Η κυβέρνηση δέχεται σάτιρα και κριτική από το ΡΙΚ όσο και τα γραφεία κηδειών επιστροφές

Η κυβέρνηση δέχεται σάτιρα και κριτική από το ΡΙΚ όσο και τα γραφεία κηδειών επιστροφές

Το κόψιμο του Happy Hour είναι απλά το επιστέγασμα μιας παροπλισμένης και λοβοτομημένης κρατικής τηλεόρασης-υποχείριο κομμάτων και Προεδρικού

Το 2018 έγραφα “Χωνέψτε το: Ένα ισχυρό, ανεξάρτητο και ανταγωνιστικό ΡΙΚ δεν συμφέρει σε ΚΑΝΕΝΑΝ” και πιστέψτέ με, το ίδιο ακριβώς κείμενο θα μπορούσε να σταθεί όχι μόνο σήμερα αλλά και το 2031 - κάποια πράγματα απλά αποτελούν διαχρονικές αξίες όπως πχ το ξέπλυμα των πραξικοπηματιών, η λήψη των μηνυμάτων των εκλογών και ο σεβασμός του εκάστοτε πορίσματος. 

Η πρόσφατη βεβιασμένη “ολοκλήρωση” της εκπομπής Happy Hour ένα μήνα σχεδόν πριν την επίσημη λήξη της σεζόν στο ΡΙΚ ήταν το κερασάκι στην τούρτα ή για τους πιο κυνικούς σαν κι εμένα ακόμα ένα καρφί στο φέρετρο μιας ανεξάρτητης, πλουραλιστικής και όντως watchable δημόσιας τηλεόρασης. Σβήστε το “δημόσιας”. Κρατική είναι, για την ακρίβεια βαθυκρατική και θα παραμείνει έτσι μέχρι να σβήσει ο ήλιος ή αποφασίσουν μια μέρα τα κόμματα να μην τη χρησιμοποιούν ως τσιφλίκι τους (δεν ξέρω ποιο από τα δύο θα συμβεί πρώτο) 

Το Happy Hour του Ανδρέα Γιόρτσιου με συμπαρουσιαστή τον Κωνσταντίνο Ιάσωνος έσκασε πριν τρεις σεζόν στο άνυδρο τηλεοπτικό τοπίο ως μία αρκετά ενδιαφέρουσα εναλλακτική στην κορεσμένη από τις κλασικές “μία Μενεγάκη-wannabe κι ένα νηπιαγωγείο για πάνελ της” συνταγές απογευματινή ζώνη. Δεν τάραξε τα νερά με το καλημέρα, η αλήθεια είναι πως ζορίστηκε την πρώτη χρονιά, όμως έδειξε τα δόντια του χάρη στις μαγνητικές, easy-going, larger-than-life προσωπικότητες των δύο παρουσιαστών, τα διασκεδαστικά παιχνίδια με καλεσμένους και τηλεθεατές αλλά και κάτι πρωτόγνωρο τόσο για τη ζώνη όσο και για το αρτηριοσκληρωτικό ΡΙΚ: έναν εισαγωγικό μονόλογο κριτικής και σχολιασμού που έσπαζε καλούπια, κόκκαλα κι αρχίδια χάρη στο μπρίο του Ανδρέα (που ολοφάνερα γούσταρε τρελά αυτό που έκανε) και το take-no-prisoners κείμενο των Ξεροτήανων Πάφου και του Ανδρέα Καυκαλιά. Και δούλεψε. Ο μονόλογος έγινε το δημοφιλέστερο περιεχόμενο του ΡΙΚ στα σόσιαλ (ξέρω ότι ακούγεται σαν σχήμα οξύμωρο αλλά συνέβη) και χάρη στο Happy Hour το Ιουράσιο Πάρκο που ονομάζουμε κρατική τηλεόραση απέκτησε κάτι που οι ιθύνοντες δεν ήξεραν καν να προφέρουν: ιντερνετικό buzz. 

