Μεταφυσική Ποίηση και Μετάνοια: Μάθημα ανατομίας του πνεύματος

Μεταφυσική Ποίηση και Μετάνοια: Μάθημα ανατομίας του πνεύματος

Ένα σημείωμα για την παράσταση «Πνεύμα» που είχε πρεμιέρα την περασμένη Παρασκευή

Για την παράσταση «Πνεύμα» γράφει ο Δρ. Σωτήρης Θεοχαρίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας και Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών στο Τμήμα Δημοσιογραφίας, Επικοινωνίας & Μ.Μ.Ε. του Πανεπιστημίου Frederick 


Η ογκολογία του σώματος και η ογκολογία του πνεύματος βυθίζονται σε μια κυνική πολεμική θανάτου, ρίχνοντας το είναι στα σύνορα του μηδέν. Το μέτρο διαγνώσεων – κρίσεων και θεραπειών των δύο επιστημονικών προγραμμάτων, αποκομμένα από το παιχνίδι της ζωής, είναι ο λήθαργος του σκεπτικισμού.

Η συνοχή που παρέχουν είναι κυβευτική. Παρότι ειδικές και χωριστές, ερευνητική ογκολογία και ερμηνευτική μεταφυσική και οι δυο χωρίς τον άνθρωπο, πασχίζουν για τον άνθρωπο. Η συστηματική τους είναι σε μια κίνηση ανάπαυλας ως προς το φιλοσοφικό θεμέλιο των επιστημών. Εξαντλημένες στην ορμή τους, συνδέονται και υπακούουν στην ίδια προβληματική ερωτημάτων, τα οποία κλονίζουν το είναι του όντος, σημαδεύοντάς το ιδεολογικά με μια ποιμενική απαίτηση. Η αντικειμενικοποιημένη υποκειμενικότητα των μεθόδων προσέγγισης εκείνου που ορίζουν ως αντικειμενικότητα της παθολογίας τους, κάνει τα βασικά ζητήματα της ουσίας της ύπαρξης να αποσύρονται με τρόπο α-σθενή. 

Το υποκείμενο σφυρηλατείται με τα υλικά του ναρκισσιστικού μηδενισμού. Η υγεία του ατόμου και η πληρότητά του, περατώνεται αποφασιστικότερα μέσα στον ίλιγγο της χλωμής αδιαφορίας.

Ο άνθρωπος ως άρρωστο ζώο, από ζωή, θάνατο και αιώνια ζωή, κάνει οτιδήποτε με σθένος για να σαρώσει τον άνθρωπο, να τον καταργήσει. Η αποδομητική εμπειρία της επιστήμης γραπώνει τον άνθρωπο, αναπτύσσοντας τα περιεχόμενα της έρευνάς της, αναίσθητα από συναισθήματα. Ο πειρασμός από τα επιστημονικά ευρήματα και ο πειρασμός εφαρμογής τους στην πράξη, απαιτούν να εξαργυρώσουν σε όλα τα πεδία, το υπεράνθρωπο της υπόσχεσης – του «ιατρικού μύθου». Χορταίνουμε με την αναμονή μιας σωτήριας έκβασης, εγχυμένη με μυστικισμό. 

Παραταύτα στην καθημερινή ζωή, σιωπηρά στα αδιέξοδα και στα τέλη που θέτουν τα συμβάντα, κατοικεί το νόημα της ζωής, των ορίων της γνώσης, της πράξης, της οφειλής και της ελπίδας. Ενιαία νοήματα συγκίνησης και αινιγματικής απλότητας, υγιή και παρήγορα έναντι της ανημπόριας και της απόγνωσης – οι λύσεις των ανθρώπων, που είναι έτοιμοι για ζωή και θάνατο, γιατί είναι ανέτοιμοι. Προσφέρουν συναισθήματα σ’ αυτόν που υποφέρει, με αμεσότητα νιώθουν και αγκαλιάζουν εδραία αυτόν που πάσχει. 

