Η Χαρά αφηγείται την απόπειρα βιασμού μίας φίλης της

Η Χαρά αφηγείται την απόπειρα βιασμού μίας φίλης της

«Αλήθκεια, πόσες φορές εγίναμεν θύματα βιασμού, έστω τζαι λεκτικού, χωρίς να το παραδεχτούμεν ούτε καν στον εαυτό μας, σκεφτόμενες ότι φταίμεν εμείς οι ίδιες για τούτον ή επειδή «έτσι κάμνουν οι μπάρμαν» ή «ήταν μεθυσμένος» ή γιατί «εν οκ, έτσι εν με ούλλες» ή «μα αφού αγαπά με» ή ακόμα τζαι «ίσως να μένναιν τόσον μαλάκας όσον δείχνει (spoiler alert: ένει)».

Του Πάρι Δημητριάδη 

Φωτογραφία από Pexels

Στον προσωπικό της ιστότοπο με την ονομασία «Μικρές Κακές Ιστορίες» η Χαρά Ζυμαρά δημοσιεύει τις σκέψεις της «για να ελαφρύνει το μυαλό της»

«Σαν μικρές ιστορίες, χωρίς την προσδοκία να είναι καλές. Τις γράφω για να μπορώ να υπάρχω σε ειρήνη. Κι όσο γράφω σημαίνει ότι ακόμα τη ψάχνω και δεν είμαι καν σίγουρη πως θέλω να τη βρω» αναφέρει στο εισαγωγικό της σημείωμα.

Με τον αντιπροσωπευτικό τίτλο «Πριν τυχαία ανάψει το φως», μία από αυτές τις «μικρές, κακές ιστορίες» της Χαράς αφορά σε απόπειρα βιασμού που βίωσε πριν από λίγα χρόνια μία κολλητή της φίλη.

«Πρόκειται για αληθινήν ιστορία, όπως μου εμεταφέρθηκε εμπιστευτικά που έναν άνθρωπο που αγαπώ βαθκιά», έγραψε η Χαρά στον προσωπικό της λογαριασμό στα ΜΚΔ, παραθέτοντας στη συνέχεια το σχετικό λινκ.

«Η αφηγήτρια της ιστορίας τούτης εν μια που τες τόσες που εμάς που εν εμιλήσαμεν όταν έπεσαμεν ή παραλίγο να πέσουμε θύματα βιασμού ή τζαι γυναικοκτονίας, όι γιατί εν είχαμεν ούλλον το δίκιον μαζί μας, αλλά επειδή τούτη η καταραμένη πατριαρχική τζαι συντηρητική κοινωνία κάμνει μας να αισθανούμαστεν τύψεις, ακόμα τζαι για τη συμπεριφορά των θυτών μας.

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ >> Η Πωλίνα μετά από 4 φυλακίσεις και 11 απεξαρτήσεις έγινε καθοδηγήτρια

Αλήθκεια, πόσες φορές εγίναμεν θύματα βιασμού, έστω τζαι λεκτικού, χωρίς να το παραδεχτούμεν ούτε καν στον εαυτό μας, σκεφτόμενες ότι φταίμεν εμείς οι ίδιες για τούτον ή επειδή «έτσι κάμνουν οι μπάρμαν» ή «ήταν μεθυσμένος» ή γιατί «εν οκ, έτσι εν με ούλλες» ή «μα αφού αγαπά με» ή ακόμα τζαι «ίσως να μένναιν τόσον μαλάκας όσον δείχνει (spoiler alert: ένει)»;

Με την ολόσωστη επιθυμία όπως «ο κάθε τέτοιος τυπάς να γνωρίζει ότι ξέρουμε τι έκανε και ότι δεν είναι ανεχτό», η Χαρά μάς ρώτησε κατά πόσο θα μας ενδιέφερε να αναδημοσιεύσουμε το κείμενό της.

Το μεταφέρουμε αυτούσιο:

Πριν τυχαία ανάψει το φως

Για όση ώρα μου έσφιγγε το λαιμό, ήμουν γερμένη μπρούμυτα πάνω στα μαρμάρινα σκαλοπάτια, που οδηγούσαν στον δεύτερο όροφο του Ικαρία Inn. Εκεί ήταν το δωμάτιό του και όση ώρα με κρατούσε, εκεί μέσα κοιμόταν η φίλη του. Αλλά αυτό καθόλου δεν έδειξε να τον νοιάζει. Συνέχισε να μου σφίγγει το λαιμό με το ένα χέρι, ενώ η βρωμερή από τσιγάρα και αλκοόλ ανάσα του εισέβαλλε στα ρουθούνια μου με το ίδιο θράσος που μαρτυρούσαν οι κινήσεις του σώματός του.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, που με έριξε κάτω κι έσφιξε τη μέση μου με τόση βιαιότητα απέναντι στη δική του, δεν τον είχα ικανό να μου κάνει κακό. Μου είχε κάνει πολλά κομπλιμέντα στο παρελθόν, αλλά υπέθετα ότι τα ίδια έλεγε σε όλες κι ότι, όσο να ‘ναι, η δουλειά του μπάρμαν το επέβαλλε.

