Από τα μακροβούτια στη θάλασσα, στα σχολεία με τα υγειονομικά πρωτόκολλα

Από τα μακροβούτια στη θάλασσα, στα σχολεία με τα υγειονομικά πρωτόκολλα

Οι ανησυχίες μιας δασκάλας

Γράφει η Μαρία Ιζαμπέλλα Αχιλλέως*

Φωτογραφίες Γιώργος Λαζαρίδης

Αρχές Σεπτεμβρίου. Τα παιδιά, μέχρι και πριν λίγες ημέρες, ζούσαν και ζουν στην πλειοψηφία τους σε μια άλλη πραγματικότητα από αυτή που καλούνται να αντιμετωπίσουν σε λίγες μέρες στα σχολεία. Βουτιές στη θάλασσα, ξέγνοιαστο παιχνίδι στην άμμο, ποδηλατάδα στη γειτονιά και στα πάρκα, συναναστροφή με άλλα παιδιά, τραβήγματα, σπρωξίματα, πειράγματα, αγκαλιές. Ο ένας δίπλα στον άλλο. Οι έφηβοι βόλτες και ξενύχτι. Δίπλα στους φίλους τους, χωρίς αποστάσεις.

Η πηγή της ανησυχίας μου βρίσκεται ακριβώς εδώ: στην τεράστια αλλαγή της ψυχολογίας των παιδιών που ως μαθητές εισερχόμενοι σε ένα σχολείο το οποίο διέπεται από κανόνες- που αρκετοί από αυτούς ήδη ήθελαν αναβάθμιση και προσαρμογή- θα αντιμετωπίσουν μια άλλη πραγματικότητα μέχρι την ώρα που θα χτυπάει το κουδούνι για να πάνε σπίτι.

Στο διάλειμμα θα απαγορεύεται το παιχνίδι, τουλάχιστον όχι όπως το ήξεραν,  στο μάθημα της φυσικής αγωγής θα παίζουν μόνο ατομικά παιχνίδια, στην τάξη κάθονται μακριά ο ένας από τον άλλό και απαγορεύεται αυστηρά να μοιράζονται αντικείμενα. Τα διαλείμματα παύουν πλέον να είναι διαλείμματα. Ουσιαστικά απαγορεύεται η φυσική αλληλεπίδραση. Η επαφή. Όλα με μέτρα και με μέτρο κυριολεκτικά και μεταφορικά. Στην Ελλάδα ακόμη ισχύει το ότι τα παιδιά ακόμη και της δημοτικής θα προσέλθουν με μάσκες. Το ίδιο ισχύει και για τη Μέση εκπαίδευση στο νησί μας.  Παιδιά που σαν σχολάσουν στη γειτονιά θα παίζουν ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς. 

Ναι, εκπαιδευτικοί και παιδιά θα βρούνε τον τρόπο. Θα χτίσουνε γέφυρες. Θα εξομαλύνουν τις όποιες δυσκολίες. Ναι, να γίνει ό,τι χρειάζεται να γίνει για το καλό όλων.

Μα κατά την προσέλευση τους στο σχολείο θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη οι επιπτώσεις που ενδεχομένως μπορεί να έχει αυτή η αντίφαση της απότομης προσγείωσης από τις καλοκαιρινές διακοπές σε ένα σχολείο διαφορετικό, με αυστηρή τήρηση κανόνων που στον έξω κόσμο δεν θα καλούνται να τηρήσουν, ενώ λίγες μέρες πριν ήταν σε μια παραλία και αλληλεπιδρούσαν ελεύθερα.

Θα μου πείτε και τον  Μάιο-Ιούνιο κατά την επιστροφή τους κλήθηκαν να προσαρμοστούν. Η διαφορά όμως έγκειται στο ότι αυτό έγινε μετά από μια καραντίνα, μετά από έναν εγκλεισμό για εβδομάδες, οπότε το σχολείο ακόμη και με τους νέους αυτούς κανόνες ήταν μια διέξοδος, μια απελευθέρωση, μια συνάντηση με τους φίλους τους.

