Γιώργος Κεντρώτης: «Το κάλλος της κάθε γλώσσας πρέπει να μεταφέρεται με μέσα τέτοια σε άλλες γλώσσες, ώστε η ομορφιά να παραμένει»

Γιώργος Κεντρώτης: «Το κάλλος της κάθε γλώσσας πρέπει να μεταφέρεται με μέσα τέτοια σε άλλες γλώσσες, ώστε η ομορφιά να παραμένει»

Ένας από τους πιο γνωστούς Έλληνες μεταφραστές μιλάει αποκλειστικά στην Avant-Garde, με σοβαρότητα και χιούμορ, για τη δουλειά και το έργο του, αλλά και τον λόγο που τον φέρνει στο νησί μας, το οποίο όπως λέει πάντα αποτελεί έμπνευση για αυτόν!

Ο Γιώργος Κεντρωτής σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο ΕΚΠΑ. Μετεκπαιδεύτηκε στο Διοικητικό Δίκαιο στο Universität des Saarlandes, ανακηρυχθείς Διδάκτωρ Νομικής και άσκησε επί έτη τη δικηγορία στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Το 1994 εξελέγη μέλος του ΔΕΠ στο ΤΞΓΜΔ του Ιονίου Πανεπιστημίου, όπου υπηρετεί ανελλιπώς έως και σήμερα, ενώ είναι κοσμήτορας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Μεταφράζει στα Νέα Ελληνικά από τα Αρχαία Ελληνικά, τα Λατινικά, τα Γερμανικά, τα Ιταλικά, τα Ισπανικά, τα Γαλλικά, τα Αγγλικά, τα Ρωσικά και τα Τσεχικά. Έχει δημοσιεύσει σε μορφή βιβλίου πάνω από 60 μεταφράσεις, τρία μυθιστορήματα και έξι ποιητικές συλλογές.
Με αφορμή τη συμμετοχή του στο 9ο Φεστιβάλ Βιβλίου στην Λευκωσία, μιλάει αποκλειστικά στην Avant-Garde.

Τι είναι αυτό που σας ελκύει περισσότερο στη διαδικασία της μετάφρασης; Πώς προσεγγίζετε το έργο ενός άλλου συγγραφέα;

Το να λες με δικά σου λόγια και σε άλλη γλώσσα τα λόγια ενός άλλου είναι γοητευτικό – ιδίως μάλιστα, όταν τα λόγια αυτά σε έχουν γοητεύσει πρώτα εσένα. Η προσέγγιση του έργου ενός άλλου είναι μόνο υποκειμενική, αφού και η γλώσσα του καθενός -ποικίλοι τρόποι, χρήση, διαχείριση σχημάτων λόγου και διανοίας, ύφος και ερμηνεία- μόνο υποκειμενική μπορεί να είναι. Άρα ο μεταφραστής οικειοποιείται κάτι αλλότριο. Αυτή η οικειοποίηση λογίζεται νόμιμη, θα έλεγα δε ότι είναι «ανεξίθρησκη» και «δημοκρατική», από τη στιγμή που το ίδιο ξένο έργο μπορούν να το οικειποιηθούν πλείονες μεταφραστές στην ίδια γλώσσα. Εξ όσων γνωρίζω –για να φέρω ένα παράδειγμα– την «Ευγενία Γκραντέ» του Μπαλζάκ την έχουμε στα ελληνικά σε 14 μεταφράσεις.

Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στη μετάφραση κλασικών κειμένων και ποιημάτων;

