Κωνσταντία Σωτηρίου: «Το Brandy Sour είναι ένα βιβλίο αποχαιρετισμού μιας εποχής που χάθηκε»

Κωνσταντία Σωτηρίου: «Το Brandy Sour είναι ένα βιβλίο αποχαιρετισμού μιας εποχής που χάθηκε»

Η Κύπρια συγγραφέας πριν από μερικές μέρες πρόσθεσε άλλο ένα βραβείο στη συλλογή της αφού το τελευταίο της βιβλίο, «Brandy Sour» διακρίθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος

Αυτή την περίοδο, η Κωνσταντία Σωτηρίου ταξιδεύει συχνά αν και δεν της αρέσει να χάνει την βολή της, σε διάφορα λογοτεχνικά φεστιβάλ. Γι’ αυτό δεν βρίσκει τον χρόνο που χρειάζεται για να απομονωθεί και να ολοκληρώσει το επόμενό της βιβλίο που βρίσκεται ήδη σε διαδικασία γραφής

Η τελευταία της βράβευση της δίνει μεγάλη χαρά ειδικά όταν αυτή προέρχεται από την πατρίδα της, όπως λέει. Το βραβευμένο της βιβλίο «Brandy Sour» οδεύει αισίως σε τρίτη έκδοση ενώ οι 22 μικρές ιστορίες που περιλαμβάνει οι οποίες εκτυλίσσονται στο ξενοδοχείο σύμβολο του διαχωρισμού του νησιού αποτελούν μικρές ψηφίδες της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας και των ανθρώπων της. 

Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί γραμμένο με δεξιοτεχνία, με ένα ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης, έντονα συγκινησιακό, μεστό με ρετρό εικόνες μίας άλλης εποχής που χάθηκε, όπως αναφέρει η ίδια η δημιουργός του μιλώντας στην Avant Garde. 

Κωνσταντία, πώς νιώθεις για την πρόσφατη βράβευσή σου στα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας για το τελευταίο σου βιβλίο Brandy Sour; 

Νιώθω εννοείται μεγάλη χαρά. Είναι σημαντικό να σε βραβεύει η πατρίδα σου και νιώθεις ηθική ικανοποίηση όταν επιβραβεύονται οι κόποι σου. Είναι μια ευκαιρία να ακουστεί ξανά το βιβλίο και να ξεχωρίσει. Θέλω με αυτή την ευκαιρία να ευχαριστήσω όσους μου έστειλαν τα συγχαρητήρια και την αγάπη τους για αυτό το βραβείο. Στις δύσκολες και σκοτεινές μέρες που ζούμε είναι πολύ σημαντικό να νιώθεις αυτή την αγάπη. Εγώ σημειώνω πάντα την γενναιοδωρία  των ανθρώπων απέναντι μου και την θυμάμαι.

 

Τι σημαίνει το κάθε βραβείο για ένα συγγραφέα; 

Πέραν της ηθικής ικανοποίησης μαζί με το βραβείο έρχεται η ευκαιρία να έρθει το βιβλίο ξανά στο προσκήνιο. Για το δικό μου βιβλίο σημαίνει ανατύπωση και πάμε αισίως σε τρίτη έκδοση αυτές τις μέρες, γεγονός που πραγματικά μου έδωσε μεγάλη χαρά. Το βραβείο είναι επίσης χρηματικό, που επιτρέπει μια μικρή ελευθερία κινήσεων που χρειάζεται. Ανοίγει επίσης την πόρτα για συμμετοχή σε λογοτεχνικά φεστιβάλ και άλλες λογοτεχνικές δραστηριότητες. Πέραν αυτού η όποια αναγνώριση για εμάς τους ανασφαλείς συγγραφείς σημαίνει πολλά. Είναι ένα κτύπημα στον ώμο να συνεχίσουμε να γράφουμε. 

