Κωνσταντία Σωτηρίου: «Η ιστορία κάθε ανθρώπου στο «Brundy Sour», συνδέεται με μια ιστορική στιγμή του Λήδρα Πάλας»

Κωνσταντία Σωτηρίου: «Η ιστορία κάθε ανθρώπου στο «Brundy Sour», συνδέεται με μια ιστορική στιγμή του Λήδρα Πάλας»

Η βραβευμένη Κύπρια συγγραφέας μιλά στην Avant Garde για το νέο της βιβλίο «Brundy Sour», τη συγγραφή, το θέατρο, την πανδημία και για ένα κείμενο που υπάρχει στο συρτάρι

Ανήκει στη νέα γενιά των Κυπρίων συγγραφέων και έκανε την εμφάνισή της στην πεζογραφία μόλις το 2015 με το πρώτο της βιβλίο «Η Αϊσέ πάει διακοπές».

Το βιβλίο προκάλεσε αίσθηση και βραβεύτηκε με το Athens Prize for Literature, παράλληλα μπήκε στη βραχεία λίστα των κρατικών βραβείων Κύπρου και στη βραχεία λίστα στην κατηγορία των πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων των βραβείων του περιοδικού 'Ο Αναγνώστης' και του περιοδικού 'Κλεψύδρα'. Το 2017, κυκλοφορεί το δεύτερό της βιβλίο «Φωνές από χώμα» ενώ το 2019 αναδείχθηκε νικήτρια του λογοτεχνικού Βραβείου της Κοινοπολιτείας της περιφέρειας Ευρώπης και Καναδά, για το διήγημά της "Έθιμα θανάτου" που αποτελεί μέρος της "Πικρίας χώρας" που αποτελεί το τρίτο της βιβλίο.

Η Κωνσταντία Σωτηρίου αν και έχει ασχοληθεί με τη θεατρική συγγραφή εντούτοις θεωρεί τον εαυτό της περισσότερο ως πεζογφάφο. Σήμερα, το τέταρτό της βιβλίο «Brundy Sour» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη με τις ιστορίες διαφόρων ανθρώπων να εκτυλίσσονται στο εμβληματικό ξενοδοχείο της Πράσινης Γραμμής, το Λήδρα Πάλας. 

Κωνσταντία, το «Brundy Sour» είναι το τελευταίο σου βιβλίο, το τέταρτο στη σειρά και κυκλοφόρησε πρόσφατα. Μέσα από αυτό το ταξίδι της συγγραφής, από το 2015 μέχρι και τώρα, τι θα έλεγες ότι έχεις αποκομίσει μέσα από αυτά τα τέσσερα βιβλία; 

Έχω πάρει την μεγάλη χαρά της έκδοσης της δουλειάς μου από ένα μεγάλο εκδοτικό οίκο στην Ελλάδα και την αναγνώριση του συγγραφικού μου μόχθου (επειδή μόχθος είναι, ότι και να λέμε) μέσα από τους αναγνώστες, την κριτική και κάποια βραβεία. Γράφουμε για να εκδοθούμε, για να φτάσει στα χέρια των αναγνωστών η δουλειά μας και υπάρχει τεράστια ηθική ικανοποίηση να παίρνεις στα χέρια σου το βιβλίο που έγραψες. Δεν θα το παρομοίαζα  με παιδί, αλλά σίγουρα είναι μια γέννα που πηγάζει από βαθιά μέσα σου. 

