Η συγγραφέας Μαίρη Κόντζογλου της διλογίας «Από ήλιο σε ήλιο» μιλά αποκλειστικά στην Avant garde

Η συγγραφέας Μαίρη Κόντζογλου της διλογίας «Από ήλιο σε ήλιο» μιλά αποκλειστικά στην Avant garde

Μια συζήτηση για την «ματωμένη απεργία της Σερίφου»

Με αφορμή την επίσκεψη της συγγραφέως Μαίρης Κόντζογλου στο Nicosia Book Festival, η Avant Garde μίλησε αποκλειστικά με την ίδια τη συγγραφέα για το έργο της και συγκεκριμένα για τη διλογία «Από ήλιο σε ήλιο», που αφορά την ματωμένη απεργία της Σερίφου.

Το Σάββατο 5 Οκτωβρίου, στις 19:00, η Μαίρη Κόντζογλου θα βρίσκεται  στη Λογοτεχνική Σκηνή του Nicosia Book Festival (Πάρκο Ακρόπολης, Στρόβολος Λευκωσίας) για να μας παρουσιάσει τη διλογία της. Συγκεκριμένα, η συγγραφέας θα μιλήσει για το σύμπαν της νέας διλογίας της, τους ήρωες, τον τόπο και το ιστορικό σκηνικό και θα απαντήσει σε ερωτήσεις του κοινού. Για τη έργο της Μαίρης Κόντζογλου θα μιλήσει ο πρώην πρέσβης της Κύπρου στην Ελλάδα και Καθηγητής Νεότερης Ιστορίας, Γιώργος Γεωργής.

Η Μαίρη Κόντζογλου γεννήθηκε, μεγάλωσε και συνεχίζει να μεγαλώνει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε στον τομέα της επικοινωνίας. Η συγγραφή προέκυψε ως κάτι απόλυτα φυσικό, όταν έπαψε να την εμπνέει η δουλειά της. Δηλώνει πρωτίστως αναγνώστρια.

Η ιστορική «ματωμένη απεργία της Σερίφου» μπαίνοντας κάτω από το συγγραφικό μικροσκόπιο της Μαίρης Κόντζογλου γέννησε μια συγκλονιστική διλογία για έναν μεγάλο αγώνα, έναν έρωτα και τον τόπο που έθρεψε θεούς και ήρωες.

Τι σας ενέπνευσε να γράψετε αυτή τη διλογία; Πώς αποφασίσατε να γράψετε για την απεργία της Σερίφου; 

Κάποια στιγμή ταξιδεύοντας για Σίφνο είδα τη Σέριφο και γοητεύτηκα. Μπήκα στο διαδίκτυονα διαβάσω για το νησί και έτσι έμαθα –μεταξύ πολλών άλλων– για την απεργία των μεταλλεργατών το 1916 που είναι το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός της Σερίφου. Λίγο αργότερα, σε διακοπές πια εγώ, άρχισα να ερευνώ το θέμα της απεργίας περισσότερο, διάβασα για τις τρομακτικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δούλευαν μέσα στις στοές οι εργάτες, πώς τους φέρονταν οι ξένοι εργολάβοι, πόσοι θάνατοι και αναπηρίες προέκυπταν, πόσο τους υποτιμούσαν και πολλά άλλα, και θύμωνα. Όταν συνεχίζοντας να ψάχνω διάβασα και για τη συγκλονιστική στάση των γυναικών κατά τη διάρκεια της απεργίας, υποσχέθηκα στον εαυτό μου να γράψω ένα βιβλίο που θα διαδραματιζόταν στο νησί εκείνη την εποχή, θα έδειχνα τη ζωή τους, το υπέροχο, απόκοσμο τοπίο, τις σχέσεις των ανθρώπων, τις δυσκολίες τους, άρα θα συμπεριλάμβανε και την απεργία: πώς και γιατί έγινε, τι προέκυψε από αυτή.