Επιπλέον, ήμουν η μακροχρόνια σχέση του κολλητού του, κι ήταν κι ο ίδιος σε σχέση, οπότε θεώρησα ότι δεν ήταν δυνατό να τα εννοούσε. Τα έκανε με έναν τρόπο ύπουλο, όμως, τα κομπλιμέντα. Μου έλεγε ας πούμε, πόσο σέξι ήταν κάτι που φόραγα, σταματούσε απότομα να μιλά κι ύστερα άφηνε, με μία μακρόσυρτη παύση, όλα τα ενδεχόμενα να παίξουν μπροστά στα μάτια μου σαν χυδαίες προτάσεις, που έμεναν επίτηδες ανείπωτες μέσα σ’ εκείνη τη σιωπή.

Μέσα στα σκοτεινά, πάνω σ’ εκείνα τα παγωμένα σκαλοπάτια, σε απόσταση αναπνοής από τη φίλη του κι απ’ όλο τον κόσμο που θα μπορούσε να με βοηθήσει να του ξεφύγω, σκεφτόμουν αν εγώ του είχα δώσει αυτό το δικαίωμα. Έφερα στο μυαλό μου τη στιγμή που διάλεγα τα ρούχα που φόρεσα εκείνο το βράδυ.

Σκέφτηκα όλα τα άλλα που θα μπορούσα να είχα βάλει αντί για εκείνο το στενό, λουλουδένιο φόρεμα, που μου είχε φέρει ο Μιχάλης από την Κωνσταντινούπολη. Με στένευε στο μπούστο, κι έλεγα από καιρό ότι ίσως έχει έρθει η ώρα να το ξεφορτωθώ.

Σκέφτηκα όσες φορές με είχε δει με μαγιό, εκείνες τις ημέρες των διακοπών μας στην Ικαρία. Μήπως τον είχα προσκαλέσει εγώ η ίδια σ’ ένα παιχνίδι “catch me if you can” χωρίς να το έχω καταλάβει; Μήπως έπρεπε να το είχα σκεφτεί δυο και τρεις φορές προτού ξεκινήσω πρώτη ν’ ανεβαίνω τα σκαλιά, αφήνοντάς τον πίσω, με τη θέα του πισινού μου μες τα μάτια του;

Μήπως εγώ η ίδια έβαλα τον εαυτό μου σ’ αυτή τη θέση, μπρούμυτα πάνω στα παγωμένα μαρμάρινα σκαλοπάτια του Ικαρία Inn, ανίκανη να πάρει ούτε ανάσα από την πίεση πέντε τριχωτών δακτύλων, που είχαν την απαίτηση να πάψω να τους αντιστέκομαι;

Τα φταίει το σώμα μου, σκεφτόμουν, όσο τα μάτια μου γέμιζαν με δάκρυα. Δεν γεννήθηκα ψηλόλιγνη οπως η μανα μου. Ούτε πήρα από το γεροδεμένο σώμα του πατέρα μου, θεός μακαρίσει τον. Πολύ νωρίς στην εφηβεία άρχισαν τα στήθη μου να μεγαλώνουν απότομα και, για αρκετό καιρό, χωρίς σταματημό. Η μέση μου παρέμεινε εξαιρετικά στενή σε αντίθεση με την λεκάνη και την περιφέρειά μου, που βγήκαν, μέχρι το τέλος της εφηβείας, πολύ καμπυλωτά.

Το αγάπησα όμως το σώμα μου. Έμαθα από νωρίς να το προσέχω και το έντυνα πάντοτε ομορφα. Μου άρεσε να φοράω εκείνα τα κοντά φανελάκια, κάτω από τα οποία φαινόταν η κοιλιά μου, που ήταν σταθερά επίπεδη εξαιτίας του σκαριού μου. Τα φορούσα με κάθε λογής χρώματος κολάν, που έσφιγγαν ψηλά στη μέση και μου ήταν άνετα για βόλτες και χαλαρά απογεύματα για καφέ. Μου άρεσαν όμως και τα φορέματα με έντονα χρώματα και μοτίβα. Ντεκολτέ δεν φόραγα και πολύ, γιατί μου φαίνονταν υπερβολικά πάνω στο σώμα μου. Αλλά ακόμα κι έτσι, το έβλεπα στα μάτια των άλλων, ανδρών και γυναικών, ότι το στήθος μου, όπως και ο πισινός μου, τους προκαλούσε περιέργεια. Μήπως το σώμα μου τα έφταιγε που εκείνη τη στιγμή, στις τρεις τα ξημερώματα, πάνω στα κρύα πλατύσκαλα του Ικαρία Inn, μία αηδιαστικά θρασεία στύση μού πίεζε τον κώλο ζητώντας να εισβάλει μέσα μου σαν κεκτημένο της δικαίωμα;

Λίγο πριν ανάψει το φως στον διάδρομο από μια τυχαία κίνηση κάποιου περαστικού, σκέφτηκα όλες εκείνες τις περιπτώσεις ομοίων του, που θα έπρεπε να είχα πάρει περισσότερο στα σοβαρά. Τους πελάτες στο καφενείο, που έψαχναν αφορμή να ‘ρθουν να με βρουν πίσω από τον πάγκο όπου έφτιαχνα τις λεμονάδες, τους καφέδες και τα άλλα ποτά τους.