Ο WHO τότε, κατά την περίοδο καραντίνας, προειδοποιούσε: Τα παιδιά ενδεχομένως να βιώσουν ανησυχία, άγχος και φόβους, στα οποία μπορεί και να συμπεριλαμβάνονται μορφές φοβίας που βιώνουν και οι ενήλικες, όπως ο φόβος του θανάτου ή θανάτου δικών τους ανθρώπων ή και φόβο νοσηλείας. Αν τα σχολεία είχαν κλείσει ως μέτρο προστασίας, τότε τα παιδιά πιθανότατα να έχασαν αυτή την αίσθηση δομής μα και ώθησης-σκοπού που τους πρόσφερε το σχολικό περιβάλλον και να είχαν λιγότερες ευκαιρίες να είναι με τους φίλους τους, άρα να έχουν αυτή την κοινωνική στήριξη που είναι τόσο απαραίτητη για τη ψυχική τους υγεία... Βρίσκοντας τρόπους να βοηθήσουμε τα παιδιά να εκφράσουν δημιουργικά τις ανησυχίες τους και παρέχοντας τους δομή μέσα στη μέρα τους, θα είναι ωφέλιμο σε αυτή την περίοδο.

fafafa

Τι γίνεται όμως τώρα; 

 

Πώς θα επηρεάσει το πέρασμα από το καλοκαίρι , και όσα σήμαινε αυτό, σε ένα σχολείο με κοινωνικές απαγορεύσεις πάλι; Πώς θα τους επηρεάσει στον τρόπο που νιώθουν για το σχολείο; Στις μεταξύ τους σχέσεις; Πώς αυτό το ανεβοκατέβασμα της συναισθηματικής τους κατάστασης και κοινωνικής τους στάσης θα επιδράσει στη ψυχοσύνθεσή τους; Με ποιους απλούς τρόπους άραγε μπορούμε να βοηθήσουμε; 

Η ψυχολογία κάθε ανθρώπου, πόσο μάλλον ενός παιδιού, επηρεάζεται από τις αντιφάσεις, τη μη σταθερότητα σε ένα οποιοδήποτε περιβάλλον και οι εναλλαγές συναισθηματικού «κρύου-ζεστού » μπορεί να είναι επιζήμιες. Μια κρατάμε αποστάσεις, μια δεν κρατάμε. Μια αγκαλιαζόμαστε, μια απαγορεύεται. Μια ανοίγουν τα σχολεία, μια μαθαίνουν μια μέρα πριν ότι δεν ανοίγουν.

Πώς θα βοηθήσουμε τα παιδιά να διαχειριστούν αυτό το νέο πρωτόγνωρο περιβάλλον; Ήμασταν ανέτοιμοι στην προνόησή μας όσον αφορά τα θρανία και τις κτιριακές εγκαταστάσεις, μα πολύ φοβάμαι μην παραβλέψουμε και ό,τι πιο σημαντικό για τα παιδιά σε ένα περιβάλλον μάθησης: Σχολείο δεν είναι το κτίριο, η τάξη, οι τοίχοι και τα θρανία. Είναι και αυτά μέρος του συνόλου. Μα σχολείο είναι πρώτιστα η αύρα, η αλληλεπίδραση, το ερέθισμα της μάθησης μέσω της επικοινωνίας και της συνύπαρξης και το να καταφέρεις να νιώσει το παιδί πως το σχολείο είναι το δεύτερο του σπίτι. 

 Και είναι δύσκολο να νιώσεις οικειότητα σε ένα περιβάλλον που διέπεται από αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα που πολλά από αυτά σαν βγουν έξω από την πόρτα του σχολείου ήδη δεν τηρούνται.

Ναι, κάθε εμπόδιο για καλό. Και ναι, τα παιδιά είναι ευπροσάρμοστα. Και ναι, προηγούμενες γενιές βίωσαν πολέμους κτλ κτλ κτλ. Και ναι, οι μαθητές αυτής της γενιάς θα βγουν και κερδισμένοι από αυτή την περίοδο της ανασφάλειας.