Είναι θέμα πολυσυζητημένο, με ανομοιότητα προσεγγίσεων και με αντιμαχίες. Αυτό κατά τη γνώμη μου οφείλεται στο ότι λησμονούμε να ορίσουμε τι είναι «καλσικό». Κλασικός είναι ο Όμηρος, αλλά κλασικός είναι και ο Τόμας Μαν – επίτηδες ανέφερα δύο «ακραίες» περιπτώσεις. Η κλασικότητα έχει πρωτίστως να κάνει με τον χρόνο επιτελέσεως του έργου και με την υπέρβαση του εν λόγω χρόνου. Ό,τι «διαρκεί» και «συνεχίζεται» και «διαιωνίζεται» είναι κλασικό. Η ατομική πρόσληψη του καθενός τόσο ως προς την κλασικότητα όσο και ως προς την ερμηνεία της στον χρόνο που επιτελείται το μεταφραστικό έργο, αποτελεί το κρισιμότερο στοιχείο. Διότι (εκτός και αν γίνεται επίτηδες κάποια «άσκηση ύφους», νομιμότατη οπωσδήποτε και κατ’ αρχήν) το κλασικό έργο πρέπει να μεταφράζεται από τους μεταφραστές στο «σήμερά» τους, στο εκάστοτε «σήμερα», ακριβώς για να αναδεικνύεται και να αιτιολογείται η κλασικότητά του, είτε πρόκειται για πεζογράφημα, είτε πρόκειται για ποίημα ή θεατρικό έργο;

1

 

Υπάρχει κάποιο έργο που σας δυσκόλεψε ιδιαίτερα στη μετάφραση; Αν ναι, ποιο και γιατί;

Δυστυχώς θα σας απαντήσω με κάτι μάλλον χαζό, που όμως δεν παύει να είναι η αλήθεια – τουλάχιστον για εμένα. Δεν υπάρχει εύκολη μετάφραση, όπως δεν υπάρχει και δύσκολη μετάφραση! Η γνώση και η ερμηνευτική δύναμη είναι οι δύο παράγοντες που (κατ’ αρχήν) ορίζουν τι είναι εύκολο και τι είναι δύσκολο. Ίσως γελάσετε (μακάρι!) με αυτό που θα σας πω, και που είναι η αληθινή μου απάντηση στο ερώτημά σας. Οι πολύ καλοί αθλητές του στίβου στο αγώνισμα των 100 μέτρων φέρνουν χρόνους γύρω στα 10 δευτερόλεπτα. Εγώ, αν τρέξω εκατό μέτρα, θα καλύψω την απόσταση σε 40 δευτερόλεπτα, αν όχι και περισσότερο. Το άθλημα είναι το ίδιο. Για ποιον, λοιπόν, είναι εύκολο και για ποιόν είναι δύσκολο; Το ίδιο τελευταίο ερώτημα θα το θέσω και σε σχέση με το ποιος μεταφράζει εύκολα ή δύσκολα τον Γκαίτε; Εγώ ή κάποιος «κατοστάρης» του στίβου; Εξ υποκειμένου κρίνονται, άρα, τα πάντα. Για να μην αφήσω, όμως, την ερώτησή σας απαντημένη μόνο με τούτο το ευφυολόγημα, που επιστράτευσα, θα σας πω ότι το έργο που με δυσκόλεψε πολύ -αλλά το απολάμβανα με τα ζόρια που μου έβαζε- ήταν η «Νέα Επιστημονική Γνώση» του Τζαμπατίστα Βίκο. Το μετέφρασα από τα ναπολιτάνικα των αρχών του 18ου αιώνα, και προσπάθησα να φέρω το άτσαλο γλωσσικό ύφος του συγγραφέας και το υποχθόνιο χιούμορ του στα σημερινά γλωσσικά μέτρα.

Πώς αντιμετωπίζετε την πιστότητα στο πρωτότυπο κείμενο σε σχέση με την ομορφιά της γλώσσας του μεταφρασμένου έργου;

Είμαι υπέρ της πιστότητας – αλλά στην κάθε γλώσσα χωριστά! Το πρωτότυπο θα είναι πιστό στη γλώσσα που έχει γραφεί, και το μετάφρασμα θα είναι πιστό στη γλώσσα, στην οποία αρθρώνεται. Αν την αγγλική έκφραση «It’s raining cats and dogs» τη μεταφράσει κανείς στα ελληνικά ως «Βρέχει γάτους και σκύλους», στην ουσία δεν θα έχει μεταφράσει τίποτα. Επειδή όλες οι γλώσσες είναι όμορφες -μηδεμιάς εξαιρουμένης-, το κάλλος της καθεμιάς πρέπει να μεταφέρεται με μέσα τέτοια σε άλλες γλώσσες, ώστε η ομορφιά να παραμένει και να «μιλάει». Εξάλλου Beauty will save the world!

