Ποιος πολιτισμός;

Ποιος πολιτισμός;

Με την αβάσταχτη φτώχεια της αισθητικής μας, περιμένατε να σκεφτούμε να στηρίξουμε και τους καλλιτέχνες τώρα μέσα σε όλο αυτό; Ποιος έχασε τον πολιτισμό να τον βρούμε εμείς;

Γράφει η Ανθή Ερμογένους

Πρώτη δημοσίευση Limassol Today

Έπαιζε διαφήμιση για την τελευταία σατιρική εκπομπή την οποία θα έκανε από το σπίτι και θα «πνάσει» η σκύλα γυναίκα του που τη φοβάται, πίσω φώναζε ο γιός «παπά σβήσ’το, σβήσ’το έρχεται, έρχεται η μάμα» παρουσιάζοντας την ως την ιδιότροπη. Στην τηλεόραση παίζουν διαφημίσεις πλυντηρίου χαλιών και άλλων προϊόντων σε ακραία Κυπριακά, με “ρα Ππινού” και “ρε Ττοουλή μου”, με διάλεκτο χωριών του 1950. Παίζουν ατάκες κι εικόνες βγαλμένες από ανέμπνευστους, ακαλαίσθητους, άτεχνους επαγγελματίες. Το ταλέντο κι η τέχνη απουσιάζουν από το προϊόν. Η αναγωγή του πολιτισμού σε ακροατή, θεατή, αναγνώστη, αποδέκτη δεν μας αφορά. Τα επιτεύξιμα της φαντασίας μας σε αυτό το νησί, όπως και το επίπεδο του χιούμορ μέχρι εκεί φτάνουν από τον ψυχαγωγό του ενεστώτα. Τόση κακογουστιά. Η αισθητική όμως, εφόσον είναι αποτέλεσμα της τριβής με την τέχνη και τον πολιτισμό, εμείς σακατέψαμε κάθε δεκανίκι να εκπολιτιστούμε.

Είμαστε τόσο εξοικειωμένοι με την ανάλατη κακογουστιά μας, που γελάμε γραφειοκρατικά στη θέαση και την ακρόαση κάτι τέτοιων σαχλών. Θυμίζω πως στο μάθημα τέχνης στο σχολείο, ολόκληρα δώδεκα χρόνια μας έβαζαν να ζωγραφίζουμε μήλα, ρόδια και οκτωβρούες. Όταν μας έδειξαν πεταχτά τη Γκουέρνικα, κανείς δάσκαλος τέχνης δεν έκατσε να αναπτύξει ότι έδειχνε τον Ισπανικό διαμελισμό του εμφυλίου. Δεν ξέρουμε τον Francis Bacon και τη διαλεκτική που κάνουν η παράδοση με την καινοτομία στα έργα του, δεν μας μίλησαν για το αναγεννησιακό σώμα, για αυτό και σήμερα η γνώση της ομορφιάς περιορίζεται μονάχα σε σώματα στεγνά. Αναγνώριση ομορφιάς στείρα. Το γυμνό σώμα ακόμα μας προκαλεί ενοχή και η έκθεση του είναι κολάσιμη, επειδή ποτέ ο δάσκαλος τέχνης δεν μας έδειξε τις γυμνές κόρες του Lucian Freud.

Ακόμα και ένας άνθρωπος όμως που δεν έτυχε καλλιέργειας θα μπορούσε να βρει αισθητική. Εάν η πολιτεία, η τηλεόραση, οι εφημερίδες, το σχολείο, η κοινωνία που στηρίζει τα πολιτιστικά, οι τοπικές αρχές έβαζαν την τέχνη στις ζωές μας. Ο μιμητισμός ωστόσο του μέσου Κύπριου φτάνει ως το σπίτι της κουνιάδας του. Ποιος το έχει μεγαλύτερο. Κλειστοφοβικό γούστο, αγοραφοβικοί στην τέχνη. Την αίγλη τα σπίτια τη διεκδικούν στα τετραγωνικά. Πάγκος γρανίτης και πιάτο πορσελάνη. Το non personality τους είναι εκτός ύλης φτάνει το γρανίτης και η πορσελάνη. Πήγε ο γείτονας Τσεχία μέσα του ’90, έφερε κρύσταλλα σβαρόβσκι, ξαφνικά όλα τα σπίτια έκαναν βιτρίνες για τα μικροσκοπικά μπιχλιμπίδια Βοημίας. Έγιναν το χιτ των βαφτίσεων, αν δεν είχαμε μπάτζετ για κρύσταλλο ξεγελούσαμε με γυάλινα.