Κάτω από ποιες συνθήκες γράφτηκε το Brandy Sour και τι σημαίνει για σένα αυτό το βιβλίο; 

Έγραφα ένα άλλο βιβλίο όταν ήρθε η ανάθεση να γράψω ένα διήγημα για την αγγλική ανθολογία: All walls collapse: Stories of Separation που έγινε σε συνεργασία του Pen England και του Comma Press. Πρόκειται για μια ανθολογία όπου 12 συγγραφείς από 12 χώρες κληθήκαμε να γράψουμε ο καθένας στην γλώσσα του για τα τείχη που χωρίζουν την πατρίδα μας. Εμένα μου ζήτησαν να γράψω για την Πράσινη Γραμμή. Σκέφτηκα λοιπόν ότι το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας είναι στο μυαλό μου το σύμβολο του διαχωρισμού στην Κύπρο και αποφάσισα να γράψω για αυτό. Το Brandy Sour για μένα είναι μια πολύ καλή συγγραφική μου στιγμή. Θεωρώ πως είναι το πιο ώριμο μου βιβλίο συγγραφικά, συμπυκνώνει όλα όσα έμαθα ως συγγραφέας τόσα χρόνια που γράφω και όλα όσα διάβασα ως αναγνώστης. Το έγραψα επίσης με σχετική «ευκολία», και το βάζω αυτό σε εισαγωγικά επειδή η συγγραφή δεν είναι ποτέ εύκολη, εννοώντας ότι ένιωθα πως το κείμενο μέσα μου έρεε αβίαστα. 

9

Πώς το χαρακτηρίζεις αυτό το βιβλίο; 

Θα το χαρακτήριζα ένα βιβλίο αποχαιρετισμού μιας εποχής και ενός κόσμου που χάθηκε. Αυτού που θα μπορούσε να υπάρξει και δεν τα κατάφερε να επιβιώσει. Νομίζω είναι ένα βιβλίο νοσταλγίας, αναμνήσεων, αλλά την ίδια στιγμή μια απόδειξη των πράξεων μας που μας οδήγησαν σε αυτό που είμαστε σήμερα. Στέκει σαν μνημείο το Λήδρα Πάλας, το μνημείο ενός κόσμου που θα μπορούσε να ήταν ο δικός μας κόσμος. 

Πρωταγωνιστής του τελευταίου σου βιβλίου είναι το θρυλικό ξενοδοχείο της Λευκωσίας, το Λήδρα Πάλας. Τι θα έλεγες πώς συμβολίζει αυτός ο χώρος και γιατί τον επέλεξες ως σημείο αναφοράς του βιβλίου; 

Το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας είναι στο μυαλό μου το σύμβολο του διαχωρισμού στην Κύπρο Πρόκειται για ένα εμβληματικό κτίριο που στα μάτια μου συμβολίζει ακριβώς την ιστορία της Κύπρου: Η υποσχετική για ένα σπουδαίο μέλλον, ο επίπλαστος μοντερνισμός που εξαντλείτο στους τοίχους του κτιρίου, η πολυτέλεια που απολάμβαναν λίγοι και αργότερα οι αμμόσακοι που τοποθετήκαν γύρω από το ξενοδοχείο στις διακοινοτικές ταραχές, η φονική μάχη του 1974 που έγινε στο ξενοδοχείο, το γεγονός ότι πλέον βρίσκεται στην νεκρή ζώνη και το πιο γνωστό οδόφραγμα της Λευκωσίας φέρει το όνομα του, το ότι εκεί ως μαθήτρια συμμετείχα σε διαδηλώσεις, όλα αυτά φώναζαν μέσα μου διαχωρισμός και έτσι αποφάσισα να μιλήσω για όλα όσα έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται με φόντο το Μεγάλο αυτό Ξενοδοχείο και τους ανθρώπους, γνωστούς και αγνώστους που πέρασαν από τα δωμάτια του. 