Μα με τα δεδομένα της σύγχρονης κοινωνίας μας και με τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της με τη βοήθεια της κοινότητας των ψυχολόγων, κοινωνιολόγων, παιδαγωγών και λοιπών επιστημόνων που ασχολούνται με την ψυχική ευημερία, θα έπρεπε ναι μεν να προστατευτεί το παιδί σωματικά από τον αόρατο κίνδυνο του κορονοϊού μα ταυτόχρονα να προστατευτεί και η ψυχική του υγεία από όλες αυτές τις αλλαγές και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης για το καλό του και το καλό των άλλων, για τόσο μεγάλη χρονική περίοδο, μα και από τις εναλλαγές αυτών των μέτρων με τα σκαμπανεβάσματα που ενδεχομένως προκαλούσε στην ψυχολογία τους.

Στην έξω κοινωνία πια τα μέτρα έχουν χαλαρώσει και χρειάζεται να διαχειριστούμε αυτή την αντίφαση που προκύπτει μεταξύ σχολείου-κοινωνίας αφού στο σχολείο θα παραμείνουμε πιστοί σε πιο αυστηρά υγειονομικά πρωτοκόλλα ενώ τα παιδιά ήδη μαζεύονται σε σπίτια, χώρους διασκέδασης, σε ανοικτούς χώρους κτλ. όλο το καλοκαίρι.

Θυμάμαι τους μαθητές μου, που μέχρι να τους πείσω ότι η τάξη μας μπορεί να είναι διασκεδαστική και το σχολείο δεν είναι φυλακή, αρχικά τον πρώτο μήνα με το χτύπημα του κουδουνιού ήθελαν να τρέξουν να βγουν από την τάξη τρέχοντας σαν να ήταν- και όντως ήταν εν μέρει- φυλακισμένα, στην αυλή. Τόση μεγάλη η ανάγκη τους για διάλειμμα, για ξεμούδιασμα από το κάθισμα, από την αυστηρή παρακολούθηση ενός μαθήματος. Όταν πλέον η τάξη γινόταν ένας οικείος χώρος, που και παρείχε μόρφωση μα και ελευθερία, τότε μόνο άκουγαν το κουδούνι και έφευγαν ήρεμα. Τώρα, αναρωτιέμαι, που δεν θα έχουν ούτε καν αυτό το διάλειμμα, ούτε καν αυτόν τον λίγο χρόνο ελευθερίας, ο οποίος ήταν ήδη τόσο χρονικά περιορισμένος, ειδικά τα δεκάλεπτα στο 2ο και στο 3ο , πόσο θα επηρεαστούν; Τώρα που τα διάλειμμα θα είναι ουσιαστικά χρόνος για τουαλέτα και το φαγητό τους, κρατώντας απόσταση από τους φίλους τους, χωρίς παιχνίδι, πόση πίεση και απογοήτευση θα βιώσουν;

Εσείς πόσο θα αντέχατε στη δουλειά σας χωρίς διάλειμμα; Ή ένα διάλειμμα χωρίς ελευθερία; Ιδιαίτερα μετά από μακροβούτια σε μπλε θάλασσες ή για να μην με πείτε ρομαντική, έστω παραμονή στο σπίτι με νετφλιξ και playstation;

Ο πρώτος μήνας επιστροφής στο σχολείο μετά το καλοκαίρι ήταν πάντα δύσκολος για τα παιδιά. Αλλαγή ωραρίου, αλλαγή συνθηκών και απαιτήσεων, περιορισμός σε τάξεις και μάλιστα τάξεις θερμοκήπια στην Κύπρο. Δίναμε μάχη για να τους κερδίσουμε. Αυτό ήταν πάντα κοινή γνώση ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς.

Αυτός ο Σεπτέμβρης, όμως στα σχολεία θα είναι ακόμη πιο διαφορετικός και διεκδικούμε πέρα από την υγεία και προστασία από τον κορονοϊό, να προστατέψουμε, ό,τι πιο πολύτιμο έχει μια κοινωνία: τα παιδιά, την ευαίσθητη ψυχολογία παιδιών και εφήβων μας.

Άραγε ποια μέτρα έχουν ληφθεί για αυτό; Ποιος θα τα προστατέψει από την τόση προστασία;

 

*Η Μαρία Ιζαμπέλλα Αχιλλέως είναι εκπαιδευτικός, κάτοχος μεταπτυχιακού στην Ειδική Αγωγή

 

Loader