έμψυχου επιστημονικού πλούτου της χώρας το διάστημα 2008-2016 άφησε “ζημιά” στην Ελλάδα άνω των 15 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με σχετική μελέτη, του επίκουρου καθηγητή του ΕΜΠ, Σπύρου Παπαευθυμίου, που παρουσιάζει η “Καθημερινή της Κυριακής”.
Πως προκύπτει αυτό το τεράστιο ποσό; Συνυπολογίζοντας τους 450.000 Έλληνες πτυχιούχους, κυρίως, που έφυγαν, με την κρατική δαπάνη για κάθε άτομο από τα μαθητικά θρανία έως την αποφοίτηση από ΑΕΙ, η οποία κατά μέσο όρο ανέρχεται σε 34.000 ευρώ.
Τον αριθμό, αλλά και την “ποιότητα” αυτών που εγκατέλειψαν τη χώρα επιβεβαιώνει η μελέτη της KPMG, με θέμα την αγορά εργασίας και τη μετανάστευση των Ελλήνων. Σύμφωνα με αυτή, η πλειονότητα τους είχε περάσει από κάποιο έδρανο πανεπιστημίου ή ΤΕΙ και μπορούσε να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της μετανάστευσης (αλλαγή περιβάλλοντος, δεξιότητες κ.λ.π.). Η έρευνα υπολογίζει το κόστος του brain drain 15,3 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο “χαρίστηκε” στις χώρες υποδοχής των Ελλήνων επιστημόνων.
Βέβαια, πέραν της οικονομικής κρίσης, η φυγή είναι απόρροια και της γενικότερης αναξιοκρατίας, της φαυλότητας, καθώς και των μικροκομματικών και ψηφοθηρικών πρακτικών που συναντώνται σε όλο το φάσμα της δημόσιας διακυβέρνησης.
Όπως αναφέρει ο κ. Παπαευθυμίου, “μόνος τρόπος για να ανακάμψει η Ελλάδα είναι να επενδύσει σε δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας”, με συνεργασία του κρατικού με τον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να αδιαφορούμε για την διασύνδεση της γνώσης με την παραγωγή και την ανάπτυξη.
Όμως για να υλοποιηθεί ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που δεν θα διώχνει από τη χώρα τους υψηλά καταρτισμένους νέους, θα πρέπει αν συντρέχουν κάποιες συνθήκες. “Δεν γίνεται να μειώνουμε τους όρους διαφάνειας στο κράτος, να καταστρατηγούμε το ΑΣΕΠ, να καταργούμε τη Διαύγεια, να μειώνουμε οριζόντια τις δαπάνες, να μην απολύουμε τους επίορκους, να μην εκδικάζουμε δικαστικές υποθέσεις σε εύλογο χρόνο, να μην αντιμετωπίζουμε όλους τους πολίτες ισότιμα”, καταλήγει ο . Παπαευθυμίου.