Τι θα έλεγες ότι είναι η συγγραφή για σένα; 

Σίγουρα δεν είναι χόμπι, όπως μάλλον θεωρείται γενικώς (δράττομαι της ευκαιρίας να πω πόσο δύσκολο είναι να γράφεις ενώ έχεις την κανονική σου δουλειά και όλες τις άλλες υποχρεώσεις της καθημερινότητας, χωρίς καμία ουσιαστική βοήθεια από την πολιτεία, πέραν της χρηματοδότησης για επισκέψεις σε λογοτεχνικά φεστιβάλ). Σε άλλες χώρες υπάρχει πολύ μεγαλύτερη στήριξη. Η συγγραφή για μένα είναι ένας τρόπος να διοχετεύσω την ανάγκη μου να εκφράσω κάποιες βαθύτερες σκέψεις, να χτίσω χαρακτήρες να πω μια ιστορία με τον δικό μου τρόπο και τους δικούς μου όρους. Η συγγραφή είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι του ποια είμαι και πως θέλω να μιλώ και να επικοινωνώ με τον κόσμο. Η πιο μεγάλη μου δέσμευση και η πιο βαθιά μου ανάγκη. Κι αν ακούγεται κάπως βαρύγδουπο αυτό, να πω πως είναι επίσης η πηγή μιας μεγάλης χαράς. Λατρεύω να γράφω!

Πώς γεννιούνται οι ιστορίες που αφηγείσαι; 

Γεννιούνται τυχαία, από μια ιστορία που μπορεί να πέσει στα χέρια μου, μια είδηση που μπορεί να ακούσω, από την αφορμή μιας επίσκεψης, από δικές μου εμπειρίες, ακόμα και τα λόγια ενός ανθρώπου. Στα τρία πρώτα βιβλία σίγουρα βασίστηκα πολύ σε διηγήσεις και ιστορίες που μου είπε η μητέρα μου, το πνεύμα της οποίας είναι διάχυτο στην τριλογία. Τυχαίνει, ωστόσο, όπως η ιστορία που προέκυψε από το τελευταίο μου βιβλίο, να προκύψει μέσα από την ανάθεση για συγγραφή ενός διηγήματος, γεγονός που μπορεί να σε βάλει σε ενδιαφέροντα μονοπάτια και να σε αναγκάσει να σκεφτείς με τρόπους που δεν είχε σκεφτεί στο παρελθόν. 

Μίλησε μας για το «Brundy Sour», το νέο σου βιβλίο. Με τι καταπιάνεται και πώς διαφοροποιείται από τα τρία προηγούμενα βιβλία σου όπου κυριαρχούσε η γυναικεία αφήγηση και ψυχοσύνθεση; 

To «Brandy Sour» προέκυψε από την ανάθεση να γράψω ένα διήγημα για την αγγλική ανθολογία All Walls Collapse Stories of Separation που έγινε με πρωτοβουλία του English Pen και του εκδοτικού οίκου Comma Press, όπου 12 συγγραφείς από όλο τον κόσμο κληθήκαμε να γράψουμε για τα τείχη που χωρίζουν την πατρίδα μας. Εμένα μου ζητήθηκε να γράψω ένα διήγημα για την Πράσινη Γραμμή. Αναζητώντας την έμπνευση κατέληξα στο Λήδρα Πάλας, που θεώρησα πως αποτελεί την πιο έντονη εικόνα που έχουμε τουλάχιστον οι Λευκωσιάτες στο μυαλό μας, για το τι σημαίνει οδόφραγμα, τι σημαίνει διαχωρισμός και τι σημαίνει Πράσινη Γραμμή. Άρχισα να γράφω λοιπόν για αυτό το σπουδαίο ξενοδοχείο, που αποτέλεσε την κορωνίδα του μοντερνισμού στην εποχή του, φιλοξένησε απίστευτες προσωπικότητες, όπως είναι ο Γιούρι Γκαγκάριν, έγινε το σπίτι για τις πρώτες σπουδαίες εκθέσεις τέχνης στην Κύπρο, φιλοξένησε μεγάλες εκδηλώσεις, το λάιφ στάιλ της εποχής και την ίδια στιγμή ήταν άντρο μυστικών, στάθηκε στο κέντρο μιας από τις φονικότερες μάζες στην εισβολή το 1974, εκεί έγιναν οι συνομιλίες για το Κυπριακό, έγινε οδόφραγμα, στέγασε την ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ και τώρα καταρρέει. Σκέφτηκα πως η ιστορία του κτιρίου αντανακλά την ιστορία της ίδιας της χώρας και ήθελα, έχοντας αυτή τη φορά πρωταγωνιστή το κτίριο να μιλήσω για τους γνωστούς και αγνώστους ανθρώπους που αφήνουν το αποτύπωμα τους στο κτίριο. Επίσης να πω πως η ιστορία κάθε ανθρώπου που υπάρχει στο βιβλίο συνδέεται με μια ιστορική στιγμή του Λήδρα Πάλας κι ένα ποτό της Κύπρου:  Σουμάδα, κουμανταρία, ροδόσταγμα και φυσικά Brandy Sour, ανάμεσα σε άλλα. 

