Βρετανική εντροπία

Βρετανική εντροπία

Ένα reality check για την πορεία της Ένωσης

Βρετανική εντροπία

O Uberto Eco έγραψε κάποτε ότι χάρη σε μια εγελιανή επιταγή που θέλει να πορεύονται τα πράγματα όπως επιβάλλει μια ορθολογική πραγματικότητα, η Ευρώπη ή θα γίνει ευρωπαϊκή ή θα κατακερματιστεί. Με την απόφαση του χτεσινού Βρετανικού δημοψηφίσματος, τα θεμέλια του Ευρωπαικού οικοδομήματος φαίνεται να σείονται συθέμελα, δημιουργώντας έτσι ένα επικίνδυνο προηγούμενο για το μέλλον της Ένωσης που ελλοχεύει τον κίνδυνο του domino effect.

Υποκύπτωντας στο κάλεσμα και τις προκλήσεις των ευρωφοβικών, ο Cameron έφερε το δημοψήφισμα που υποσχέθηκε πριν τις τελευταίες εκλογές. Ήταν μια υπόσχεση που ρεαλιστικά, δεν περίμενε ότι θα χρειαστεί να υλοποιήσει, αφού κάθε άλλο παρα βέβαιη φαινόταν η επανεκλογή του, τουλάχιστον όχι όσο κουβαλούσε ακόμα την φθορά της προηγούμενης διακυβέρνησης και τις σαρωτικές πολιτικές λιτότητας των Συντηρητικών.

Προσωπικά αισθάνομαι υπερήφανη που τo Λονδίνο τάχθηκε υπερ της παραμονής της Βρετανίας στην Ευρώπη. Δεν μπορώ να μιλήσω για ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο αλλα από την πόλη που μου έδωσε την ευκαιρία να μορφωθώ, να ζω και να δημιουργώ, δεν θα περίμενα ποτέ τίποτα λιγότερο.

Παρόλες τις δικές μου προσωπικές προκαταλήψεις κατα του Brexit, τους τελευταίους μήνες προσπάθησα να καταλάβω και τα δυο στρατόπεδα. Τα τοποθετεί πολύ ωραία και το Economist σε αυτό εδώ το διάγραμμα.

Με ξεκάθαρη επικοινωνιακή τακτική, οι οπαδοί του Brexit (Leave campaign) επιστράτευσαν μεταξύ άλλων έναν άκρατο λαϊκισμό και κορώνες εθνικού παροξυσμού για την ανάκτηση της Βρετανικής κυριαρχίας που προφανώς έπιασαν τόπο. Βασίστηκαν ακόμα στην θέση ισχύος της Βρετανίας στον παγκόσμιο οικονομικό πίνακα (η 5η μεγαλύτερη οικονομία – αν και μετά την σημερινή κατρακύλα των αγορών, την θέση της φαίνεται να έχει διαδεχθεί η Γαλλία).

Πιο πολύ, πόνταραν στο πρόβλημα του μεταναστευτικού και ακριβώς εκεί ήταν που κέρδισαν στα σημεία. Η παταγώδης αποτυχία της Ευρώπης να διαχειριστεί την προσφυγική κρίση και τις προκλήσεις του μεταναστευτικού με αποφασιστικότητα και θάρρος, βοήθησε στην εδραίωση του ‘θα είμαστε πολύ καλύτερα εκτός’. Όταν ο Cameron έγινε πρωθυπουργός της χώρας, υποσχέθηκε να ελέγξει δυναμικά το μεταναστευτικό και να το μειώσει από εκατοντάδες χιλιάδες σε μια εισροή μερικών δεκάδων χιλιάδων. Η αλήθεια είναι ότι δεν τα κατάφερε – μόνο την περασμένη χρονιά ο αριθμός ξεπέρασε τις 330,000. Η κυβέρνησή του κατηγόρησε γι’αυτό την ανεπαρκή Ευρωπαϊκή Ένωση, την ίδια Ένωση στην οποία ήθελε να συνεχίσει να παραμένει ως μέλος. Οξύμωρο αλλά αληθινό.