Έχετε συγγράψει μια διλογία η οποία βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα. Τι είδους έρευνα πραγματοποιήσατε για τη συλλογή στοιχείων; 

Έκανα μια μεγάλη έρευνα για το νησί, την ιστορία του στο πέρασμα των αιώνων, για την τοπική κοινωνία, για τη θέση της γυναίκας –που πάντα με ενδιαφέρει–, για τα συγκεκριμένα μεταλλεία, για άλλα μεταλλεία στην Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη, για το συνδικαλιστικό κίνημα (σχεδόν ανύπαρκτο), για τα πραγματικά πρόσωπα που συμμετέχουν σαν ήρωες του μυθιστορήματος. Έκανα και επιτόπια έρευνα –για μένα είναι αυτονόητη–, πήγα στη Σέριφο, μίλησα με απογόνους μεταλλεργατών, είδα το φυσικό τοπίο, τις στοές, μπήκα σ’ αυτές (σε όσες επιτρέπεται), μύρισα, γεύτηκα, ένιωσα τον τόπο, τους ανθρώπους, τη φύση, το μεγαλείο αυτού του μοναχικού βράχου, τη δύναμη του «σιδερένιου νησιού», κατάλαβα γιατί κατά τη μυθολογία ήταν τόπος γιγάντων (Κύκλωπας Πολύφημος) και ηρώων (Περσέας).

Αντιμετωπίσατε κάποιο εμπόδιο κατά τη διάρκεια της έρευνάς σας; Κι αν ναι πώς το ξεπεράσατε; 

Η αλήθεια είναι πως για την απεργία δεν υπάρχουν πολλές πηγές. Καταρχάς πήρα μαρτυρίες από κατοίκους, είδα παλιά βίντεο όπου μιλούσαν και στελέχη της εταιρείας και επιβεβαίωναν τις επαίσχυντες συνθήκες εργασίας, διάβασα βιβλία, για παράδειγμα την καταγραφή των γεγονότων από τον συνδικαλιστή Κωνσταντίνο Σπέρα που οργάνωσε τους εργάτες σε Σωματείο, μελέτησα και την εργατική νομοθεσία περί μεταλλείων, για να συγκρίνω αν ήταν σωστά αυτά που μου έλεγαν. Διάβασα και όποια πληροφορία υπήρχε για τα πραγματικά πρόσωπα που είναι ήρωες στο μυθιστόρημα για να μπορέσω να ανασυνθέσω τις προσωπικότητές τους. Δεν μπορώ να πω ότι συνάντησα αξεπέραστα εμπόδια.

Μερικοί ήρωές σας είναι εμπνευσμένοι από ιστορικά πρόσωπα, κάποιοι άλλοι όχι. Ποια είναι η γραμμή που χωρίζει την πραγματικότητα από τη μυθοπλασία; Τι ενυπάρχει σε αυτό το «μεταίχμιο» για σας; 

Στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι πολύ λεπτή αυτή η γραμμή. Για κανένα από τρία υπαρκτά πρόσωπα δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες. Ο Κωνσταντίνος Σπέρας όμως ήταν ένας άνθρωπος που φλεγόταν από την επιθυμία να αποδοθεί κοινωνική δικαιοσύνη. Εργάτης και ο ίδιος πάλεψε για το εργατικό κίνημα και (πολύ αργότερα) δολοφονήθηκε από το κόμμα που κανονικά θα έπρεπε να τον υποστηρίζει. Οι εργολάβοι που λειτουργούσαν τα μεταλλεία την εποχή που αφηγούμαι, πατέρας και γιος, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες απογόνων Σερφιωτών μεταλλεργατών ήταν σκληροί και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να πλουτίσουν. Γι’ αυτό –φέρνω λίγα παραδείγματα– ενώ μέσα στις στοές έπρεπε να υπάρχουν υποστυλώματα ανά πέντε μέτρα, στη Σέριφο υπήρχαν ανά δεκαπέντε, με αποτέλεσμα να γίνονται τακτικά κατολισθήσεις και να σκοτώνεται κόσμος. Εξήντα πέντε νεκροί μόνο από το 1913 μέχρι το 1915 είναι μια ένδειξη των συνθηκών. Επίσης, εξαπάτησαν τον ντόπιο πληθυσμό και τους πήραν τα χωράφια για να τα σκάψουν με αντάλλαγμα μέρισμα που ουδέποτε τους έδωσαν. Ο βίος και η πολιτεία τόσο του Σπέρα όσο και των εργολάβων με οδήγησε στο να μπορέσω να τους αναπαραστήσω. Υπάρχει μια λεπτή ισορροπία που πρέπει να τηρηθεί. Αλλά το μυθιστόρημα δεν γράφτηκε για να κατηγορήσει κάποιους, δεν είναι αυτός ο σκοπός του. Γράφτηκε για να δείξει τη ζωή στη Σέριφο στις αρχές του 19ου αιώνα, την ξεχωριστή κοινωνία του νησιού που (φυτο)ζωούσε από τα μεταλλεία και τον αγώνα που έκαναν για τη ζωή τους, σε όλα τα επίπεδα.

Επιλέξατε να ασχοληθείτε μ’ ένα κοινωνικοπολιτικό ζήτημα που τοποθετείται χρονικά στις αρχές του 20ού αιώνα. Πιστεύετε ότι οι αναγνώστες θα μπορούσαν ενδεχομένως να ταυτιστούν, ακόμα κι αν υπάρχει ένα χρονικό χάσμα που μετρά περισσότερο από έναν αιώνα; 

Αποδείχτηκε πως ναι, όχι μόνο μπορούν, αλλά έγιναν και φανατικοί (τι τραβούσε ο κόσμος!). Η διλογία ΑΠΟ ΗΛΙΟ ΣΕ ΗΛΙΟ αγαπήθηκε και αγαπιέται πολύ από το αναγνωστικό κοινό. Όμως όταν ξεκίνησα να το γράφω, να σας πω την αλήθεια, δεν με ενδιέφερε, ποτέ δεν με ενδιαφέρει κι ας μην εκδοθεί ποτέ. Εγώ τότε «καιγόμουν» από αυτό που είχε γεννηθεί στο μυαλό μου και έπρεπε να το καταγράψω. Και όπως σας είπα είναι μυθιστόρημα. Δηλαδή περιλαμβάνει έρωτες, σχέσεις φιλικές και συγγενικές, έχει γλέντια, πανηγύρια, κηδείες, είναι αναπαράσταση μια εποχής σε ένα ελληνικό νησί. Δεν αναφέρεται μόνο στην απεργία. Καταλήγει σ’ αυτή.

Τι θα θέλατε να αποκομίσουν ιδανικά οι αναγνώστες από αυτή τη διλογία; 

Πέρα από την αναγνωστική εμπειρία –μακάρι και απόλαυση–, να γνωρίσουν έναν τόπο όχι και τόσο διάσημο όπως άλλα νησιά, να δούνε πώς ζούσαν οι άνθρωποι και πόσο η σύγχρονη ιστορία μπορεί να ταυτιστεί με τη μυθολογία. Να σκεφτούμε πως τα νησιά μας δεν είναι μόνο «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου», αλλά υπάρχει παρελθόν που δεν είναι πάντα ειδυλλιακό. Ότι για να γλεντάμε εμείς εκεί στις διακοπές μας κάποιοι κάποτε μάτωσαν. Και να σκεφτούμε πως μπορεί ακόμη να ματώνουν.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια; 

Να γράψω ένα ωραίο βιβλίο. Που πρώτα θα ικανοποιήσει εμένα.

Τι διαβάζετε αυτή την περίοδο;

Το «Φοβάμαι, ταυρομάχε» του Χιλιανού Πέδρο Λεμεμπέλ.

απο ηλιο σε ηλιο

Loader