Μέσα από τα βιβλία σου καταλαβαίνουμε ότι η ιστορία του τόπου μας σε ενδιαφέρει, αποτελεί το φόντο των ιστοριών σου. Μάλιστα, βασίζεσαι και σ’ αυτήν. Πότε σταματά η ιστορία και πότε ξεκινά ο μύθος σε ένα μυθιστόρημα, διήγημα, νουβέλα; Μπορεί το ένα να αλλοιώσει το άλλο; 

Πάντα πατώ στην ιστορία του τόπου, είναι ένα θέμα που με απασχολεί, προσπαθώ αν θέλεις να δω την ιστορία μέσα από τα δικό μου πρίσμα και αντιλήψεις. Από εκεί και πέρα γράφω λογοτεχνία, δεν γράφω ιστορία, δεν γράφω καν ιστορικό μυθιστόρημα. Τα γεγονότα είναι μάλλον η αφορμή για να μιλήσω για άλλα ζητήματα που με απασχολούν όπως είναι το τραύμα που μας άφησε ο πόλεμος, οι συνέπιες που έχει στην ζωή μας ο διχασμός, η απουσία της γυναικείας αφήγησης στα γεγονότα. Στο μυαλό μου όλο αυτό είναι ξεκάθαρο και προτεραιότητα μου είναι πάντα η λογοτεχνική καταγραφή. 

Αρχίζοντας να γράφεις έχεις μέσα στο μυαλό σου την αρχή, την μέση και το τέλος της ιστορίας ή αλλάζουν τα πράγματα γράφοντας; 

Πάντα έχω ένα σκαρίφημα το οποίο και ακολουθώ. Θέλω να ξέρω πως θα κινηθώ στην ιστορία που διηγούμαι, την αρχή, την μέση και το τέλος όπως λες. Από εκεί και πέρα σε παρασύρει το κείμενο και σε οδηγεί, όπως και η εξερεύνηση του κάθε χαρακτήρα που διηγείσαι.  

7

Πες μας πώς δούλεψες για το τελευταίο σου βιβλίο; 

Όταν μου έγινε η ανάθεση, άρχισα να αναζητώ αρχειακό υλικό από εφημερίδες και περιοδικά για το ξενοδοχείο. Με βοήθησε πολύ η έκθεση που είχε γίνει για το Λήδρα Πάλας στο Λεβέντειο Μουσείο, «Χορεύοντας σε μια γραμμή»,  που έγινε την περίοδο που άρχισα να γράφω το διήγημα για την αγγλική ανθολογία που εξελίχθηκε στο μυθιστόρημα, επειδή μπόρεσα να αντλήσω από εκεί πολλές μαζεμένες πληροφορίες. Βρήκα ωστόσο και πολλά ακαδημαϊκά άρθρα για το ξενοδοχείο, όπως της Όλγας Δημητρίου, που είχε γράψει για την πολιτική διάσταση που μπορεί να έχει η παρουσία ενός κτιρίου στην ιστορία μιας χώρας ή του Λέλλου Δημητριάδη που έγραψε για την ένωση του αποχετευτικού συστήματος της Λευκωσίας με τον Μουσταφά Ακιντζί. Το τελευταίο αποτελεί ένα από το πιο αγαπημένα μου κεφάλαια στο βιβλίο με τίτλο: «Δυόσμος: Ο δήμαρχος»

Πέραν της πεζογραφίας έχεις ασχοληθεί και με την θεατρική γραφή. Είδαμε έργα σου να μεταφέρονται στο θέατρο αλλά έγραψες κι εσύ θεατρικά έργα, όπως «Το Κέλυφος» για τη Νέα Σκηνή του ΘΟΚ. Μίλησε μας για αυτά τα δύο είδη. Πόσο εύκολη είναι η εναλλαγή και αν θα συνεχίσεις με το θεατρικό κείμενο.