Από την άλλη, το Remain campaign κατά του Brexit, επικεντρώθηκε στο να υπερτονίζει ότι ένα ενδεχόμενο Brexit θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για το Ηνωμένο Βασίλειο. Η εκστρατεία του φόβου δοκιμάστηκε άλλωστε με επιτυχία στο τελευταίο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας και γιατί όχι κι εδώ. Από τις απειλές του IMF μέχρι τις προειδοποιήσεις επιφανών επιχειρηματικών και τραπεζικών οργανισμών, το μήνυμα του Remain ήταν ξεκάθαρο: οι επιπτώσεις του Brexit θα είναι ανεξελεγκτες και η χώρα θα βουλιάξει στο σκοτάδι.

Τα υπολόγισαν λάθος. Ας μην γελιόμαστε. Η Βρετανική κοινή γνώμη ανέκαθεν έβλεπε την Ευρώπη με επιφύλαξη. Έμοιαζε για εκείνους πάντα σαν ένα πείραμα στο οποίο ο σκοπός δεν αγίαζε σχεδόν ποτέ τα μέσα. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρισκόταν με το ένα πόδι έξω κάθε φορά που οι Ευρωπαϊκές προοπτικές μεγαλύτερης ολοκλήρωσης προσέκρουαν στο British sovereignty. Στους διαδρόμους των Βρυξελλών, όλοι γνώριζαν το ανέκδοτο με τους γραφικούς αντιρρησίες Βρετανούς.

Το σημερινό αποτέλεσμα όμως σαμποτάρει όσο ποτέ άλλοτε τις προσπάθειες για τη διαμόρφωση μιας κοινής ευρωπαϊκής συνείδησης, και θυσιάζει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στο βωμό της εθνικής κυριαρχίας. Γι’αυτό, δεν ευθύνεται μόνο η Βρετανία βεβαίως αλλά και μια σωρεία λαθών από Ευρωπαϊκής πλευράς. Για όσους έχουν γνώση του αγγλοσαξωνικού τρόπου διακυβέρνησης, δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς γιατί η γραφειοκρατεία των Βρυξελλών και η ολοένα πιο ισχυρή Γερμανική ηγεμονία αντιπαλεύονται την ιδιοσυγκρασία των Βρετανών κυβερνόντων.

Συζητώντας με Άγγλο φίλο δημοσιογράφο και υπέρμαχο του Brexit,, η συλλογιστική που μοιράστηκε μαζί μου ήταν η εξής: για κάποιον που συμφωνεί ότι η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως ανανέωση, το χειρότερο που θα μπορούσε να ψηφίσει στο δημοψήφισμα θα ήταν να παραμείνει η Βρετανία στην Ε.Ε. Διαφορετικά η Κομισιόν και τα κέντρα των Βρυξελλών θα θεωρούσαν τα τελευταία χρόνια αντιδράσεων ως τερτίπια που στερούνται σοβαρότητας. Τώρα η Βρετανία έχει ένα πραγματικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στην έξοδο της.

Ο ίδιος φίλος με εγκαλεί που πιστεύω ακόμα σε μια Ευρώπη που ο ίδιος επιμένει ότι δεν μπορεί να αλλάξει. Το περίγραφει σαν να εγκαταλείπεις ένα κτίριο που μπορεί να μην φλέγεται ακόμα, αλλά κατοικείται δυστυχώς από εμπρηστές.

Γιατί για τους κυνικούς, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι τίποτε άλλο από ένα μοντέλο ελιτιστικού πολιτικού πατερναλισμού, ένα συνονθύλευμα υποκρισίας και ιδιοτελών οικονομικών συμφερόντων, χτισμένο πάνω στα νεκροταφεία των νεκρών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ασφαλώς και δεν θα μπορούσε η Ένωση ποτέ να γίνει μια πλήρης Ομοσπονδία με την έννοια των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης. Ξεκίνησε όμως με το όραμα διαμόρφωσης μιας κοινής – και όχι απαραιτήτως ενιαίας – πολιτικής. Θα υπάρχουν πάντα μέσα διαφορετικές φωνές.