Το βιβλίο αποτελείται από μικρές ιστορίες ανθρώπων σε άμεση σχέση με το Λήδρα Πάλας. Υπάρχουν ιστορίες που είναι αλότελα πραγματικές ή αναμειγνύεται ο μύθος με την αλήθεια; 

Οι περισσότερες ιστορίες βασίζονται σε αληθινά γεγονότα αλλά εννοείται πως πήρα την λογοτεχνική ελευθερία να τις αναπτύξω έτσι όπως τις φαντάστηκα. Νομίζω ο ίδιος ο χώρος του ξενοδοχείου, κουβαλά μια μαγεία που σου επιτρέπει να κτίζεις μέσα του ιστορίες και θαύματα. Από την άλλη υπάρχουν στο βιβλίο πολλές πραγματικές ιστορίες. Πρόσφατα επικοινώνησα με τον φωτογράφο τον οποίο περιγράφω στο ομώνυμο κεφάλαιο του βιβλίου, τον Tommy Mardell ο οποίος μου έδωσε την άδεια να χρησιμοποιήσω τις φωτογραφίες του από το Λήδρα Πάλας σε μια παρουσίαση του βιβλίου. Είναι ακόμα ενεργός φωτογραφικός ανταποκριτής και βρίσκεται πάντα στην καρδιά του πολέμου. Χαίρομαι που υπάρχει στις σελίδες του βιβλίου μου, είναι ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος. 

Ποιον από τους ήρωες που αναφέρεις ή τις ιστορίες έχεις κι εσύ ίσως προσωπική σχέση; 

Δεν έχω κάποια προσωπική σχέση. Πέρασαν ωστόσο από το ξενοδοχείο άνθρωποι που θαυμάζω και για τους οποίους ήθελα πολύ να γράψω. Όπως ο Γιούρι Γκαγκάριν που τον φαντάστηκα να θέλει δωμάτιο με θέα τον κήπο, να μην βλέπει άλλα αστέρια. Ή τον Λέλλο Δημητριάδη που μαζί με τον Μουσταφά Ακιντζί ονειρεύτηκαν έναν καλύτερο κόσμο. Νομίζω η πιο προσωπική μου σχέση είναι η ηρωίδα στο κεφάλαιο Ροδόσταγμα, την έχω βασίσει στην μάμα μου που πάντα είναι παρούσα η αύρα της στα βιβλία μου. 

Ποια θα έλεγες πώς είναι για σένα η πιο συγκινητική ιστορία; 

Νομίζω είναι η ιστορία του Χασάν του κτίστη, του αγχωμένου που βάζει στα χείλη του έψημα να γιατρέψει τις άφθες και που σκορπίζει το αιμάτινο υγρό στους σημαδεμένους από τρύπες τοίχους του ξενοδοχείου. Νομίζω είναι μια ιστορία γεμάτη απόγνωση που σωματοποιεί τον πόνο της εγκατάλειψης του κτιρίου, το ότι είναι πραγματικά λαβωμένο, πως σχεδόν το έχουν σκοτώσει οι σφαίρες. Αυτή η προσπάθεια του κτίστη να σώσει το κτίριο που πεθαίνει κρύβει για μένα την ανθρωπιά που ελπίζω να βρει κάποιος αναγνώστης στο βιβλίο μου. 

Γράφεις με ένα ιδιαίτερο τρόπο που σε ξεχωρίζει χρησιμοποιώντας την επανάληψη στην γλώσσα, στην πλοκή όπου σταδιακά προσθέτεις στοιχεία και γεγονότα. Πώς έχτισες αυτό τον τρόπο γραφής και πώς πιστεύεις ότι ανταποκρίνεται ο αναγνώστης; 

