Μια παράσταση που μέρες μετά σου μένει στο μυαλό

Μια παράσταση που μέρες μετά σου μένει στο μυαλό

Οι «Πυρκαγιές» από τον ΘΟΚ

Μια παράσταση που μέρες μετά σου μένει στο μυαλό
Ο Πάρις Ερωτοκρίτου άφησε το κείμενο να μιλήσει άμεσα στον θεατή

Κάποιοι από εμάς γνωρίσαμε τις Πυρκαγιές, έργο του Ουαζντί Μουαουάντ, από την κινηματογραφική του διασκευή (Incendies, 2010). Όταν ανακοινώθηκε η παραγωγή του συγκεκριμένου έργου από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου, σε σκηνοθεσία ενός ευφυή Κύπριου σκηνοθέτη, του Πάρι Ερωτοκρίτου, δεν μπορέσαμε παρά να ενθουσιαστούμε και με ανυπομονησία να θέλουμε να το δούμε. Είναι η πρώτη φορά που η εν λόγω παράσταση ανεβαίνει στην Κύπρο.

Το κείμενο είναι αριστοτεχνικά γραμμένο. Η δομή του, ίδια με εκείνη της αρχαίας τραγωδίας, αντικατοπτρίζει, παράλληλα, και τη θεματολογία. Ο θάνατος της μητέρας αφήνει στα δίδυμα παιδιά της μια δυσνόητη διαθήκη κι ένα χρέος να εκπληρώσουν. Ταξιδεύουν, λοιπόν, στη Μέση Ανατολή να εκπληρώσουν τις επιθυμίες της μητέρας τους και, κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής τους, ανακαλύπτουν στοιχεία για τη ζωή της, αλλά και την ταυτότητά των ιδίων.

Μ' ένα τόσο δυνατό έργο, δε χωρούσαν περιττά και εφετζίδικα στοιχεία στη σκηνοθεσία

Ο Πάρις Ερωτοκρίτου εκτίμησε το κείμενο σε όλη του τη διάσταση και μας το παρουσίασε λιτά και καθαρά, αφήνοντάς το να μιλήσει άμεσα στο θεατή. Με ένα τόσο δυνατό έργο, δε χωρούσαν περιττά και εφετζίδικα στοιχεία στη σκηνοθεσία. Κι αυτό είναι κάτι που ο Πάρις κατανόησε κι έξυπνα χρησιμοποίησε. Η διαμόρφωση του χώρου, ώστε να περιορίζεται το βλέμμα σου στη σκηνή, τα ζεστά χρώματα και τα υλικά βοήθησαν το κοινό να γίνει μέρος του έργου, δημιουργώντας μια περίεργη οικειότητα. Η μουσική και τα ηχοτοπία (όμορφη αυτή η λέξη) σε ταξίδευαν και σου έδιναν ξεκάθαρα την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Τα κουστούμια, καθώς και οι γρήγορες ενδυματολογικές αλλαγές, φαίνονταν αβίαστα και οργανικά. Η χρήση οπτικοακουστικών μέσων εκσυγχρόνισε την εμπειρία της παράστασης, προσθέτοντας μια άλλη διάσταση.

Οι ηθοποιοί, εμφανώς έχοντας τις κατάλληλες σκηνοθετικές οδηγίες, γέμισαν τον χώρο και δρούσαν ως μια ομάδα, σαν χορός τραγωδίας, και πολλές φορές όλοι μαζί σαν ένα άτομο. Στις σκηνές, όπου ενώνονται για να υποκριθούν μια μονάδα, ο συντονισμός τους είναι συγκλονιστικός. Ο σκηνοθέτης αξιοποίησε τις δυνατότητες των ηθοποιών του στο έπακρο και τους ώθησε να δώσουν ακόμη περισσότερα.