Πώς βλέπετε τον ρόλο του μεταφραστή στην εποχή της ψηφιακής μετάφρασης και των τεχνολογιών γλώσσας;

Είμαι ευνοϊκά διακείμενος. Η κάθε εποχή προσφέρει το σύνολο των υπαρχόντων μέσων. Τα μέσα αυτά διατίθενται προς χρήσιν. Αλλά όλα τα μέσα, σε όλες τις εποχές, ήσαν, είναι θα εξακολουθήσουν να είναι «αντικείμενα» και μόνον αντικείμενα. Τον ρόλο του «υποκειμένου» θα τον έχει πάντα το «ομιλούν / συγγράφον υποκείμενο», αυτός δηλαδή που κρίνει, που διαλέγει πράγματα και που αρθρώνει λόγο. Εν προκειμένω: ο μεταφραστής.

 

1

Τι σας δίνει έμπνευση στη δουλειά σας ως μεταφραστής, ακαδημαϊκός και συγγραφέας;

Ως μεταφραστής θέλω να είμαι κριτικός αναγνώστης και ερμηνευτής του συγγραφέα, του οποίου μεταφράζω κάποιο έργο. Ως ακαδημαϊκός δάσκαλος πάντοτε ήθελα να γνωρίζω στους φοιτητές μου την αντίληψή μου για τη μετάφραση, χωρίς ωστόσο να αποκλείσω ποτέ ούτε κανέναν άλλον μεταφραστή ούτε κανενός άλλου τους τρόπους. Οι μεταφραστές είμαστε μοναχικοί εργάτες -κρίνω ότι είναι σωστό, δηλαδή, αυτό που πολύ συχνά λέγεται-, αλλά είμαστε με τον τρόπο μας συνεργατικοί, καθώς ο καθένας μας μαθαίνει (και) από άλλους. Ως συγγραφέας αποσκοπώ στο να εκφράσω και να μεταδώσω στον αναγνώστη αυτό που με «έστρωσε» στο να το γράψω και να το πω στον εαυτό μου. Αν κρίνω ότι μπορεί να ενδιαφέρει έστω και άλλον έναν, το εκδίδω. Γνωρίζω δε και αποδέχομαι το ότι τα πρωτότυπα γραπτά έχουν πάντα την τύχη τους.

Στην Κύπρο έρχεστε για να παρουσιάσετε το μεταφρασμένο έργο του Πάμπλο Νερούδα από τις εκδόσεις Γκούτενμπεργκ, στο Nicosia Book Fest, μιλήστε μας λίγο για τη συμμετοχή σας σε αυτό.

Για πολλοστή φορά θα βρεθώ στην αγαπημένη μου Κύπρο, και δη στη Λευκωσία, που πάντα με «εμπνέει». Στη Λευκωσία έχω μεταφράσει ποιήματα του Μαλλαρμέ και του Κάτουλλου, αλλά πολλούς Ψαλμούς του Δαυίδ. Από τα μεταφράσματα αυτά πολλά έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο, αλλά θα εκδοθούν και σε βιβλία στο μέλλον. Τα «Απομνημονεύματα» του Νερούδα θεωρούνται παγκοσμίως κορυφαίο έργο του ποιητή. Στην εκ μέρους μου παρουσίαση θα θιγούν (κατά βάση) τα ακόλουθα σημεία: Η ποιητική διαμόρφωσή του. Η ποίηση στη Λατινική Αμερική και στην Ευρώπη κατά την εμφάνιση του Νερούδα. Ο Νερούδα ως πατριάρχης της λατινοαμερικανικής ποίησης και ως παγκόσμιος ποιητής. Ο υπερρεαλισμός και ο μαρξισμός. Η διπλωματική του καριέρα και η ποίηση. Η μελέτη των ανατολικών θρησκειών και φιλοσοφιών και η ποίηση. Ποίηση και πολιτική στράτευση. Η αυτοβιογραφία ως ποιητική και ως πολιτική πράξη. Θα διαβαστούν κάποια αποσπάσματα έργων του. Ελπίζω να τεθούν ερωτήσεις και να γίνει διάλογος.