Σ’αυτές τις αρχές της συναίνεσης επιβάλλεται να επανέλθει η Ευρώπη. Και αν υπάρχει ένα θετικό μέσα στον κυκεώνα που δημιούργησε σήμερα το Brexit, ίσως να είναι αυτό. Ένα reality check για την πορεία της Ένωσης, ή μάλλον ένα τεστ ενηλικίωσης.

Με τα λόγια του Καμύ, η Ευρώπη επιβίωσε μέσα από τις αντιθέσεις της, άνθησε μέσω των διαφορών της και επανπροσδιορίζει συνεχώς τον εαυτό της μέσω του πολιτσμού και των ευρωπαϊκών αξιών της. Ας το απόδειξει.

Μέχρι το 2030, προβλέπεται ότι η Ευρώπη θα εξαρτάται κατά 90% από το πετρέλαιο και κατά 65% από το αέριο. Αν οι παράγοντες αυτοί προστεθούν στα γνωστά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε όπως την κλιματική αλλαγή, την τρομοκρατία και τις περιφερειακές συγκρούσεις, τότε κατανοεί κανείς ότι το να πολεμάει μόνος εντος των απόρθητων τοιχών του, είναι μια πράξη αναχρονιστικού δονκιχωτισμού αν όχι ολοκληρωτικής απομόνωσης. No man is an island.

Και τώρα πού βρισκόμαστε; Για να ενεργοποιηθεί το Άρθρο 50 ώστε να βγει το διαζύγιο της Βρετανίας με την Ένωση, απαιτείται μια μεγάλη διαδικασία διαπραγμάτευσης αβέβαιη όσο και πρωτόγνωρη. Αν και μπορώ να φανταστώ τους διπλωματικούς και πολιτικούς ακροβατικούς ελιγμούς που σίγουρα θα χρειαστούν, θα έχει πραγματικό ενδιαφέρον να δούμε αν η αντίδραση της Ε.Ε. θα είναι συναινετική ή συγκρουσιακή.

Ότι και αν είναι αυτό που επιφυλάσσει το μέλλον, αυτό που με ανησυχεί στο παρόν είναι η πορεία που φαίνεται να παίρνει η δημοκρατία μας, και ο τρόπος με τον οποίο διαβρώνεται η ανοιχτή κοινωνία όταν χειραγωγείται τόσο απροκάλυπτα ένας λαός. Πρόκειται για ένα δημοψήφισμα που δίχασε τον βρετανικό πληθυσμό ανοίγοντας πληγές και κλειδωνίζοντας την κοινωνική συνοχή. Ένα δημοψήφισμα που οδήγησε σε εξάρσεις μισαλλοδοξίας σε μια χώρα που ωστόσο μπορεί να αισθάνεται δικαιωματικά υπερήφανη για την ανεκτικότητα της. Γίναμε όλοι μάρτυρες μιας καλά ενορχηστρωμένης καμπάνιας που δαιμονοποίησε τους μετανάστες, πόνταρε στα εθνικιστικά ένστικτα και πέτυχε.

Όταν η Marine Le Pen διθυραμβικά περιγράφει την σημερινή μέρα ως ημέρα Eλευθερίας και ο Farage την βαφτίζει Independence Day, αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχουμε πια μπει σε δρόμους με καθρέφτες που άλλοτε αντανακλούν τις αδυναμίες μας, και ενίοτε παίζουν σε λούπα ομιλίες του Trump.

Αυτή τη στιγμή όλα είναι μετέωρα. Σαν να παίζει ο πλανήτης ένα παιχνίδι jenga, και το Brexit να αφαίρεσε μόλις κάπως άτσαλα, ένα τουβλάκι από τη βάση του πύργου. Κι αν καταρρεύσει τελικά το οικοδόμημα, ας ελπίσουμε ότι η Ευρώπη θα κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα. Να μαζέψει τις στάχτες που περίσσεψαν, και μ’αυτές να ξαναρχίσει.

Loader