Μ’ έπιαναν στην κουβέντα και ενόσω εγώ πάλευα μέσα μου να αξιολογήσω την προθεσή τους, εκείνοι έπαιρναν θάρρος και με στρίμωχναν στο τέρμα του πάγκου, μπροστά από τη βρύση, κολλώντας το σώμα τους πάνω στο δικό μου, χωρίς τίποτε πάνω τους να προδίδει την παραμικρή υπόνοια ηθικής αναστολής.

Ακόμα και τότε, όμως, σκεφτόμουν πως ίσως να τους ειχα παρεξηγήσει, ίσως να τους έλειπε μια αγκαλιά ή ίσως να βρέθηκα στο δρόμο τους για να τους ξεθάψω, κάτω από την πολλή βρωμιά, το καλό που κρύβεται μέσα τους. Μήπως τελικά το μέσα το δικό μου ήταν που έφταιγε που βρισκόμουν εκεί, πάνω στα κρύα σκαλοπάτια του Ικαρία Inn, μπρούμυτα, στα χέρια κάποιου τύπου που ένας θεός ξέρει μέχρι πού μπορούσε να φτάσει;

Απ’ όταν ένιωσα τα χέρια του να με αφήνουν απότομα, μέχρι τη στιγμή που έκλεισε βιαστικά την πόρτα πίσω του, πρέπει να μεσολάβησαν ελάχιστα δευτερόλεπτα. Μια τυχαία κίνηση στον διάδρομο και ένας αυτόματος φωτιστικός μηχανισμός ανίχνευσης κίνησης ήταν αρκετά για να τον τρέψουν σε φυγή. Ήταν ο μοναδικός τρόπος να φανερωθεί στη συμπεριφορά του εκείνο το αναγκαίο ίχνος ενοχής, που τον έκανε να με αφήσει εκεί  μπρούμυτα, πάνω στα κρύα σκαλοπάτια του Ικαρία Inn, περνώντας από δίπλα και ποδοπατώντας το φουστάνι μου χωρίς δεύτερη σκέψη, για να προλάβει να κρυφτεί.

Εκείνη η υποψία κοινωνικής κατακραυγής ή ίσως απλά το ενδεχόμενο να τον τσάκωνε η φίλη του ήταν πιο δυνατά από τα δάκρυά μου που του έλουζαν τα δάκτυλα του δεξιού του χεριού. Ήταν πιο ισχυρά αντικίνητρα από τα πνιγμένα βογκητά και τα δάκρυά μου, εκείνη η τυχαία κίνηση, το φως που άναψε στον διάδρομο και η πιθανότητα να γίνει τσακωτός. Μήπως έφταιγε η αδυναμία του γυναικείου μου σώματος απέναντι σ’ ένα ανδρικό, που εκείνα τα ξημερώματα Σαββάτου, μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου ορόφου του Ικαρία Inn, γινόμουν, χωρίς τη θέλησή μου, έρμαιο των ορέξεων κάποιου τύπου με καταπιεσμένα απωθημένα;

Την ώρα που με έλουζε εκείνο το φως, δεν σκέφτηκα ότι ίσως από τύχη να γλίτωσα απ’ τα χέρια του κι ότι τα πράγματα θα μπορούσε να εξελίσσονταν πολύ διαφορετικά. Θυμήθηκα μόνο ένα σωρό άλλα περιστατικά που έκαναν τις ενοχές μου να φαντάζουν θεόρατες κάτω απ’ εκείνο το προσωρινά σωτήριο φως του διαδρόμου. Μήπως εγώ έφταιγα που στα δεκαεπτά μου, στο πρώτο μόλις ραντεβού, κι ενώ ανέμενα με έναν εφηβικό ρομαντισμό ένα μακρόσυρτο φιλί, εκείνος ο τύπος με έσυρε σ’ ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι και, προτού καλά – καλά με φιλήσει, έχωσε το χέρι του μέσα στο βρακί μου;

Εγώ έφταιγα που ο πρώην μου με κλείδωνε στο σπίτι για να μην “δίνω δικαιώματα”, ενώ με απατούσε με τόσες άλλες και μοιραζόταν προσωπικές μας στιγμές με φίλους του; Μήπως ήταν και πάλι από τύχη που γλίτωσα από του λόγου του, επειδή πρόλαβε εκείνος να με χωρίσει κι όχι εγώ; 

Πόσες φορές αλήθεια πέσαμε θύματα βιασμού ή παραλίγο θύματα γυναικοκτονίας χωρίς να το έχουμε καν παραδεχτεί οι ίδιες στον εαυτό μας, σκεφτόμενες ότι ίσως να φταίμε εμείς γι’ αυτό;

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ >> Η Εμανουέλλα βρίσκει το θαυμαστό θάρρος να μιλήσει για τον ομαδικό βιασμό που έζησε στην εφηβεία της

Loader