Σώμα, ψυχή και πνεύμα, εναρμονισμένα στον θετικισμό του ανθρωπιστικού σχεδίου και των ταξινομήσεων της νεωτερικότητας, αντικειμενικοποιούνται.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ Αιμίλιος Χαραλαμπίδης: Στο «Πνεύμα» ο πλαστός κόσμος που μας υποτάσσει καθημερινώς μπαίνει στο περιθώριο


Οι χύδην θριαμβικές, αφηρημένες και άυλες μορφές τους, εμποτισμένες από ιατρική και επιστημονική στειρότητα στην κοινωνία του θεάματος, η οποία χτυπά κατάματα, καλπάζουν νικηφόρα. Ένδοξα τα ανθρώπινα όντα και καλά, με τρόπο υπνοβατικό εγκαταλείπουν την αληθινή ζωή. Η σοφιστική ως ειδική κουστωδία της λογιστικής βιογραφίας του θνητού εκβάλλει, σε μια ζωή γενικευμένη, λαμπερή και κατακυριευμένη  από την έλξη της αιωνιότητας. Όσο καθαρά μπορούμε να δούμε, με έκπληξη και δυσφορία τις ερειπώσεις της ύπαρξης του ανθρώπου, από τις πτώσεις στο επερχόμενο, η εγκεφαλική λογική αρχή, θεμελιωμένη στο μη-θεμέλιο του διαφωτισμού, υποτάσσει την αξία της ανθρώπινης ζωής στο μονοδιάστατο της ασημαντότητας του απαστράπτοντος πολιτισμού. Ένας διαυγής συσκοτισμός κατασκευάζει την αλλοιωμένη σκηνή της ζωής και το τραγικό μαζί με το κωμικό αναπέμπονται στο όριο της αυταπάτης τους.

Τα συμβαίνοντα στο έργο Πνεύμα (Wit) της Margaret Edson συλλαμβάνουν τη μοίρα του γίγνεσθαι αισθητικά και υπαρξιακά, μακριά από το αφομοιωτικό καλλωπιστικό κάτοπτρο της κατακτητικής μανίας.

Χάνοντας οι άνθρωποι την ειδίκευση που τους κατακυριεύει, η συναίσθηση και η ευαισθησία, ο τραγικός έλεος, διαβαίνουν σαν καταιγίδα την «τελευταία πιθανότητα στη ζωή». Ο άνθρωπος για να βγει έξω από το μουσείο – εργαστήριο της επιστήμης και την πλαστική της πραγματικότητα, οφείλει να διανοίξει τον ορίζοντα της μεταφυσικής οντολογίας, κάνοντας ορατή την ποιητική της ζωής. Momento mori, για να μαθαίνεις να ζεις. 

Η ύπαρξη του ανθρώπου, κλειστή και πνιγμένη μέσα στον περιορισμό της αποσπασματικότητάς της, βιώνει τη συντριβή από τον πόνο της αγωνίας, του να είναι το όλο. «Επώδυνη διαστρέβλωση». Δεν μπορεί ο άνθρωπος να είναι το όλο. Η γιορτή της απληστίας διαρκεί για κάποιο καιρό. Έλεος και οίκτος μαίνονται μες την καταχνιά της ανθρώπινης ύπαρξης, στενόχωρα και στενόψυχα. Η μερίκευση της ευτυχίας, ως συνάντηση με το όλο, αποκαλύπτει το αληθές του απομονωτισμού και του ισοπεδωτισμού της τεχνικιστικής κουλτούρας.

Προς το τέλος του φόβου για τη ζωή, σε μια πραγματική κατάσταση ανοίγματος και άσκησης της αγωνίας σου, αισθανόμενος εκτεθειμένος, σου φανερώνεται η ανάγκη για τρυφερότητα, στοργή και αγάπη. Σου προκαλεί ταραχή και μαγεία.

Σαν χρονική αναστοχαστική επιστροφή την ώρα της απλότητας, η ζωή γίνεται αντικείμενο έρευνας. Αριθμογραφημένη ατονικά και εν συντομία, σημαδεύεται από ορισμένες λέξεις που επιμετρούν την ταυτοποίησή της. Η απλούστευση ως εποικοδομητικός ψυχαναγκασμός αποκαλύπτει μια διάσταση του δυτικού πολιτισμού, διαμεσολαβημένη από μια ορθολογιστική διαστροφή.

