Άννα Κουκκίδη-Προκοπίου: Ποσόστωση, η συνειδητοποιημένη παρέμβαση

Άννα Κουκκίδη-Προκοπίου: Ποσόστωση, η συνειδητοποιημένη παρέμβαση

Άννα Κουκκίδη-Προκοπίου: Ποσόστωση, η συνειδητοποιημένη παρέμβαση

Γράφει η Άννα Κουκκίδη-Προκοπίου, Πρόεδρος ΑΙΦΠΕ Κύπρου-Γυναίκες της Ευρώπης

Η ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, δηλαδή της απουσίας γυναικών από τα κέντρα λήψεως αποφάσεων, προαπαιτεί αλλαγή δομής και νοοτροπίας της ίδιας της κοινωνίας και καταπολέμηση των έμφυλων στερεότυπων. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί από μόνο του. Η αλλαγή δεν έρχεται ποτέ ως μάννα εξ ουρανού. Απαιτεί εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων και πολιτικής προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, ακριβώς όπως έχει συμβεί και με άλλα ζητήματα ισότητας στο παρελθόν. Το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας ή ακόμα και της πρόσβασης σε συγκεκριμένους κλάδους στην αγορά εργασίας, η άδεια μητρότητας, δεν έγιναν πραγματικότητα έτσι ξαφνικά, αλλά μετά από σκληρούς αγώνες του φεμινιστικού κινήματος, οι οποίοι προκάλεσαν ή ακόμα και εξανάγκασαν μια τέτοια παρέμβαση (‘disruption’, αν θέλετε) στις ιστορικές συνήθειες αιώνων της κοινωνίας, της οικονομίας, της πολιτείας.

Οι ποσοστώσεις αποτελούν ακριβώς ένα τέτοιο είδος συνειδητοποιημένης παρέμβασης, ευελπιστώντας πάντα ότι θα αποτελούν ένα προσωρινό μέτρο, του οποίου η χρήση θα καταστεί μη αναγκαία με την πάροδο κάποιων χρόνων, ακριβώς όπως έχει συμβεί πλέον στις Σκανδιναβικές χώρες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Αναστασία Παπαδοπούλου

Αν πάρουμε μια πρόσφατη περίπτωση εφαρμογής ποσοστώσεων στα ΔΣ μεγάλων εταιριών, όπως έχει συμβεί στη Γαλλία, θα δούμε ότι η νομοθετική απαίτηση του 2011 για τουλάχιστον 20% των μελών τέτοιων συμβουλίων να είναι γυναίκες άλλαξε άρδην το σκηνικό. Ενώ το 2007, οι 40 μεγαλύτεροι επιχειρηματικοί οργανισμοί είχαν μόνο 8.5% γυναίκες στα διοικητικά τους συμβούλια, μετά την εφαρμογή της ποσόστωσης, το ποσοστό γυναικών ανέρχεται στο 30%, ποσοστό μεγαλύτερο από το μίνιμουμ της νομοθετικής απαίτησης. Τα οικονομικά οφέλη τα οποία αποκομίζουν οι εταιρίες στις οποίες συμμετέχει ικανοποιητικό ποσοστό γυναικών σε θέσεις λήψης αποφάσεων έχει αποδειχθεί επανειλημμένα, σε επίπεδο μακροχρόνιας κερδοφορίας, διαχείρισης ρίσκου και διαφθοράς κτλ.

Αν πράγματι οι γυναίκες δεν ενδιαφέρονται να διεκδικήσουν θέσεις εξουσίας, αυτό θα έπρεπε να μας ανησυχήσει πολύ. Είναι αποδεδειγμένο ότι δύσκολα οι γυναίκες αυτό-προτείνονται για οποιαδήποτε θέση. Στην περίπτωση της χρήσης ποσοστώσεων αυτό το πρόβλημα λύνεται. Γιατί οι γυναίκες δύσκολα δημοσιοποιούν την επιθυμία τους για μια σημαντική θέση; Αφενός, γιατί η φιλοδοξία για τις γυναίκες θεωρείται κατακριτέο, θανάσιμο αμάρτημα και αφετέρου, γιατί υπάρχει ένα χάσμα αυτοπεποίθησης (confidence gap) μεταξύ ανδρών και γυναικών, στο οποίο σταδιακά οι ποσοστώσεις συμβάλλουν στο να κλείσει.

Να σημειώσουμε ότι το χάσμα αυτοπεποίθησης μεταξύ των φύλων δεν προέρχεται από χάσμα προσόντων, αφού τις περισσότερες φορές οι γυναίκες σε σημαντικές θέσεις πληρούν και με το παραπάνω τα κριτήρια. Πρόσφατο παράδειγμα, οι (λιγοστές) γυναίκες που διορίστηκαν στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, οι οποίες είναι σχεδόν όλες high-flyers, με άριστα ακαδημαϊκά προσόντα και εξέχουσα επαγγελματική εμπειρία. Στους πρόσφατους διορισμούς στα υψηλά δώματα της ΕΕ, να θυμίσω, επίσης, ότι το φως της δημοσιότητας, με κριτική διάθεση, έπεσε στους ‘εξαναγκαστικούς’ διορισμούς δύο επιτυχημένων επαγγελματιών, της Ούρσουλα φον ντεν Λάγεν και της Κριστίν Λαγκάρντ, εις το όνομα της ισομερούς συμμετοχής των φύλων, αλλά κανείς δεν ασχολήθηκε με τους διορισμούς αρσενικών μετριοτήτων σε άλλες θέσεις κλειδιά.

Σημαντικό είναι, επίσης, ότι οι ποσοστώσεις συνεισφέρουν στη δημιουργία γυναικών-προτύπων για τις νεότερες γενιές και στην αλλαγή των στερεοτύπων στα οποία έχουν συνηθίσει άντρες και γυναίκες. Είναι απόλυτα φυσιολογικό οι άντρες (αφού αυτοί βρίσκονται κατά κύριο λόγο στις θέσεις εξουσίας) να επιλέγουν άτομα κατ’ εικόνα και ομοίωση τους- δηλαδή άλλους άντρες.

Δύσκολα θα βγουν από το comfort zone τους, την πεπατημένη, να ψάξουν να βρουν γυναίκες για απαραίτητους διορισμούς, εκτός κι αν αναγκαστούν, μέσω των ποσοστώσεων, να το πράξουν.

Οι ποσοστώσεις είναι απαραίτητες, γιατί η παρουσία, εκπροσώπηση και συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων σήμερα παραμένει το ζητούμενο για οποιαδήποτε αλλαγή συμβεί αύριο. Έτσι κι αλλιώς, ας μην αυταπατόμαστε ότι οι άντρες από μόνοι τους θα δημιουργήσουν τις συνθήκες που θα πείσουν ή θα βοηθήσουν την αποδοχή ή τη διεκδίκηση θέσεων εξουσίας από το γυναικείο φύλο, αφού, γενικότερα, οι περισσότεροι δεν το θεωρούν απαραίτητο και ούτε καν δική τους υπόθεση.

Αν υπήρχαν, λοιπόν, περισσότερες γυναίκες στα κέντρα λήψης αποφάσεων, θα ήταν ίσως πιο εύκολο να γινόταν αντιληπτό σε θεσμούς και οργανισμούς η σημασία εξισορρόπησης, λόγου χάριν, οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής ή το πρόβλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης, ειδικότερα αν οι γυναίκες που βρίσκονταν σε θέσεις-κλειδιά ήταν ευαισθητοποιημένες σε θέματα ισότητας των φύλων και αποφασισμένες να φέρουν την αλλαγή.

Loader