Βασικά το μεγαλύτερο ατού της εκπομπής αποδείχθηκε και η μεγαλύτερη κατάρα της και εν τέλει η ταφόπλακά της. Τα οργισμένα τηλεφωνήματα και μηνύματα από βουλευτές, υπουργεία, κομματόσκυλα ακόμα κι από το Προεδρικό έπεφταν βροχή σαν τις γαμημένες Περσείδες: “Πως είναι δυνατόν να μας χτυπάει το ίδιο μας το μαγαζάκι;;;” ήταν πάνω κάτω το zeitgeist, μια νοοτροπία που γεννήθηκε μαζί με το ΡΙΚ και έκτοτε διαιωνίζεται σαν κακά γονίδια. Κι όσο ήταν στη θέση του γενικού διευθυντή ο Μιχάλης Μαραθεύτης απορροφούσε τους κραδασμούς μέχρι που δεν άντεξε ούτε αυτός και τα βρόντηξε (όχι πριν χαρίσει στο ΡΙΚ τον πονοκέφαλο του El Diablo - η καλύτερη εκδίκηση πρώην που είδα μέχρι τώρα). Κι αυτή ήταν η αρχή του τέλους για το Happy Hour. Προηγήθηκε το κόψιμο του εγκεκριμένου από την επιτροπή προγραμμάτων βραδινού show που θα παρουσίαζε ο Γιόρτσιος με το αιτιολογικό ότι “όχι άλλη σάτιρα” (κατά το κουρκούλειο “όχι άλλο κάρβουνο”) και ολοκληρώθηκε με την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου να μην ανανεωθεί η εκπομπή για τέταρτη σεζόν με το σκεπτικό ότι έτσι Γιόρτσιος και Ιάσωνος θα ξεπερνούσαν τους 30 μήνες εργοδότησης και η σύμβασή τους θα μετατρέπονταν σε αορίστου χρόνου.

Που βασικά πρόκειται για μπούρδα βεληνεκούς του προεδρικού “δεσμεύομαι”. Εάν το ΡΙΚ ήθελε πραγματικά να συνεχιστεί το Happy Hour υπήρχαν τρόποι χωρίς να αλλάξει το καθεστώς ή να μεγαλώσει το κόστος. Υπήρχε και η εναλλακτική να αγόραζε το ΡΙΚ την εκπομπή μέσω εταιρείας ως ξένο πρόγραμμα αναλαμβάνοντας εξ ολοκλήρου την εκτέλεση της παραγωγής για να ρίξει το κόστος και να πλήρωνε μόνο τις αμοιβές παρουσιαστών και συνεργατών (όπως έκανε μέχρι τώρα). Ο σοφός λαός λέει πως όποιος δεν θέλει να ζυμώσει δέκα μέρες κοσκινίζει και η διοίκηση απλά δεν ήθελε τους πονοκεφάλους που προκαλούσε ο μονόλογος. Να συνέχιζαν την εκπομπή χωρίς τον μονόλογο δεν υπήρχε περίπτωση γιατί η λογοκρισία θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα συνεπώς κατέφυγαν στην παλιά, δοκιμασμένη μέθοδο του “πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι”.

Ειλικρινά δεν καταλογίζω τίποτα το μεμπτό στο ΔΣ του ΡΙΚ για το κόψιμο του Happy Hour. Δεν περιμένω άλλωστε τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα τσούρμο άσχετα με το αντικείμενο διορισμένα ασπόνδυλα με μοναδική δουλειά να είναι τα μάτια και τα αυτιά των κομμάτων στην κρατική τηλεόραση και τα οποία θα αποτελούν παρελθόν σε λίγες εβδομάδες όταν αντικατασταθούν από άλλα άσχετα κομματικά ασπόνδυλα που απαρτίζουν το μακροβιότερο και πιο κραυγαλέο swinger party κομματικής αλλαξοκωλιάς στην ιστορία γνωστό και ως “συμβούλια ημικρατικών οργανισμών”.

Η μόνη θλιβερή διαπίστωση, για άλλη μια φορά, είναι ότι έχουμε κρατική τηλεόραση που δεν μπορεί να σηκώσει τίποτα πέρα από θλιβερά σκετς, φλύαρα talk shows, αφόρητα ντιριντάχτα και δελτία αποτελούμενα κατά 60% από κομματικές ανακοινώσεις. Μια κρατική τηλεόραση άτολμη, άβουλη, συμβατική, παροπλισμένη και υπάκουη στο Προεδρικό και τους κομματάρχες. Ένας τηλεοπτικός δεινόσαυρος που βλέπεται από συνήθεια, χάνει συνεχώς τηλεθεατές (κυριολεκτικά, κυρίως από βαθιά γεράματα) και όταν (νομίζει ότι) απευθύνεται στο νεανικό κοινό θυμίζει εκείνον τον θείο στις οικογενειακές μαζώξεις που δηλώνει “ότι θα κάτσει με τη νεολαία”.

Βασικά το ΡΙΚ που μόνο οι κομματάρχες και η εκάστοτε κουστωδία του Προεδρικού θέλουν. Και θα το έχουν για πολύ καιρό ακόμα. 

 

BONUS: Το πρόγραμμα του ΡΙΚ εάν Chief Content Officer ήταν o Φούλης

Loader