Ποίηση και φιλοσοφία εθισμένες από τη νοσταλγία για επιστροφή στην πρωταρχική εστία, ενώνονται σ’ ένα διαλογικό μετάνοιας και παρηγοριάς, φέρνοντας την προφορά και τη συζήτηση του ερωτήματος, τι εστί άνθρωπος και του τι είναι αυτοί που ερωτάνε, μέσα στη φορά, στα σύνορα και στο ίδιο των δικών τους ορίων, ενόσω απευθύνουν τα ερωτήματά τους. Μέσω και διαμέσου αυτής της διερώτησης διανοίγεται ένας ορίζοντας απαντήσεων; Η Margaret Edson περισυλλέγοντας θέσεις και υποθέσεις, επαρκώς ριζικές πάνω στη μεταφυσική ποίηση του John Donne – αλλιώτικα ανοιχτή στον Πλάτωνα με νεοπλατωνικούς καθορισμούς – δεν εκθειάζει, ούτε κατακρίνει τη μεταφυσική ποίηση ως μια συνεχή ανάγκη του ανθρώπου. Ανασύρει όμως μιαν αφόρητη υποψία: κατά πόσον ο καιρός μας είναι για μεταφυσική ποίηση. 

Τα μεταφυσικά σονέτα του John Donne είναι το άρρητο υπόβαθρο μιας ανιγματικότητας, που παροτρύνει ερωτητικά το ασυνεχές – ανοιχτή πληγή της τραγικής αίσθησης της ύπαρξης του ανθρώπου.

Το έργο Πνεύμα (Wit) της Margaret Edson είναι μια επίκληση της επιθυμίας να επιθυμούμε τη ζωή. Οι λέξεις καραδοκούν τη ζωή που κρύβει τον θάνατο. Η συγγραφέας δίνει μια άλλη υπόσταση στις λέξεις: να μην φοβούνται τη ζωή. Έτσι οι λέξεις απελευθερώνονται από το νυστέρι ακριβείας, μαζί τους και η σύνταξή τους, ως λογική της γλώσσας, κατά συνέπεια και η λογική των ανθρώπων και της ζωής τους. Οι αλυσίδες τους σπάνε στο παιχνίδι της ζωής των συναισθημάτων. Η οντικότητα των λέξεων γίνεται η εστία συναισθημάτων – το αποκαρωτικό της α-σθένειας.

Η συμφιλίωση με τη ζωή είναι ένα είδος συνενοχής με την καλοσύνη και την ανθρώπινη θέρμη. Σε ενώνει με τον κόσμο και την ποίηση εκείνου, που ως αυτή τη στιγμή θεωρούσες τετριμμένο: την οντολογική ευτυχία.

Αυτή η στιγμή είναι συμπαγής, έχοντας μια άλλη διάρκεια, μεταφυσική. Συντελείται το άνοιγμά σου στον χώρο και στον χρόνο. Κατακρημνιζόμενη η ακινητοποίηση χώρου και χρόνου, απελευθερώνει συμπόνια, έλεος και οίκτο, σε λυτρώνει. Η συμπονετική μεταστροφή, είναι τρόπος που κάνει την ποιητικότητα του κόσμου να φανεί. Ποιώ, πράττω, όταν είμαι παρών – τώρα – εδώ, στο πεζό και στο καθημερινό και συμμετέχω ψυχικά, βαθιά. «Δεν υπάρχει σωστή ζωή μέσα στη λαθεμένη» (Theodor Adorno, Minima Moralia). Στη μεταφυσική ευτυχία αυτό το πνεύμα είναι παρών – τώρα – εδώ. Από εδώ και πέρα, τι νόημα έχει ο θάνατος;


Κεντρική φωτογραφία: Πόπη Αβραάμ από την παράσταση «Πνεύμα» 

Loader