Τι μάθατε ως μεταφραστής μέσα από το έργο του Νερούδα; Υπήρξαν στιγμές που η ποίησή του σας επηρέασε σε προσωπικό επίπεδο;

Τον Νερούδα τον διαβάζω από τα φοιτητικά μου χρόνια – πρώτα σε μεταφράσεις (ελληνικές, ιταλικές και γερμανικές) και αργότερα στο πρωτότυπο. Είναι αυτό που λέγεται «ένας από τους αγαπημένους μου ποιητές». Θυμάμαι το 1975 είχα παρακολουθήσει τη συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη με το «Canto General» (το «Γενικό Άσμα») στο Στάδιο Καραϊσκάκη και είχα συγκλονιστεί. Αν με επηρέασε σε προσωπικό επίπεδο δεν μπορώ να σας πω – μάλλον όχι, δεν με επηρέασε. Αλλά έχω διαβάσει όλα όσα έχει γράψει, και όχι μόνο μία φορά!

Ποιο είναι το αγαπημένο σας ποίημα του Νερούδα και γιατί;

Δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω κάποιο, αλλά, έπειτα από την απάντησή μου στην τελευταία σας ερώτηση, αναγκαστικά θα το κάνω. Είναι αυτό που επιγράφεται «La noche en Isla Negra». Σας το διαβάζω:

Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΗ ΜΑΥΡΟΝΗΣΟ

Νύχτα αρχαία και αλάτι ακατάστατο

του σπιτιού μου τους τοίχους χτυπήσανε:

μόνο του είναι το σκοτάδι, ο ουρανός

είναι τώρα του ωκεανού χτυποκάρδι,

ουρανός και σκοτάδι εκρήγνυνται

με κλαγγές μάχης απροσμέτρητες:

όλη νύχτα παλεύουν,

κανείς δεν ξέρει το βάρος

της αμείλικτης διαύγειας που θ’ ανοίξει στα δύο

σαν άμαθο φρούτο:

έτσι γεννιέται στην ακτή,

απ’ το μανιασμένο σκοτάδι, η αυγή η επίμοχθη,

δαγκωμένη απ’ το κινούμενο αλάτι,

σαρωμένη απ’ της νύχτας το βάρος,

αιματοβαμμένη μες στον θαλάσσιο κρατήρα της.

1

Ποια συμβουλή θα δίνατε σε νέους μεταφραστές που τώρα ξεκινούν την καριέρα τους;

Να μην καταπνίγουν και να μη φιμώνουν το ύφος τους, που είναι η υποκειμενική, η δική τους γλώσσα. Όπως ό  τραγουδιστής έχει τη φωνή του, έτσι και ο μεταφραστής έχει το ύφος του. Και όπως ο τραγουδιστής καλλιεργεί τη φωνή του, έτσι και ο μεταφραστής καλλιεργεί το ύφος του. Δεν υπάρχει «αντικειμενική» μετάφραση – είναι τερατωδία αν το σκεφτεί κανείς. Ακόμα και ο google translator υποκειμενική μετάφραση κάνει: ό,τι τον έχεις ταΐσει αυτό και σου αποδίδει – με τον δικό του τρόπο, με το δικό του ύφος. Από το παράδειγμά του ας διδαχθεί, λοιπόν, ο «εννοών» (άρα και «διακρίνων») μεταφραστής: να είναι αυτός ο ίδιος το ύφος του, όπως μας έχει διδάξει και κάποιος περιώνυμος σοφός, ο Μπιφόν.

 

Το Nicosia Book Fest θα πραγματοποιηθεί στις 5-6 Οκτωβρίου 2024, με στόχο να αναδείξει τη σημασία του βιβλίου στην κυπριακή κοινωνία.

Loader