Ο Μάνος Πετράκης, ως Ζαν, συγκλονιστικός, μας έδειξε την πορεία από την άρνηση στη συνειδητοποίηση. Η Νίκη Δραγούμη, την οποία έχουμε δει να εξελίσσεται υπέροχα υποκριτικά, ως Σιμόν, δυναμική και συναισθηματική, αφιερώθηκε στην αναζήτησή της. Η Ιωάννα Σιαφκάλη, ως η ηλικιακά μεγαλύτερη Ναουάλ, συγκινητική, μεστή, να αναδεικνύει τον πόνο της μάνας. Η Παναγιώτα Παπαγεωργίου, ως μέσης ηλικίας Ναουάλ, δυναμική, αποφασιστική, έτοιμη να θυσιάσει και να υπομείνει τα πάντα. Η Μαργαρίτα Ζαχαρίου, ως νεαρή Ναουάλ και Σαουντά, με την αισθαντική και σπαρακτική φωνή της, μας μετέδωσε την ψυχική συντριβή της, μα και την αποφασιστικότητά της να επιδιώξει περισσότερα σε μια κοινωνία παραδοσιακά συντηρητική. Ο Βαλεντίνος Κόκκινος, ως συμβολαιογράφος, απολαυστικός, να προσπαθεί να πείσει τα αδέλφια να εκπληρώσουν τη διαθήκη της μητέρας τους. Ο Στέφανος Πίττας, ρεαλιστικός, σε όλες τις περσόνες που υποδύθηκε, μας έπεισε και τσαλακώθηκε.

Η άφατη οδύνη, που εκφράστηκε μέσα από τραγούδι, η κίνησή του, η φωνή του, απλά αριστουργηματική

Και τέλος ο Ανδρέας Τσέλεπος, ως Νιχαντ, μας συντάραξε συθέμελα. Η δραματική του είσοδος στην αρχή, η «αφάνειά» του στη συνέχεια της παράστασής, ώστε να παρουσιαστεί ξανά ως ακροβολιστής, σκληρός, αμοραλιστής, με το σκασμένο μακιγιάζ του κλόουν και στην κατακλείδα η αντίθεσή του ίδιου προσώπου φορώντας κουστούμι. Η επαναστατική κίνηση της γυναίκας – φυλακισμένης να τραγουδάει, έγινε στο πρόσωπό του η μουσική επένδυση των εγκλημάτων του, διανθισμένη από τις ριπές του όπλου του. Η αποκάλυψη της αλήθειας στο τέλος και η επαφή του με το κοινό, η άφατη οδύνη, που εκφράστηκε μέσα από τραγούδι, η κίνησή του, η φωνή του, απλά αριστουργηματική. Η ερμηνεία αυτή, ενός ήδη χαρισματικού ηθοποιού, χαράχτηκε στη μνήμη μας ευχάριστα.

Ο θεατής αποχωρεί από την παράσταση βαθιά χωμένος σε σκέψεις, προβληματισμένος αλλά και συναισθηματικά φορτισμένος, αφού οδηγείται μέσα από συμπόνια (έλεος) και δέος (φόβος) στη συνταρακτική κάθαρση. Η παράσταση μένει στο μυαλό και με το πέρας των ημερών συνειδητοποιείται ό,τι βιώθηκε και η αξία αυτού που παρακολουθήθηκε. Η μόνη παρατήρηση που θα σημείωνα είναι η στιγμή της δράσης στον εξώστη, την οποία θεώρησα σημαντική και δυστυχώς δεν έγινε αντιληπτή από μεγάλο μέρος του κοινού.

Μονάχα ο ΘΟΚ να συνειδητοποιούσε τι είχε στα χέρια του και να την αξιοποιούσε με περισσότερες παραστάσεις.

Σκηνοθεσία: Πάρις Ερωτοκρίτου Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαρία Καρολίδου Μετάφραση: Ευθυμία Γιαννοπούλου Σκηνικά: Γιώργος Γιάννου Κοστούμια: Ρέα Ολυμπίου Μουσική/Μουσική Διδασκαλία: Βασιλική Αναστασίου Κίνηση: Αριάνα Μαρκουλίδου Σχεδιασμός Φωτισμών: Σταύρος Τάρταρης Σχεδιασμός/Σύνθεση Ηχοτοπίων: Γιάννης Χριστοφίδης Ερμηνεύουν (με αλφαβητική σειρά): Νίκη Δραγούμη, Μαργαρίτα Ζαχαρίου, Βαλεντίνος Κόκκινος, Παναγιώτα Παπαγεωργίου, Μάνος Πετράκης, Στέφανος Πίττας, Ιωάννα Σιαφκάλη, Ανδρέας Τσέλεπος.

Loader