Μετά μάθαμε το Σκανδιναβικό. Δώς΄του τετράγωνα σπίτια, τετράγωνα έπιπλα, ξύλο ανοικτό, ασημένια πόδια, σπίτια ανοξείδωτα. Σπίτια φωτοτυπία. Mainstream πίνακες καμβάδοαφίσες ο Πύργος του Άϊφελ, οι ουρανοξύστες του Σαν Φρανσίσκο. Αργόσχολο γούστο. Συρρικνωμένο στις λίγες προσλαμβάνουσες μας.

Γιατί; Οι εκθέσεις καλλιτεχνών άδειες. Στο σχολείο μας έπαιρναν εκδρομή στον Άγιο Ερμογένη αλλά ποτέ σε εκθέσεις. Θέλω να κυλιστώ όποτε μπω σε σπίτια με χαρακτήρα, με πίνακες κανονικούς, με χαλιά περσικά, με γλυπτά και τραπεζάκια βαριά Ινδικά.

Γκαρνταρόμπες Κυπρίων ρεπλίκες. Όλοι ίδιοι. Ούτε που ξέρουμε πως ο πολιτισμός, η ιστορία κι οι επαναστάσεις έδρασαν στην πραγματική ιστορία της μόδας. Τα πουκάμισα του Βαρουφάκη που δεν ήταν τα κοινά white collar των οικείων πολιτικών, έγιναν θέμα παραπάνω από τα μνημόνια τα ίδια.

Στη Λεμεσό έφτιαχνε κάποτε ένας γέρος παπούτσια με χρωματιστά καστόρι. Τέχνη κανονική. Τα λέγαμε παπιρούες. Τα πουλούσε £10. Αλφάδι παπουτσιού, φτηνό άρα μη πωλήσιμο. Μετά έβγαλε η Big Star, η ιν φίρμα για τους έφηβους τότε, καρμπόν σχεδόν του παπουτσιού, λιρών 65. Ανάρπαστα.

Αυτοί είμαστε. Αηδιαστικά συμμετρικοί, εξωφρενικά βαρετοί, verbal ατάλαντοι. Αιμομικτικά τοτέμ. Νέες ιδέες να σου πει ο αρχιτέκτονας; Όχι, εσύ ξέρεις καλύτερα από αυτόν. “Κάτσε να σου δείξω στο Pinterest”. “Πόσα ρε;” “Μα για δυο γραμμές που τράβηξες;” “Εγώ του έλεγα πως να το κάνει”. Δεν έχουμε ξανοίξει μυαλά.

Είμαστε ατάλαντοι πολυτελείς ελάχιστου κόστους. Πολυτέλεια βέβαια εννοούμε εμβαδά και δέντρα με ρίγα στο κλαδευτήρι. Η τηλεόραση που μας αξίζει είναι αυτή των κιτς μελό, του τίποτα σπουδαίο. Γελούμε ακόμα με το ανέμπνευστο χιούμορ του Κωνσταντίνου κι Ελένης. Ακόμα και οι ταξιδιωτικές εκπομπές γίνονται από κάτι αδιάβαστα χαϊβάνια που βρίσκουν πολύ όμως αστείο, ότι μιλούν κυπριακά και ελληνικά στον ντόπιο της άλλης χώρας και δεν καταλαβαίνει. “Say? I-me ma-la-kas…mala-kas, say it”. Και δώσ’του γέλια μεταξύ τους οι παρουσιαστές.

Δεν είχαμε την αξιοπρέπεια του υλικού μας, δεν έχει τίποτα άλλο να εξάγει η χρηματοδοτημένη τηλεόραση. Επειδή ποτέ δεν είχε εισάγει, δεν είχε ανάγει, δεν είχε στηρίξει την τέχνη, τον πολιτσμό ουσιαστικά.

Με την αβάσταχτη φτώχεια της αισθητικής μας, περιμένατε να σκεφτούμε να στηρίξουμε και τους καλλιτέχνες τώρα μέσα σε όλο αυτό; Ποιος έχασε τον πολιτισμό να τον βρούμε εμείς;

Loader