Νομίζω πως όλα μου τα κείμενα έχουν μια θεατρικότητα, έχει να κάνει ίσως με τον τρόπο που γράφω και στήνω τους χαρακτήρες. Ωστόσο θεωρώ πως είμαι περισσότερο πεζογράφος  παρά θεατρικός συγγραφέας. Το θέατρο είναι πολύ πιο δύσκολο. Θα ήθελα να δοκιμάσω ωστόσο να γράψω ξανά ένα αμιγώς θεατρικό κείμενο για να δοκιμάσω ξανά αυτού του είδους την γραφή, μακριά από την θεματολογία που συνηθίζω. 

Πιστεύεις ότι αντιλαμβανόμαστε όλα όσα μας άφησε η πανδημία; Επηρέασε ή όχι την ψυχοσύνθεση μας και με ποιο τρόπο; 

Πολύ δύσκολη ερώτηση. Μόνο ο χρόνος θα δείξει. Νομίζω πως οι σκληρές απαγορεύσεις επηρέασαν σίγουρα τις δημοκρατικές μας ανοχές, την ανάγκη μας για κοινωνικοποίηση αλλά και την ανάγκη μας για εσωτερικότητα, να σκύψουμε λίγο να δούμε πως είμαστε μόνοι με τον εαυτό μας. Η απομόνωση δεν είναι πάντα κακή, η απογύμνωση από τον παλιό τρόπο ζωής μπορεί να έχει και τα θετικά, αλλά μόνον ο χρόνος θα δείξει αν αυτό που ζήσαμε θα προκαλέσει ζημιά. Αν μη τι άλλο, μάθαμε όλοι να μαγειρεύουμε καλύτερα. 

Από την άλλη πόσο έχει επηρεάσει και την λογοτεχνική παραγωγή και πως; 

Σίγουρα θα γραφτούν βιβλία για αυτό που ζήσαμε, ήδη έχουν αρχίσει να γράφονται. Οι εμπειρίες ωστόσο χωνεύονται, χρειάζεται να περάσει χρόνος για να περάσει μέσα από την λογοτεχνία η εμπειρία, τουλάχιστον αυτό πιστεύω εγώ, διαφορετικά γίνεται βεβιασμένα και άτεχνα. 

Υπάρχει στα σκαριά ένα νέο βιβλίο, θεατρικό; Δώσε μας κάποιο στοιχείο. 

Αυτή τη στιγμή χαλαρώνω πίνοντας σουμάδες, κουμανταρίες, λεμονάδες και Brandy Sour. Όλες οι συνταγές, μαζί με τα γλυκόπικρες ιστορίες των ανθρώπων που πέρασαν από το Λήδρα Πάλας υπάρχουν στο βιβλίο. Χρειάζεται να κατακαθίσει μέσα σου το προηγούμενο κείμενο πριν αρχίσεις να γράφεις το επόμενο. Υπάρχει φυσικά ένα κείμενο που θα το πιάσω να το δουλέψω ξανά με τις γιορτές, το έγραφα πριν το  Brandy Sour και θέλω να δω που θα με βγάλει. Ωστόσο, τώρα είναι η ώρα της ξεκούρασης και της χαράς της ανάγνωσης των βιβλίων των άλλων. Πάντα διαβάζω πολύ πριν αρχίσω να γράφω ξανά. Πολύ περισσότερο από συγγραφέας δηλώνω φανατική αναγνώστρια.  

Loader