Σε ευχαριστώ που το εντοπίζεις, νομίζω αυτός είναι ο προσωπικός δικός μου τρόπος γραφής. Οι επαναλήψεις είναι ένα στοιχείο που με χαρακτηρίζει, είναι σαν να νιώθω πως χρειάζεται μια συνεχής επανάληψη για να χωνευτούν τα αχώνευτα, αυτά τα δύσκολα για τα οποία γράφουμε. Από εκεί και πέρα είναι πολύ σημαντικό νομίζω να έχεις μια διακριτή φωνή ως συγγραφέας, να σε ξεχωρίζει κάποιος και πιθανότατα να σε αναζητά για αυτή τη δική σου φωνή. Η τεχνική και η φωνή σου νομίζω εξελίσσονται όσο γράφεις. Για μένα έχει μεγάλη σημασία αυτό κιόλας, να εξελίσσεται ο τρόπος γραφής μου, με αφορά αυτό ως συγγραφέα, η λογοτεχνικότητα δηλαδή, όχι μόνο η θεματική. 

Το Brundy Sour έχει μία ολοζώντανη αφήγηση, πολλές ρετρό εικόνες της Κύπρου μίας άλλης εποχής που θα μπορούσε να μεταφερθεί είτε στο θέατρο, την τηλεόραση ή τον κινηματογράφο. Το σκέφτηκες αυτό; Υπάρχει κάποιο πλάνο; Θα σε ενδιέφερε; 

Γίνονται κάποιες σκέψεις για μεταφορά του έργου στο θέατρο και πραγματικά θα με ενδιέφερε πάρα πολύ η μεταφορά του. Ελπίζω αυτό να γίνει πραγματικότητά. Έχουν μεταφερθεί όλα μου τα βιβλία στο θέατρο μέχρι τώρα και θα ήταν σημαντικό να γίνει και αυτή τη φορά. Έχει άλλη, ιδιαίτερη απήχηση το θέατρο. 

Ξέρω πώς είσαι φανατική αναγνώστρια. Τι έχεις διαβάσει τελευταία και θέλεις να μας το προτείνεις οπωσδήποτε; 

Διαβάζω αυτές τις μέρες την «Πατρίδα» του Φερνάντο Αραμπούρου, που είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μυθιστόρημα και το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Διάβασα επίσης πριν λίγους μήνες το «Καθώς Ψυχορραγώ» του Φώκνερ σε νέα εξαιρετική μετάφραση του Παναγιώτη Κεχαγιά. Ανυπομονώ επίσης να διαβάσω τα νέα βιβλία του Δημήτρη Χριστόπουλου «Έλα να παίξουμε» του Ισίδωρου Ζουργού, «Παλιές και νέες χώρες» και της Μάρως Δούκα «Φελιτσιτά». Είναι τα επόμενα στην λίστα μου. 

Ποιοι συγγραφείς θα έλεγες πώς σε έχουν εμπνεύσει και επηρεάσει στην συγγραφική σου δουλειά; 

Ξεχωρίζω πάντα τον Δημήτρη Χατζή, την Μάρω Δούκα και τον Βενέζη από τους πιο παλιούς. Ωστόσο κάθε βιβλίο που διάβασα και κάθε συγγραφέας έχουν επηρεάσει την γραφή μου. Αυτό νομίζω είναι και το νόημα της ανάγνωσης, να αποθηκεύεις και να συγκεντρώνεις γραφές και τεχνικές και τρόπους μέσα σου. Και να είσαι ανοικτός πάντα να εξελίσσεσαι και να μαθαίνεις. 

Υπάρχει κάποιο πλάνο για ένα νέο βιβλίο αυτή την περίοδο;  

Αυτή την περίοδο τρέχω με διάφορα λογοτεχνικά φεστιβάλ στην Κύπρο και στο εξωτερικό. Δεν έχω τον χρόνο να απομονωθώ, να συγκεντρωθώ και να γράψω. Ένα βιβλίο βρίσκεται στην διαδικασία της γραφής εδώ και καιρό αλλά ακόμα να βυθιστώ μέσα του. 

 

Loader